Οι Sentenced είναι ένα από τα λίγα ευρωπαικά metal σχήματα, των οποίων το όνομα ακούγεται σε Βόρεια Αμερική. Πράγμα όχι τυχαίο αν αναλογιστεί κανείς την ποικιλομορφία των δίσκων τους. Κορυφαία τους στιγμή αποτελεί αναμφισβήτητα το Amok του 1995. Συγκρίνοντας κανείς το Amok και την τελευταία τους κυκλοφορία Crimson, διαπιστώνει ότι δε μιλάμε απλώς για ποικιλομορφία, αλλά για διαφορετικό είδος μουσικής. Επί Taneli Jarva στα φωνητικά, το συγκρότημα έπαιζε κορυφαίο μελωδικό death metal. To Crimson είναι το τρίτο album με τον Ville Laihiala στη θέση του τραγουδιστή, και είναι μάλλον άστοχο να μιλάμε για death metal. Θα έλεγα ότι πιο πολύ πλησιάζει τον doom ήχο, χωρίς όμως να λείπουν κλασσικές Sentenced νύξεις.
Πρόκειται για έναν δίσκο, που παρά το γεγονός ότι ο Laihiala στη σύνθεση μόνο δύο κομματίων, η πλειοψηφία των μελωδικών γραμμών βασίζεται στα φωνητικά, και όχι σε κάποιο κιθαριστικό riff. Η γενική εικόνα του δίσκου, αποτελείται από μελωδίες στα φωνητικά, πλαισιωμένες από αργόσυρτες κιθάρες (που σπάνια συνιστούν riff), οι οποίες απλά αλλάζουν συγχωρδίες ανάλογα με το ύψος των φωνητικών. Οι κιθάρες δουλεύουν συνεχώς, κλείνοντας τις όποιες τρύπες, αλλά με έναν όχι τόσο πολύπλοκο μουσικά τρόπο.
Στα θετικά του Crimson συγκαταλλέγονται πάντως μέρη lead guitar φοβερής μελωδικότητας. Χαρακτηριστική η εισαγωγή στο “Home in despair”, καθώς και το solo στο refrain αλλά και προς το τέλος του “Fragile”, το οποίο αποτελεί ένα συμπαθές κομμάτι του δίσκου. Η πιο εμπνευσμένη κιθαριστική σύνθεση ανήκει στο “Broken”, η οποία σε συνδυασμό με ένα μονότονο αλλά βαρύ rhythm section, δίνει ένα κορυφαίο κομμάτι. Κορυφαίο μεν, υποδεέστερο από το “No more beating as one”, που έχει και τις πιο προσεγμένες ρυθμικές κιθάρες.
Χαρακτηριστική η παρουσία πιάνου στο (πρώτο κομμάτι) “Bleed in my arms”, και κυρίως στο “Killing me, Killing you”, που είναι και το πιο εμπορικό κομμάτι στο Crimson, ενώ αποτέλεσε και το πρώτο single. Ακόμα πιο ενδιαφέρουσα η χρησιμοποίηση ακουστικής κιθάρας, σε κομμάτια όπως “Bleed in my arms”, “Home in despair”, “No more beating as one”. Αποτέλεσμα αυτού είναι το να ακούγονται τρεις κιθάρες σε ορισμένα σημεία, με πραγματικά πετυχημένο τρόπο. Επίσης, στο “River” συναντάμε πλήκτρα που θυμίζουν έντονα τους Amorphis στο Tuonela. Τα “Dead moon rising” και “With bitterness and joy” δε μπορώ να πώ ότι ενθουσιάζουν με το δεύτερο να έχει ρυθμικές κιθάρες ως κομπάρσους.
Συνέχεια με πειραματισμούς έχουμε στο “One more day”, με ελαφρώς industrial φωνητικά, ενώ το “Slowing heart” (πέρα από στίχους του τύπου “my mind’s too tired to keep grieving”) έχει αστείες κιθάρες (μια συγχωρδία,ξανά και ξανά) , αλλά και ακουστική προς το τέλος. Είναι φανερό ότι ο δίσκος χαρακτηρίζεται από την απόδοση του Ville Laihiala, στον οποίο βασίζονται όλα τα κομμάτια. Απόδοση που με κάνει να πιστεύω ότι θα αρχίσουμε να ακούμε το όνομά του πιο συχνά. Θεωρώ όμως ότι κάτι τέτοιο αφαιρεί πόντους από μια δισκογραφική δουλεία, και ειδικά όταν οι κιθάρες λίγο-πολύ παραμερίζονται.
Ακούγοντας κανείς το δίσκο για πρώτη φορά, αναρωτιέται στο τέλος αν θυμάται κανένα riff. Οι μελωδίες του πολύ καλού τραγουδιστή μένουν καρφωμένες, αλλά απαιτούνται αρκετές ακροάσεις από κάποιον που ψάχνει να βρεί κιθάρες. Τελικά το μόνο που βρίσκει ουσιαστικά είναι τα ταιριαστά lead guitar μέρη.
Πλούσια η στιχουργική δουλειά στο Crimson, η οποία χρεώνεται στον Sami Loppaka (guitar) αλλά και στον Laihiala. Γενικότερα, οι στίχοι των Sentenced πάντα βασίζονταν σε εκφράσεις μελαγχολίας και απογοήτευσης, αλλά και ιδέες περί αυτοκτονίας (Frozen). Στο καινούργιο δίσκο, η κατάσταση είναι πανομοιότυπη, ενώ στα “Bleed in my arms” και “No more beating as one”, ορισμένοι ίσως διακρίνουν συναίσθημα. Το συναίσθημα χαρακτηρίζει πάντως τα φωνήτικά του δίσκου, τα οποία όμως περιέχουν και οργή, όπως θα άρμοζε σε ένα Sentenced album.
Πέρα από τον μουσικό τομέα, δε μπορώ να μην επαινέσω το πολύ καλό artwork στο δίσκο, το οποίο συνοδεύεται και από άριστο εξώφυλλο. Υπεύθηνος ο Niklas Sundin (Dark Tranquility).
Τελικά αυτός ο δίσκος προκαλεί για την βαθμολογία που πρέπει να του απονεμηθεί. Και αυτό γιατί από την μία, οι μελωδίες του είναι πολύ καλές, αλλά από την άλλη, το γεγονός ότι τα φωνητικά κουνούν σχεδόν αποκλειστικά τα νήματα, μάλλον απογοητεύει. Τα lead guitar μέρη, δίνουν μεν πόντους, αλλά αδυνατούν να καλύψουν την απουσία ενός στοιχειώδους ρυθμικού riff.
Το Crimson όμως ακούγεται πολύ ευχάριστα και ίσως αυτό είναι που μετράει. Ικανοποιείται όμως ο σύγχρονος ακροτατής metal με τα εκατοντάδες ακούσματα, από μουσική που ακούγεται ευχάριστα ή εύκολα, ή ψάχνει εις βάθος για μουσικές λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά? Για να μην τα παραλέμε όμως, έχει κάποια στοιχεία το Crimson, τα οποία όμως οριακά και μόνο του δίνουν το βαθμό που ακολουθεί.
8
- Καλλιτέχνης: Sentenced