Από το πουθενά μου παρουσιάστηκαν οι Γερμανοί (και Σουηδοί;) Seventh One, με μπροστάρη τον συνολικό επιβλέποντα της υπόθεσης, Lars Ratz. O μπασίστας και ιθύνων νους των Metallium ουσιαστικά συμμάζεψε την μπάντα και κατά βάση της έδωσε μια τρομακτική παραγωγή-οδοστρωτήρα, χωρίς να συμμετέχει στις εκτελέσεις. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Είναι και το τι κάνουν οι ίδιοι οι Seventh One στον δεύτερο δίσκο τους.
Το σχήμα επιδίδεται σε αμερικάνικες power φόρμες, με έντονες αναφορές τους τεράστιους Crimson Glory, ενώ δεν λείπουν κάποιες Hammerfall αλλά και Gamma Ray στιγμές. Δε λείπουν επίσης και κάτι νευρικές αρμονίες στις κιθάρες α-λα Nevermore που σκοτεινιάζουν το σύνολο. Όμως τελικά ο δίσκος τραβάει τη προσοχή λόγω των αναφορών στους Crimson Glory. Ο ερμηνευτής Rino Fredh σε σημεία ακούγεται σαν αδερφός του Midnight, όχι μόνο φωνής αλλά και τεχνικής. Εννοείται ότι είναι κάτι που γίνεται επί τούτου, γι’ αυτό και οι ενορχηστρώσεις ακροβατούν ανάμεσα στους Crimson Glory του ‘Transendence’ και του ‘Astronomica’.
Εκτός από αδερφός του Midnight, ο Fredh εμφανίζεται και ως ξάδερφος του Joacim Cans σε 2-3 στιγμές. Πολυμορφία που τελικά δίνει χαρακτήρα στην μπάντα. Ακόμη, χαρακτήρα δίνουν και ορισμένα εξαίρετα πολυφωνικά φωνητικά στα ωραιότερα κομμάτια του δίσκου, “Mercenaries Call” και “Gallows Pole”. Και οποία η έκπληξις όταν ολοκληρώνεται η ακρόαση και αντιλαμβάνεσαι ότι ένα κατά τα φαινόμενα αδιάφορο power σχήμα έχει ταυτότητα.
Ο δίσκος περιλαμβάνει συνθέσεις διαφόρων ταχυτήτων. Στις γρήγορες ταχύτητες εκτιμάται ακόμη περισσότερη η δυναμική παραγωγή ενώ εμφανίζεται και μια Metallium ατμόσφαιρα όπως είναι λογικό. Όμως είναι ξεκάθαρο ότι η μαγεία τους βρίσκεται στις mid-tempo περιπτώσεις, όπου και υπάρχει και χώρος για τον Rino Fredh να ξεδιπλώσει ένα ταλέντο που φέρνει τουλάχιστον νοσταλγία (βλ. Midnight) στο άκουσμά του. Ας είναι. Η ουσία βρίσκεται σε κομμάτια όπως τα προαναφερθέντα καθώς και το έντονα συναισθηματικό “Awaken Visions” που έχει μοναδικές ανανεωτικές ιδιότητες.
Στα αρνητικά συγκαταλέγονται μερικά τευτονικά cliché που δεν αποφεύγει το σχήμα, στα γρήγορα κομμάτια. Επίσης θεωρώ το παίξιμο του Tobias Kellgren στα τύμπανα τετριμμένο και δεν σώζεται από την μπότα-τσεκούρι (λόγω παραγωγής). Συνολικά, απαιτείται σταθεροποίηση του μουσικού ύφους του σχήματος σύμφωνα με τα δυνατά του σημεία. Γρήγορο τσαμπουκαλεμένο power παίζουν όλοι. Και το να μιμείται κανείς τον Michael Romeo (Symphony X) στην κιθάρα δεν θα τον βγάλει πουθενά. Αντίθετα, το να φέρνει μνήμες Crimson Glory με τέτοιο τίμιο και γνήσιο τρόπο, θα τον αναδείξει ως κυκλοφορία. Στη προκειμένη περίπτωση, ο δίσκος χαλαρά τα κατατροπώνει πρόσφατες κυκλοφορίες από διάφορες «μούρες» του χώρου, αλλά και ανεβάζει τον πήχη και τις προσδοκίες κατακόρυφα. Υπάρχουν στιγμές στο “What Should Not Be” που σε κάνουν να ανατριχιάζεις.
7
- Καλλιτέχνης: Seventh One