metal.team

Για να ποζάρουμε στην παραπάνω φωτογραφία ως ψωνάρες (από αριστερά Φραγκίσκος Σαμοϊλης, Σήφης Τζαρδής, Σαράντης Χιώτης, Λυκούργος Τζαρδής), έπρεπε να εξασφαλίσουμε το περίπτερο που δικαιούμασταν ως media χορηγοί του Athens Open Air. Και ως γνωστόν, η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται. Μισή ώρα κουβαλούσαμε (εμείς οι ίδιοι) καρέκλες, τραπέζι, ομπρέλες, βάση ομπρέλας πέρα δώθε και παράλληλα είχαμε την ξεχωριστή εμπειρία του να προσπαθούμε να συνεννοηθούμε με τους «υπεύθυνους». Οι «υπεύθυνοι» ήταν αναγνωρίσιμοι από τις μπλούζες που φόραγαν. Άλλοι μαύρες, άλλοι κίτρινες και άλλοι κόκκινες. Και ανάλογα με το χρώμα της μπλούζας είχαν και άλλο προϊστάμενο. «Μα έχουμε συνεννοηθεί με τον τάδε». «Δε ξέρω τίποτα, εμένα η τάδε είναι το αφεντικό μου». Το παραπάνω αυτούσιο αλλά και αντιστρόφως αποτελούσε χαρακτηριστικό διάλογο…

Τί σημασία έχει μια υποψία περιπτέρου ενός χορηγού για την ομαλή διεξαγωγή ενός festival; Όχι ιδιαίτερη. Είναι όμως αντιπροσωπευτική της απίστευτης και άνευ προηγουμένου ανοργανωσιάς που διέκρινε το Athens Open Air της Omicron Music. Το οποίο ως γνωστόν πραγματοποιήθηκε κατά το ήμισυ για λόγους που επισήμως ονομάζονται «τεχνικά προβλήματα». Σωστά. Αν (υποθετικά πάντα) τα συγκροτήματα που είχαν την ατυχία να παίξουν την πρώτη μέρα, ειδοποίησαν εκείνα της δεύτερης, μέσω managers και δισκογραφικών, τότε νάτο το «τεχνικό πρόβλημα».

Και μια και μιλάμε για «τεχνικά» θέματα, ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για τον ηχητικό εξοπλισμό ο οποίος στην χαμηλή ένταση ήταν αρκετά διαυγής στην απόδοσή του. Με άλλα λόγια, ο εξοπλισμός δεν ήταν κατάλληλος για ανοιχτό χώρο, διότι δεν σήκωνε μεγάλη ένταση. Αποτέλεσμα ήταν η ένταση να βρίσκεται σε επίπεδα στερεοφωνικού, και φυσικά το επιχείρημα «μα ήταν κατοικημένη περιοχή» ακυρώνεται με ένα απλό «από πότε γίνονται festivals σε τέτοιες περιοχές;»

Η περιοχή ήταν και ο λόγος φυσικά που οι Motorhead αρκέστηκαν σε μια διαδικαστική εμφάνιση, παίζοντας 70 λεπτά απλά για να βγει η υποχρέωση. Προτιμότερο ήταν να τελειώσουν μόνοι τους, παρά να πλακώσουν λόγω περασμένης ώρας (12:30) οι αστυνόμοι Θεοχάρηδες με ύφος καρδιναλίων και να αρχίσουν τα παρατράγουδα. Η κουβέντα που είχα πάντως με τον Mikkey Dee αποκάλυψε ότι έκοψαν 4 κομμάτια λόγω των δυσκολιών που αντιμετώπιζε ο Lemmy με τη άμμο. Ο κόσμος πάντως κατάευχαριστήθηκε, τουλάχιστον όσος συμμετείχε στο τεράστιο pit που στήθηκε.

Αυτό το pit ήταν το χαρακτηριστικό όλης της πρώτης μέρας η οποία ξεκίνησε με τους Haunted αντί για Circle II Circle. Βγήκαν λοιπόν οι Σουηδοί, όρμηξαν και οι Ελληνάρες (και πολύ καλά έκαναν) και ξαφνικά πνίγηκαν από ένα σύννεφο σκόνης, άμμου και χώματος. Το εν λόγω σύννεφο, αφού έκανε αισθητή τη παρουσία του στις αισθήσεις γεύσης και όρασης αλλά και στο αναπνευστικό σύστημα των παρευρισκομένων, κατευθυνόταν απτόητο προς τη σκηνή. Έσπειραν οι Σουηδοί, οφείλω να παραδεχτώ (με μεγάλη μου χαρά), αλλά αυτό που φάνηκε μόλις σηκώθηκε η άμμος ήταν μια άλλη σπορά: εκείνη των πετρών που υπήρχαν στο χώρο ανάμεσα στη σκηνή και στον ηχολήπτη.

Χαρακτηριστικό ήταν το περιστατικό πριν ακόμα αρχίσει το “festival”, όταν υπό τους ήχους των κασών κάποιου που νόμιζε ότι το soundcheck είναι μόνο ντάμπα-ντούμπα, οι προαναφερθέντες “united colors” υπεύθυνοι έπαιζαν «ψαράκια» στην επιφάνεια της θάλασσας με κοτρόνες. Προφανώς είχε δοθεί εντολή να καθαρίσει ο χώρος για την…ασφάλεια του κοινού το οποίο στο μεταξύ ξεροστάλιαζε έξω από το «χώρο διεξαξωγής» αρκετές επιπλέον ώρες.

Μπήκαν οι άνθρωποι, είδαν τους Haunted, είδαν και στη συνέχεια το tribute-band του Zak Stevens στους Savatage. Ο σκοπός που εξυπηρετούν οι Circle II Circle στη μουσική σκηνή αναζητείται ακόμα. Αναζητείται επίσης ο ηχολήπτης (τί να πρωτοκάνει και αυτός...) που περίμενε 3 κομμάτια για να ανεβάσει τον Stevens πάνω από το ταμπούρο που τρύπαγε αυτιά. Επαναλαμβάνω ότι ο ήχος γενικά δεν είχα βαβούρα, ήταν όμως κούφιος, τζούφιος και συνολικά αδύναμος...

Αδύναμος δεν φάνηκε να ήταν ο Ville Laihalla των Sentenced, ο οποίος αν και έβλεπε ρόζ ελέφαντες, οδήγησε τη μπάντα του σε μια αξιοπρεπή εμφάνιση. Τα μουσικά λάθη μπόλικα, αλλά το κέφι υπήρχε και εν τέλει ο κόσμος διασκέδασε. Αυτό και το στενάχωρο, ότι δηλαδή ο κόσμος είχε δίψα για συναυλία. Όσο για τη δίψα για νερό, τα μπουκάλια που ήταν στοιβαγμένα κάτω από τον ήλιο πριν τη συναυλία, φάνηκαν ιδιαίτερα ύποπτα…

Τί έγινε στη συνέχεια; Α, απλά δεν εμφανίστηκαν οι Dimmu Borgir οι οποίοι αφού περίμεναν με τις ώρες στο ξενοδοχείο, αντιλήφθηκαν ότι θα έχαναν την πτήση για...Ozzfest οπότε την κοπάνησαν (σύμφωνα με τα λεγόμενα ενός drummer που έπαιξε το ίδιο βράδυ) και καλά έκαναν. Ανεξάρτητα από τα γούστα του καθενός (προσωπικά ανακουφίστηκα κατά βάθος), το γεγονός αντιμετωπίζεται από όλους ως απαράδεκτο. Φυσικά οι ανακοινώσεις από τα μεγάφωνα για το θέμα ήταν συνεχείς και σαφείς…

Στο μεταξύ μιλώντας με τον διευθυντή γνωστού metal εντύπου, αντιλήφθηκα ότι και άλλοι μοιράζονταν το ίδιο με εμένα: έμεναν λίγα λεπτά πριν βγουν οι Motorhead, και δεν υπήρχε πλέον όρεξη από κανέναν να πάει κοντά στη σκηνή να χειροκροτήσει τέλος πάντων. Εν τέλει πήγα, είδα τον Lemmy, είδα τον headbanging-drummer Mikkey Dee, έπαιξα λίγο ξύλο (το οποίο πάντα χαίρομαι), έφαγα άμμο (το οποίο ουδέποτε χαιρόμουν) και μετά από μία ώρα αποχώρησα περπατώντας στην ακτή, πλατσουρίζοντας στα νερά και γελώντας από μέσα μου…

Στο γυρισμό, το γέλιο έγινε γκρίνια και αυτοκριτική, όχι γιατί η συναυλία ήταν κωμικοτραγική αλλά για 3 λόγους:
1) Διότι δεν ελέγχονται τουλάχιστον επιφανειακά από δημοσιογράφους διοργανώτριες εταιρείες όπως η Omicron Music στην προκειμένη περίπτωση.
2) Διότι δεν ψυλλιαστήκαμε τίποτα και δεν πήγαμε 1-2 μέρες πριν να δούμε την «Πλαζ Αλίμου» η οποία ήταν χωρίς σκηνή μέχρι τη Δευτέρα 5 Ιουλίου το πρωί.
3) Διότι όπως και σε κάθε ακύρωση festival/συναυλίας, η μεγαλύτερη ζημιά είναι η αμαύρωση της εικόνας της χώρας μας προς τα έξω και η ταύτιση του εκάστοτε Έλληνα οργανωτή με απατεώνα δυστυχώς για όλους μας.

Το αν το τελευταίο είναι αλήθεια ή ψέμα είναι δύσκολο εώς αδύνατο να τεκμηριωθεί και λάθος να γενικευτεί. Η κρίση του καθενός είναι αρκετή για τα όσα έπραξε η Omicron Music που από club-ακια των 1000 ατόμων, «ανοίχτηκε» σε διήμερο festival. Και η καχυποψία από δω και στο εξής εκ μέρους (τουλάχιστον) των δημοσιογράφων, απαραίτητη…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured