Αν υπήρχε στη metal μουσική ειδική κατηγορία με όνομα "μουσικές ιδιοφυΐες", ο DEVIN TOWNSEND θα είχε σίγουρα μια εξέχουσα θέση ανάμεσα σε τόσα άλλα μεγάλα ονόματα. Μέτα λοιπόν από 2 χρόνια από τα “Addicted” και “Ki”, η δισκογραφία του Καναδού αποκτά άλλα δυο μέλη, με ονόματα “Deconstruction” και “Ghost”. Αν και είναι δυο διαφορετικοί δίσκοι, το καλύτερο είναι να τους συμπεριφέρεται ο ακροατής ως ένα, καθώς στα αυτιά μας είναι σίγουρα το ένα συνεχεία του άλλου, όπως έγινε και με τους προηγούμενους δίσκους της σειράς, αν και τώρα μάλλον έχουν ξεχωρίσει οι ήχοι και το ύφος του κάθε δίσκου.
Ξεκινώντας λοιπόν την ακρόαση με το “Deconstruction”, ακούμε κάτι εντελώς διαφορετικό από το προηγούμενο "σκληρό", “Addicted” και χωρίς κομμάτια να επαναλαμβάνονται από παλιότερους δίσκους, καθώς έχουμε φρέσκες από την μια ιδέες, γεμάτες με μελωδίες, ορχηστικά background και φυσικά ατελείωτη παράνοια. Από την άλλη μεριά το STRAPPING YOUNG LAD ύφος είναι διάχυτο σε όλο το φάσμα του δίσκου και ο συνδυασμός όλων μαζί μας δίνει ένα επικό - διαστημικό - υπερφυσικό - heavydevy αποτέλεσμα, που μόνο με τον αξιαγάπητο Ziltoid συγκρίνεται. Ένα άλλο όμορφο αυτού του δίσκου είναι το ότι σε διάφορα σημεία ακούμε τις φωνές των Ιhsahn (Εmperor), Joseph Duplantier (Gojira), Mikael Akerfeldt (Opeth) και πολλών άλλων, κάτι που γεμίζει ακόμα περισσότερο τα δυναμικά σημεία και γυρίσματα του δίσκου. Αυτά όμως δεν είναι τα μόνα που ξεχωρίζουν στον δίσκο. Φαίνεται ότι ο Devin ωρίμασε ελαφρώς και αυτό έχει φυσικά αντίκτυπο στην μουσική, όχι μόνο του “Deconstruction”, αλλά και του “Ghost”, όπου και ακούμε μια άλλη πτυχή του μυαλού του.
Μια ηρεμία και γαλήνη κυριεύει το φάντασμα των βουνών του, σαν νερό που ρέει ανάμεσα στα δέντρα, σαν κύμα που χτυπάει απαλά στην ακτή και ένας άνεμος να παίζει μια ασταμάτητη μελωδία. Μια ακούραστη σκέψη, πότε γλυκιά και πότε νοσταλγική, χτίζεται όσο περνούν τα λεπτά των κομματιών και αν κλείσεις τα μάτια σε ταξιδεύει εκεί οπού δεν μπορεί να φτάσει το ανθρώπινο χέρι. Παράνοια και γαλήνη, βαρβαρότητα και ηρεμία, ασχημία και ομορφιά, φύση και παράφυση, ότι και να ήθελε να πει ο Townsend, το έδωσε ακριβώς όπως πρέπει, ακριβώς όπως μπορεί να είναι μέσα σε ένα όχι και τόσο παρανοϊκό μυαλό.