Progressive metal...τί είναι αυτό άραγε; «Είναι μια κατηγορία της metal μουσικής» θα απαντήσουν οι πεζοί μινιμαλιστές. Είναι όμως μόνο αυτό; Και αν είναι πράγματι έτσι, τί ορίζει ποιά μουσική μπορεί να κυκλοφορεί κάτω από αυτήν την ταμπέλα; Δύσκολη ερώτηση. Και αν πάλι, βρούμε την απάντηση, μας νοιάζει πραγματικά; Όχι βέβαια. Δεν μας νοιάζει γιατί όσο και αν οι metalheads είναι δακτυλοδεικτούμενοι «κολλημένοι», στην πραγματικότητα δεν είναι παρά λάτρεις ποιοτικής μουσικής (η οποία βέβαια είναι δύσκολο να εντοπιστεί ανάμεσα στη σαβούρα-metal που κυκλοφορεί ανεξέλεγκτα).
Progressive metal σημαίνει απλά μια ανοιχτόμυαλη και τεχνική προσέγγιση του heavy metal. Το κακό είναι ότι η πολύ «ανοιχτομυαλιά» βλάπτει (βλ. rap metal). Ναι, θα πείτε ότι έχω παρωπίδες κλπ. Αλλά βέβαια όποιος δεν παραδεχτεί ότι η ταμπέλα “progressive metal” δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν δικαιολογία από κάποιους δηλωμένους σκληροπυρηνικούς μεταλλάδες για να ακούσουν κάτι άλλο, είναι αφελς. Είναι έυκολο να χαρακτηρίσεις το “The Perfect Element part I” των Σουηδών Pain of Salvation, progressive metal, αλλά το ερώτημα είναι είτε «progressive τί;» είτε σκέτο «τι;». Δεν χωράνε ταμπέλες στο δίσκο αυτό, η μόνη λέξη που τον χαρακτηρίζει είναι η «Μουσική», έτσι με κεφαλαίο. Ενδιαφέρει όμως αυτή η Μουσική το avopolis.metal; Φυσικά, γιατί είπαμε τα περί «λάτρεις της ποιοτικής μουσικής». Πέρα από φιλοσοφίες και περιαυτολογίες, το “Perfect element pt I” δεν είναι καθαρόαιμος metal δίσκος, είναι όμως όσο progressive (προοδευτικό) είναι και το κοινό που θα τους ακούσει. Οι συνειδητοποιημένοι metalheads δηλαδή.
Επιρροές, επιρροές και κόντρα επιρροές σε ένα δίσκο που καταφέρνει να τις συνδυάσει και να τις μετατρέψει σε προσωπικότητα των δημιουργών του. “Used”, το πρώτο κομμάτι βάζει γυαλιά σε όλους τους γελοίους nu-metallers με τα φαρδυά παντελόνια, δείχνοντάς τους πως θα έπρεπε να παίζουν τη μουσική τους, συνδυασμένη ακόμα και με progressive στοιχεία δηλαδή. Βαρίες κιθάρες, συγχρονισμένες με τη μπότα, αλλά και πιάνο μαζί με lead guitar. Η ποικιλομορφία που θα ακολουθήσει φανερώνει τη παρουσία της από νωρίς, σε ένα από τα καλύτερα κομμάτια του δίσκου. Και επιπλέον γίνεται αντιληπτή η ομοιότητα του Daniel Gildenlow με τον Mat Barlow, όχι μόνο στη φωνή, αλλά και στον τρόπο που τραγουδάει και εκφράζεται. Ξαφνιαστήκατε ε;
Μια ανάλαφρη αίσθηση κυριεύει τον ακροατή μετά το πέρας της μονότονης εισαγωγής στο “In the flesh”, ενώ οι νύξεις με την funky ατμόσφαιρα των Faith No More είναι χαρακτηριστικό του κομματιού. Αλληλουχία ήχων από διαφόρων ειδών έγχορδα, ποικιλομορφία φωνητικών και από πίσω ένα απίστευτο rhythm section που σε κάνει να τραβάς τα αυτιά σου.
Φυσικά υπάρχει και η εμπορική στιγμή, που ακούει στο όνομα “Ashes”, με βαβουριάρικες κιθάρες, industrial αισθητική, και μια έκπληξη στη συνέχεια του δίσκου. Στη συνέχεια το “Morning in earth” μπορεί να χαρακτηριστεί παράξενο και βέβαια απέχει από το metal. Αντιφατικό με ξαφνικές αλλαγές στη μελωδία, συνιστά μια μπαλάντα που ίσως οι στίχοι θα μπορέσουν να της δώσουν επιπλέον διάσταση. Και δυστυχώς δεν είχα στη διάθεσή μου τους στίχους οπότε απλά δεν αναφέρομαι στο θέμα. Και μάλλον δεν είναι απλώς δυστυχώς, αλλά «πολύ κακώς» διότι έχουμε να κάνουμε με concept album το οποίο μάλιστα θα συνεχιστεί σε επόμενη κυκλοφορία του σχήματος.
Προχωράμε και βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την κορυφαία στιγμή του δίσκου, η οποία μάλλον θα είναι και από τα highlights της χρονιάς. Ναι, αυτό είναι progressive metal. Από την 100% Dream Theater εισαγωγή με τον χαμό στα πλήκτρα, εώς τα ξερά heavy μέρη (που τα χρειάζεται μια τέτοια κυκλοφορία) και ξαφνικά...πιάνο. Ήχοι, ήχοι και πάλι ήχοι αλλά και «μεταλλιές» στα drums. Θυμάστε την έκπληξη από το “Ashes”; Οι μάγκες κατάφεραν να βολέψουν με άριστο τρόπο το refrain του (το οποίο μόνο ακούγεται, δεν περιγράφεται). Αρχικά μαζί με πιάνο και λιγότερες κιθάρες, και στη συνέχεια με βιολί αντί για πιάνο παρέα με διπλομποτιές. “Idioglossia” ονομάζεται το κομμάτι και θα το ξαναβρείτε μπροστά σας σίγουρα.
Πανδαισία ήχων από drums, keyboards, πιάνο, μπάσσο, ακουστική κιθάρα, ηλεκτρική κιθάρα, που μπορεί να εκληφθεί και σαν επίδειξη δυνατοτήτων. Κάτι από Rush στις κιθάρες, κάτι από Ray Adler (;) από τον τραγουδιστή που ταυτίζεται και τραγουδάει ότι θέλει όπως θέλει (μη φανταστείτε βέβαια ότι κάνει και τον Geoff Tate…είπαμε). Με το τέλος του “Her voices”, ο δίσκος μας τα χαλάει. Και μας τα χαλάει επικίνδυνα.
Η τριάδα “Dedication” “King of loss”, “Reconciliation”, κουράζει, αποβλακώνει, εκνευρίζει και τελικά μέχρι και εξοντώνει κάποιον που έχει επιδωθεί σε απανωτές ακροάσεις (όπως ο υπογράφων). Δεν ξέρω τι λένε οι στίχοι, και σε τι συνεισφέρουν αυτά τα 20 λεπτά νανουρίσματος. Αυτό που ξέρω είναι οι κύριοι (ή η δισκογραφική τους εταιρεία) ήθελαν δίσκο 74 λεπτά και τον ξεχίλωσαν με βάναυσο τρόπο στη μέση του. Αυτό δεν είναι ούτε progressive, ούτε metal, ούτε progressive metal. Δεν υπάρχουν λόγια γι’αυτό το αίσχος της μονοτονίας και της υποτονικότητας.
Όταν φτάνουμε στο “Song for the innocent” έχουμε ξεμπερδεύσει και μια ωραία μελωδία μας υποδέχεται, συνοδεία δισολιών στις κιθάρες. Εύστοχη η αντίθεση στα φωνητικά καθώς και το ευκαιριακό «φόρτωμα» στις κιθάρες για να ξαναζεσταθεί το woofer μας. Το “Falling” είναι απλώς ένα πέρασμα για τερματίσουμε στο ομώνυμο “The perfect element”, το οποίο είναι ένα ολοκληρωμένο progressive metal κομμάτι. Παιχνίδια με κιθάρα και πιάνο, στοιχεία από Anathema, κατα καιρούς βαριές κιθάρες και έντονη η ομοιότητα με Barlow στα φωνητικά.
Περίεργος δίσκος. Χωρίς αμφιβολία πολύ δουλεμένος και εμπλουτισμένος με το ταλέντο των μελών του (ένα συγκλονιστικό riff δεν ακούμε στα 70τόσα λεπτά πάντως). Δεν πρόκειται για τον κλασσικό progmetal δίσκο. Μάλιστα οι πρώτες προσωπικές ακροάσεις συνοδεύτηκαν από το σχόλιο «δεν είναι metal αυτό». «Ε και;;;» συμπληρώνω τώρα επανερχόμενος στα αρχικά του κειμένου. «Άσε που το αν είναι δεν το κρίνεις εσύ αλλά ο κάθε ακροατής ξεχωριστά» λέω από μέσα μου. Ελπίζω ο δίσκος να φιλοξενηθεί και από την κεντρική review στήλη του Avopolis. Θα έχει πολύ ενδιαφέρον το αποτέλεσμα. Μέχρι τότε κρατήστε το συμπέρασμα ότι το “Perfect Element part I” δεν μπορεί να σταθεί δίπλα σε κλασσικές progmetal κυκλοφορίες, ούτε να συγκινήσει τον παραδοσιακό «μεταλλά». Είναι όμως μια καλη ευκαιρία για κάτι διαφορετικό και εξαιρετικά ποιοτικό, που ίσως μετά από πολλές ακροάσεις κερδίσει την εμπιστοσύνη και του πιο επιφυλακτικού απέναντι στα «φλώρικα», όπως λένε (δε ντρέπεστε λιγάκι;) progressive albums.
7
- Καλλιτέχνης: Pain of Salvation