Ερώτηση: “Ποιο είναι το καλύτερο συγκρότημα αυτή την στιγμή στον πλανήτη που χρησιμοποεί ηλεκτρική κιθάρα, μπάσο, πλήκτρα, drums/κρουστά και φωνητικά;” Απάντηση: στο τέλος αυτού του review. Καινούριος δίσκος λοιπόν, έκτος κατά σειρά, από τους Dream Theater, ένα συγκρότημα που επισήμως δικαιολογεί την ύπαρξή του από το 1989. Progressive/fusion metal εμπλουτισμένο με πάρα πολλά άλλα στοιχεία που μερικές φορές σε κάνει να σπας το κεφάλι σου για να προσδιορίσεις αυτό που παίζουν. Μουσική ποιοτική, πολύ τεχνική, η οποία εντούτις μπορεί να γίνει προσιτή από σοβαρούς ακροατές (όχι προβατα δηλαδή). Μουσική με πολλές αλλαγές στον ρυθμό, με πολλά γεμίσματα από όλα τα όργανα και που άλλοτε είναι ήρεμη και απαλή, άλλοτε οργισμένη και γρήγορη και άλλοτε κινείται σε πιο ενδιάμεσους ρυθμούς.
Το “Six Degrees…” αποτελείται από έξι κομμάτια και ξεκινάει με τον θόρυβο που τελειώνει ο προηγούμενος δίσκος τους, “Metropolis Pt.2: Scenes From A Memory”. Κυκλοφορεί σε 2πλό CD. To πρώτο CD περιέχει 5 συνθέσεις και το δεύτερο περιέχει το ομώνυμο κομμάτι που διαρκεί 42 λεπτά περίπου. Η παραγωγή έγινε, όπως συνήθως άλλωστε, από τους Portnoy και Petrucci. Το πρώτο κομμάτι “The Glass Prison”, το οποίο χωρίζεται σε τρεις υποενότητες και έχει διάρκεια κοντά στα 14 λεπτά, είναι ένα από τα πιο σκληρά και πιο heavy τραγούδια που έχουν γράψει οι Dream Theater. Οι riffάρες που έχει μέσα σου φέρνουν στον νού Metallica και Pantera και όντας γρήγορο και δυνατό καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκειά του, ανεβάζει την αδρεναλίνη στα ύψη. Μετά από έναν πραγματικό δυναμίτη ακολουθεί το 10λεπτο “Blind Faith”, το οποίο κινείται σε πιο mid-tempo ρυθμούς θυμίζοντας λίγο “Falling Into Infinity” εποχή. Μετά το “Blind Faith”, το οποίο μάλλον είναι αρκετά απλό σαν σύνθεση για Dream Theater (εκτός από τα μέρη με τα solos), σειρά έχει το φοβερό μπαλαντοειδές “Misunderstood”. Μη φανταστείτε μια απλή μπαλαντούλα τρα-λα-λα τρα-λα-λα. Οι Dream Theater βάζουν όλη τη μαεστρία τους και σε μαγεύουν για περίπου 9:30 λεπτά.
Το επόμενο τραγούδι “The Great Debate” (13:40) μιλάει για ένα πολύ σύγχρονο θέμα στις μέρες μας, τη γενετική και τις δύο απόψεις που επικρατούν γύρω από τις έρευνες που γίνονται. Το τραγούδι κινείται σε mid-tempo και γρήγορους ρυθμούς και θυμίζει έντονα Rush και Tool (σ.σ. βλ. Aenima). Το πρώτο CD κλείνει με μία 6λεπτη ψυχεδελική μπαλάντα σε στυλ Radiohead και Mercury Rev. Απλά μια ωραία μπαλάντα στην οποία οι Dream Theater πειραματίζονται.
Σειρά έχει το δεύτερο CD το οποίο είναι όλα τα λεφτά. Ένα τραγούδι 42 λεπτά που χωρίζεται σε οκτώ μέρη και μιλάει για έξι χαρακτήρες που έχουν κάποιες εσωτερικές αστάθειες (inner turbulence). Η εισαγωγή (“Overture”) περιέχει όλα σχεδόν τα θέματα που πρόκειται να ακολουθήσουν στα υπόλοιπα κομμάτια συνδυασμένο με τις καταπληκτικές συνθέσεις του Rudess στα πλήκτρα. Αυτό το κομμάτι θα μπορούσε κάλλιστα να είναι soundtrack από ταινία επιστημονικής φαντασίας ή θα μπορούσε να αποτελεί θέμα για το “Fantasia” του Disney. Το “About To Crush” που ακολουθεί, είναι ένα μαγευτικό mid-tempo κομμάτι, πολύ μελωδικό στο οποίο φαίνεται η πάρα πολύ καλή δουλειά του Rudess. Στο “War Inside My Head” αρχίζουν και σκληραίνουν τα πράματα. Πολύ πιο heavy και γρήγορο από το προηγούμενο, προετοιμάζει τον ακροατή για τον επόμενο δυναμίτη. “The Test That Stumped Them All” και με δυο λέξεις: τα σπάνε! Ίσως το πιο σκληρό και heavy κομμάτι των Dream Theater. Γρήγορο, δυνατό, με riff για ανελέητο headbanging, με φοβερές διπλομποτιές, με τρομερά solos από πλήκτρα και κιθάρα, άλλοτε με οργισμένο LaBrie, άλλοτε με LaΒrie που υποδύεται νοσοκόμα, είναι το κομμάτι που ξεχώρισα από τον δίσκο για την ευθύτητα και τραχύτητά του που χτυπάνε κατ’ ευθείαν στο κόκκαλο.
Στο αμέσως επόμενο κομμάτι οι Dream Theater μας προσγειώνουν απότομα σε μια μπαλάντα που τα μόνα συναισθήματα που μπορείς να νιώσεις ακούγοντάς την είναι λύπη και μελαγχολία (“Goodnight Kiss”). Συνέχεια με το “Solitary Shell” το οποίο χαρακτηρίζεται από την μελωδικότητά του, ενώ ξεχωρίζει το solo με ηλεκτρακουστική κιθάρα και την υπόκρουση από jazz πιανάκι στα πλήκτρα του Rudess. Το αμέσως επόμενο κομμάτι είναι το “About To Crush(Reprise)”, το οποίο είναι το “About To Crush” βασισμένο στην κιθάρα αντί στα πλήκτρα. Ο δίσκος τελειώνει με το “Loosing Time/Grand Finale” που είναι βασισμένο κυρίως στη μελωδία των φωνητικών του LaBrie και που μ’ αυτό κορυφώνεται το δημιούργημα του Θεάτρου των Ονείρων.
Συνολικά το “Six Degrees..”, έχει κι αυτό τη δική του ταυτότητα όπως όλα τα album των Dream Theater. Συνθετικά το “Scenes From A Memory” είναι ανώτερο από το “Six Degrees…”, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το τελευταίο υστερεί σ’ αυτόν τον τομέα. Στο “Six Degrees…” οι Dream Theater πειραματίζονται με καινούρια στοιχεία στη μουσική τους και ειδικότερα στις κιθάρες, στα πλήκτρα και στα φωνητικά. Εξερευνούν καινούρια μονοπάτια, πιο μοντέρνα θα έλεγε κανείς, και συνδυάζοντάς τα με τις ρίζες τους και τις επιρροές τους, μας προσφέρουν έναν δίσκο ο οποίος θα είναι από τους κορυφαίους της χρονιάς στον χώρο. Είναι ένα συγκρότημα που παίζει μουσική με όλη τη σημασία της λέξης. Όπως οι Beatles έπαιρναν το rock ‘n’ roll και το ανέβαζαν κάποια επίπεδα παραπάνω, όπως οι Pink Floyd έπαιρναν το rock και το οδηγούσαν σε ασύλληπτες συνθέσεις, έτσι και οι Dream Theater παίρνουν το progressive και το οδηγούν σε άλλους γαλαξίες. Παρ’όλα αυτά, απάντηση στην ερώτηση της εισαγωγής πάντως δεν είναι απλή. Και δεν πρέπει να είναι απλή. Γιατί τότε τίθεται το ερώτημα; Εξ’αιτίας της εσωτερικής αστάθειας/ανησυχίας που προκαλεί στον ακρόατή το άκουσμα δίσκων που βρίσκονται «αλλού»...
9
- Καλλιτέχνης: Dream Theater