metal.team

Λίγες είναι οι φορές που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με κάτι τέλειο, όχι μόνο σε ότι αφορά τη μουσική, αλλά γενικότερα. Λίγες, αλλά υπαρκτές, που σημαίνει ότι στο μέτρο του δυνατού, αν ο άνθρωπος μπορεί και θέλει, τότε φτάνει τη τελειότητα. Τελειότητα, που στο τομέα της σύγχρονης μουσικής ακούει στο όνομα Queensryche. Δεν είναι το υπέρτατο metal συγκρότημα, ούτε το θαύμα της μουσικής του 20ου αιώνα. Αγγίζουν όμως το τέλειο όσο λίγα σχήματα και το έχει αποδείξει στο παρελθόν. Οι πρόσφατες δουλειές τους είναι μάλλον μέτριες για τις δυνατότητες τους, αλλά το τελευταίο διπλό live album έρχεται να βάλει κάποια πράγματα στη θέση τους.

Φυσικά δεν υπάρχουν καινούργιες συνθέσεις. Αυτό που υπάρχει είναι η απόδειξη για τις εκτελεστικές δυνατότητες του group, οι οποίες είναι...τέλειες. Η παράδοση θέλει τους ζωντανά ηχογραφημένους δίσκους να είναι «πρόχειροι», με συμμετοχή του κοινού, ορισμένες αλλαγές στο κομμάτια, party ατμόσφαιρα κλπ. Η παράδοση δεν τηρείται πάντα ευτυχώς ή δυστυχώς. Πολλά εξαρτώνται και από το είδος της μουσικής.

Και στην περίπτωση της πεντάδας από το Seattle, προτεραιότητα αποτελεί η εκτέλεση της μουσικής όσο το δυνατόν πιο κοντά στο δίσκο, ο στουντιακός ήχος, καθώς και η προβολή των μουσικών, χωρίς αυτό να σημαίνει solos και κουραστικές επιδείξεις (δεν υπάρχει τίποτα τέτοιο στο δίσκο). Απλά οι άνθρωποι εδώ και 18 χρόνια (πλην του Kelly Gray) περίπου συνθέτουν, ηχογραφούν, πουλούν δίσκους και εν συνεχεία δίνουν ρέστα στα live τους. Χωρίς πολλές κουβέντες, χωρίς τυμπανοκρουσίες, μάζευαν κορυφαίες κριτικές μέχρι και πριν από μερικά χρόνια. Δεν θα σχολιάσουμε τους λόγους τη κάμψης του σχήματος τα τελευταία χρόνια. Απλά θα σταθούμε στη αρτιότητα του “Live Evolution” που είναι ο προπομπός της προσεχούς μεταλλικής επιστροφής των Queensryche.

Τί σημαίνει αρτιότητα; Δεν είναι τόσο απλό. 17 και 18 Ιουλίου 2001 στο Moore Club του Seattle λοιπόν. “NM156”, “Walk in the shadows”, “Roads to madness”, “The lady wore black”, “Take hold of the flame”, “Queen of the ryche”, “London”, “Screaming in digital” (EP/Warning/Rage Suite). Οκτώ κομμάτια στο πρώτο μέρος του album αφιερωμένο στις πρώτες τρεις δουλειές. Κομμάτια με εκπληκτικά έντονη προσωπικότητα, άμεσα αναγνωρίσημα και εν κατακλείδει, σημεία αναφοράς ενός σχήματος που πάντα ήταν πολύ μα πολύ μπροστά από την εποχή του. Οι εκτελέσεις είναι εντυπωσιακά δυναμικές και μεταλλικές και προδιαθέτουν άλλες για πολύ χτύπημα και άλλες απλά για θαυμασμό για το «όν» ονόματι Geoff Tate. Τί να γράψει κάποιος γι’αυτό το φαινόμενο. Η χαρακτηριστικότερη όλων των φωνών στο χώρο του metal, ισοπεδώνει τα πάντα. Ακόμα και αν «κλέβει» σε 1-2 κορώνες, πραγματικά θα κάνει τον συνειδητοποιημένο ακροατή τουλάχιστον να ανατριχιάσει. Δεν περιγράφεται με λόγια το πως αυτός ο άνθρωπος δίνει ό,τι έχει και δεν έχει σε κομμάτια που τραγουδούσε με φωνή 15 χρόνια πιο ξεκούραστη. Είναι απίστευτη η θεατρικότητα, και ο τρόπος που τραγουδάει με όλο του το σώμα. Και το πως αυτό περνάει μέσα στο CD. Μόνο παράπονο, η χωρίς λόγο μεταμφίεση της «λαίδης που φορούσε μαύρα» σε «λουλού με πουά». Υπερβάλουμε λιγάκι αλλά γιατί να πετσοκοφτεί το tempo και να εξαφανιστεί εκείνο το απίθανο riff; Ευχάριστη έκπληξη όλο το πρώτο μέρος πάντως με τσαμπουκαλεμένες (βλ. Queen of the ryche…κόλαση) και γεμάτες ψυχή εκτελέσεις. Οι τρύπες στην αναλογική ηχογράφηση των 80’s εμφανίζονται και κλείνονται ταυτόχρονα στο live, δίνοντας έναν original χαρακτήρα.

“I remember now”, “Revolution calling”, “Spreading the disease I”, “Electric Requiem”, “Spreading the disease II”, “The mission”, “Suite sister Mary”, “I don’t believe in love”, “Empty room”, “Eyes of a stranger” (Mindcrime Suite). Ξεκαθαρίζουμε ότι το Operation:Mindcrime αποτελεί ένα από τα τρία καλύτερα albums που έχουν βγεί και πρόκεται να βγουν. Έτσι απλά. Δεν ξέρουμε ποιά είναι τα άλλα δύο. Αυτό πάντως είναι το ένα σίγουρα. Το γιατί, ανακαλύψτε το μόνοι σας (αν δεν το έχετε κάνει ακόμα δηλαδή και ως εκ τούτου έχετε ελλειπή αντίληψη της μουσικής γενικότερα). Επομένως όταν η μουσική εκτελείται κατά 90% όπως στο δίσκο (π.χ. ελαφρώςδιαφορετικό solo από τον Gray στο τέλος του “Eyes of a stranger”) και επιπλέον έχουμε την απίστευτα φυσική ερμηνεία του Tate δεν χρειάζεται να γράψουμε πολλά πράγματα. Από το κοινό, μόνο μια ιαχή “revolution calling” ξεχωρίζει μέσα στη γενικότερη ένταση (που υπάρχει σε όλο το πρώτο cd σε αντίθεση με το δεύτερο). Η μηχανή Wilton-Rockenfield-Jackson-Gray πιάνει το maximum της απόδοσης του πολύ χαλαρά και στρώνει το έδαφος για την κορυφαία φωνή, η οποία ναι μεν αλλάζει κάποια σημεία, αλλά η αυθεντικότητα και η κατάθεση ψυχής καθιστούν το live απαραίτητο.

Ναι, αυτό το live είναι απαραίτητο πριν ακόμα πούμε για το δεύτερο CD. “I am I”, “Damaged”, “Empire”, “ Silent lucidity”, “Another rainy night”, “Jet city woman” (Empire/Promised Land Suite). Κομμάτια από τους δίσκους των 1990 και 1994. Ο πρώτος, ξάφνιασε εμπορικά με τα εκατομύρια πωλήσεις ενώ ο δεύτερος απαιτεί ψαγμένους ακροατές. Τα δύο πρώτα κομμάτια ακούγονται εκπληκτικά όμοια με το studio album και φανερώνουν τον βαθύ χαρακτήρα του “Promised Land”. Πέρα από αυτό πάντως, τα κομμάτια από το Empire θερίζουν (όπως είχαν θερίσει όταν τα έζησε live ο υπογράφων) και επιτέλους το “Another rainy night” βγαίνει στην επιφάνεια και μαζί του και άλλες πτυχές των ικανοτήτων του Tate. Κλασσικά έχουμε εκτελέσεις στη τσίτα, λίγες διαφορές στα drums και “yes, we can feel it coming”.

Για το τέλος έχουμε τα: “Liquid sky”, “Sacred ground”, “Falling down”, “Hit the black”, “Breakdown”, “The right side of my mind” (HITNF/Q2K Suite). Σύμφωνοι, απαράδεκτο το πρώτο album, απογοητευτικό το δεύτερο, πάντα από μεταλλική οπτική γωνία. Αλλά δεν παύουν να αντιπροσωπεύουν μια πτυχή των Queensryche. Θα μπορούσαν να λείπουν 1-2 κομμάτια εις όφελος κάποιου από τα 80’s αλλά ας μην τα θέλουμε και όλα. “Liquid sky” και “Right side of my mind” ξεχωρίζουν με άνεση, ενώ στο σύνολό τους ακούγονται ίδια με το δίσκο, καθώς αποτελούν υποδεέστερες συνθέσεις εκτελεστικά (εκτός από ακουστικά) από τα κλασσικά ‘Ryche κομμάτια, και η ζωντανή τους εκτέλεση δεν αποτελεί αντίστοιχη πρόκληση.

Συνολικά, επανερχόμαστε και λέμε ότι ο δίσκος είναι τέλειος και ακόμα και αν άλλαζαν μερικές λεπτομέρειες δεν θα μπορούσαν να κάνουν αισθητή διαφορά. Οι ακροατές πρέπει να εκτιμούν τη μουσική που παίζεται με ψυχή όπως επίσης και την ιστορική αξία μιας κυκλοφορίας από ένα συγκρότημα κολοσσό που έχει προσφέρει τόσα όσα δεν μπορεί να φανταστεί κανείς. Και αν τα λόγια μοιάζουν να είναι (και μάλλον είναι) υπερβολικά πεζά όταν έχουμε να κάνουμε με μουσική των Queensryche, παραθέτουμε έναν ακατέβατο βαθμό καθώς και την συμβουλή-υπαγόρευση για την αγορά του δίσκου.




10

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured