Η μόνη μου επαφή με τους Θεσσαλονικείς Exhumation ήταν στο Rockwave 1999 και ομολογώ ότι με είχαν αφήσει παγερά αδιάφορο. Έτσι λοιπόν η διάλυσή τους δεν με άγγιξε. Στη συνέχεια διάβαζα για τις προσπάθειες του Μάριου Ηλιόπουλου να φτιάξει κάτι καινούργιο στη Σουηδία παρέα με τον Κώστα Καραμητρούδη (aka Gus G.) και την προσοχή μου τράβηξε η συμμετοχή του Tomas Lindberg στα φωνητικά. Η φωνή του death metal σε συγκρότημα με δύο Έλληνες μου έκανε εντύπωση. Είχα ακούσει δείγματα δουλειάς του Gus G. στις άλλες μπάντες στις οποίες συμμετέχει ο ταλαντούχος κιθαρίστας (Dream Evil, Firewind) και έτσι η πρώτη κυκλοφορία των Nightrage έπρεπε σίγουρα να φτάσει στα αυτιά μου.
Στην αρχή ήμουν καχύποπτος. Σκεφτόμουν ότι ο Lindberg κάνει τη πλάκα του, ο Gus G. θέλει απλώς να ακουστεί το ονομά του, ενώ ο M.Ηλιόπουλος πάει για αρπαχτή. Λάθος! Μεγάλο λάθος. Το 'Sweet Vengeance' αποτελεί κορυφαία στιγμή του ευρωπαικού death metal. Ο Lindberg όχι απλώς δεν κάνει πλάκα, αλλά παρουσιάζει μια συλλογή από εξαιρετικά ώριμα εκτελεσμένα φωνητικά. Ο Gus G. δεν θέλει απλώς να ακουστεί το ονομά του, αλλά τα riffs του. Ο Μ. Ηλιόπουλος όχι απλώς δεν πάει για αρπαχτή, αλλά αν καταφέρει να κρατήσει ενωμένο το σχήμα θα ανεβαίνει σύντομα σε κεντρικές σκηνές των μεγάλων festivals.
Ο Μ. Ηλιόπουλος τα μάζεψε και πήγε στη Σουηδία και μαζί με τον Gus G. παρουσιάζουν μια διαφορετική εκδοχή του "σουηδικού" death metal. Αποφεύγοντας τις εύκολες στο αυτί μελωδίες και τις δισολίες, στηρίζονται σε πιο κλασσικές φόρμες στα riffs. Θα έλεγα ότι το riffing πλησιάζει μπάντες όπως οι Obituary, Carcass αλλά και γενικώς "αμερικανίζει" όντας ογκώδες. Το αποκορύφωμα βέβαια είναι το πέμπτο κομμάτι του δίσκου "Gloomy daydreams" στο οποίο ο Mάριος Ηλιόπουλος βγάζει στην επιφάνεια τις Μalmsteen-ικές επιρροές του σε ένα απίθανο lead guitar θέμα αλλά και ο Gus G. (υποψιάζομαι ότι είναι αυτός) τις Schenker-ικές επιρροές του σε ένα απίστευτο solo.
Φυσικά δεν λείπουν και τα τυπικά σουηδο-death κομμάτια τα οποία είναι σαν μίξη At The Gates και Dark Tranquility. Υπάρχουν και ξέφρενες στιγμές όπως το πρώτο κομμάτι "Τhe tremor" καθώς και το "Μacabre apparition" με άφθονα blastbeats που εναλλάσονται και με πιο "ανθρώπινους" ρυθμούς. O Per Moller Jensen των Haunted βρίσκεται πίσω από τα τύμπανα και δεν κάνει τίποτα λιγότερο από τα αναμενόμενα: θερίζει. Το κοινό στοιχείο των κομματιών πάντως είναι οι υπέρβαρες κιθάρες (σε σημεία θυμίζουν Iced Earth) πάνω από τις οποίες σπέρνει το πανικό ο υπέρτατος Tomas Lindberg καθώς και τα διαλείμματα μελωδίας και δεξιοτεχνίας τόσο από τον Μάριο Ηλιόπουλο (ο οποίος έχει ηχογραφήσει το συντριπτικό ποσοστό των κιθάρων στο δίσκο), όσο και από τον Gus G. Στα 10 πλήρη κομμάτια του 'Sweet vengeance' δεν υπάρχει ούτε μια στιγμή που να κουράζει. Δεν υπάρχουν επαναλήψεις, τα riffs είναι εξαιρετικά και από το πουθενά ξεπετάγονται κανούργιες ιδέες. Ιδέες όχι μόνο στις κιθάρες. Μπορεί ο Lindberg να είναι η κορυφαία φωνή στο death metal, αλλά ο κόσμος τον έχει "παρακούσει". Γνωρίζοντας αυτό, ο Μ.Η. χρησιμοποίησε τον Τomas Englund των Evergrey για κάποια "ζεστά" φωνητικά στα τρία τελευταία κομμάτια. Το μόνο που έχω να πω είναι ότι το death metal μπορεί να βρεί νέες διόδους σπάζοντας τη μονοτονία των κάφρικων φωνητικών με διαλείμματα καθαρών φωνητικών.
Εν κατακλείδι, το 'Sweet Vengeance' είναι ένας από τους καλύτερους death metal δίσκους που έχω ακούσει ποτέ και σίγουρα ο καλύτερος φετινός. Πάντως αξίζουν να σημειωθούν μερικά πράγματα. Πρώτον, ο δίσκος χρωστάει πολλά στον Tomas Lindberg και θεωρώ απαραίτητη τη παρουσία του μετέπειτα. Δεύτερον, η κιθαριστική δουλεία είναι πραγματικά αριστουργηματική και ήχος σίγουρα είναι αυτός που αρέσει στο ελληνικό κοινό. Όμως, ίσως θα μπορούσαν να πειραματιστούν λίγο με την παραμόρφωση ώστε να βγει κάτι πιο μοντέρνο. Τρίτον, πραγματικά ελπίζω να κρατηθούν μαζί οι συντελεστές αυτού του δίσκου διότι υπάρχει φοβερή χημεία και δέσιμο που παραπέμπει σε μπάντες δεινόσαυρους. Τέλος, πιστεύω να ασχοληθούν με το θέμα "εναλλαγές με καθαρά φωνητικά" στο μέλλον, διότι πραγματικά θα ανοίξουν νέους δρόμους. Μέχρι τότε, δεν έχετε παρά να απολαύσετε τί μπορεί να κάνει η αγάπη και το πείσμα για το metal μέσα σε 42 λεπτά.
9
- Καλλιτέχνης: Nightrage