Είναι Τετάρτη βράδυ, η τελευταία μέρα του Ιούνη. Ξεκινώντας για τον Βύρωνα, βαριά σύννεφα βρίσκονται στον αττικό ουρανό, έτοιμα να ρίξουν τη βροχή τους.  Ήδη στο ραδιόφωνο ανακοινώνεται η αναβολή της συναυλίας του Δεληβοριά, στην άλλη μεριά της Αθήνας και οι προβλέψεις για τον καιρό δεν φαίνονται ευοίωνες.  Φτάνοντας στους πρόποδες του θεάτρου Βράχων, η ατέλειωτη ουρά από αυτοκίνητα σε προϊδεάζει ότι η πρώτη συναυλία της Χάρις Αλεξίου και της Μάρθας Φριντζήλα στο κλεινόν άστυ θα έχει πολύ, μα πολύ κόσμο. Μπαίνοντας στο θέατρο αντίκριζες ένα χαλί από γκρι πλαστικές καρέκλες και μια λαοθάλασσα από τουλάχιστον 5000 ανθρώπους να κάθεται πάνω σε αυτές. Τελικά για «χάρη» της Χάρις, τα απειλητικά σύννεφα πάνω από το κεφάλια μας εξανεμίστηκαν, σε χρόνο απροσδιόριστο.

H Χαρούλα βγαίνει στη σκηνή. «Ποια πατρίδα σε νιώθει και ποια σε χρειάζεται» τραγουδά –και όλοι λίγο-πολύ καταλαβαίνουμε ότι η επιλογή του εναρκτήριου τραγουδιού δεν είναι καθόλου τυχαία. Φωνάζει κατόπιν τη Φριντζήλα επί σκηνής και μας υποδέχεται κι αυτή με το παραδοσιακό “Έχε Γεια, Παναγιά” (ή “Πάντα Γεια”), δίνοντας τις κατευθυντήριες γραμμές για το πώς θα κινηθεί το playlist της συναυλίας –επιμελημένο από τη Λίνα Νικολακοπούλου.

Η Αλεξίου σκανάρει γι άλλη μία φορά το τεράστιο ρεπερτόριό της και στέκεται σε κλασικές στιγμές της, ερμηνεύοντας τραγούδια τα οποία έχουν πια εγγραφεί βαθιά στη μνήμη του σύγχρονου και –δυστυχώς τον τελευταίο καιρό– ψυχολογικά κουρασμένου Έλληνα. Και κάνω νύξη για την επιβαρημένη ψυχολογία του κόσμου, διότι για πρώτη φορά τα τραγούδια που επέλεξε η Χαρούλα να πει ακούστηκαν πιο κοινωνικά και πιο πολιτικά από ποτέ. Επηρεασμένη από την οικονομική κρίση (το ’λεγε και το ξανάλεγε σε κάθε ευκαιρία) η ερμηνεύτρια είπε τραγούδια του Λοΐζου, του Μικρούτσικου και της Νικολακοπούλου κι αυτή τη φορά δεν ακούστηκαν στα αυτιά του κόσμου ως επιτυχίες μιας περασμένης –και ίσως ξεπερασμένης– εποχής, αλλά ως τραγούδια άκρως επίκαιρα και κοινωνικώς εύστοχα. Η “Πατρίδα”, η οποία ακούστηκε ως εναρκτήριο λάκτισμα, ο “Έλληνας” με «το έλα αγάπη μου έλα, να κάνουμε έναν Έλληνα ακόμα», το “Τίποτα Δεν Πάει Χαμένο” του Λοΐζου,  και η φράση από την “Ελένη” «να πεθαίνεις για την Ελλάδα είναι άλλο και άλλο εκείνη να σε πεθαίνει», έκλειναν συνεχώς το μάτι στους θεατές.

Τραγούδια πάλι, όπως  η “Ζήλεια”, το “Φτάνει Φτάνει”, το “Εξαρτάται”, η “Πανσέληνος”, το “Όλα Σε Θυμίζουν”, το “Όλες Του Κόσμου Οι Κυριακές” και κομμάτια από το τελευταίο CD της Χαρούλας διασκέδασαν ως είθισται, ικανοποιώντας όλον αυτό τον κόσμο, που την κοιτάζει μέσα στα μάτια με σχεδόν αρρωστημένη λατρεία. Έφηβοι επαναστάτες, μεσήλικες οικογενειάρχες, μικρά παιδιά δημοτικού, παππούδες, αριστεροί, φλώροι, γιάπηδες, κουλτουριάρηδες ήταν όλοι στον Βύρωνα για να την αποθεώσουν και να υποδείξουν, για άλλη μία φορά, ότι αυτή η γυναίκα μετά από σαράντα χρόνια –τι κι αν παλεύει με τη φθορά και εντέλει με την εικόνα του κατεστημένου της;– μπορεί και μαγεύει ακόμα.

Στο ενδιάμεσο των δύο προγραμμάτων της Χαρούλας, εμφανίζεται η Μάρθα Φριντζήλα. Ξεκινώντας το τραγούδι καταλαβαίνεις γιατί την επέλεξε η Αλεξίου για «παρέα» στις φετινές συναυλίες της. Η γυναίκα αυτή πετάει στα παραδοσιακά που επιλέγει να ερμηνεύσει, κάνει μια γύρα από τα έντεχνά της και κλείνει με το “Ένα Τραγούδι Πες Μου Ακόμα” της Ρίτας Σακελαρίου, βάζοντας υποψηφιότητα για μία από τις καλύτερες στιγμές της βραδιάς. Αν και λίγο σφιγμένη και συγκρατημένη επί σκηνής –δεν μας έχει συνηθίσει έτσι– η πολυπράγμων καλλιτέχνης άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις. Στα συν της βραδιάς ο μουσικός διάλογος των δύο κυριών με το “Δεν Μπορώ Μανούλα μ’” η μία και με το “Ντοκτόρ” η άλλη.

Με αυτά και με εκείνα ανοίγει μια μεγάλη παρένθεση στη βραδιά με το που κατέφθασε επί σκηνής ο Λάκης (και δεν εννοώ τον γλυκούλη). Τα πράγματα άλλαξαν άρδην. Η Χαρούλα συγκινήθηκε πολλάκις με την παρουσία του Λάκη Λαζόπουλου κι εκείνος, γεμάτος από επίσης βαρύγδουπη συγκίνηση, έκανε το φινάλε του προγράμματός του προς τέρψιν των τηλεθεατών του. Κάπως έτσι η συναυλία μετατράπηκε σε τηλεοπτικό προϊόν πασπαλισμένο με αρκετές δόσεις λαϊκίστικων λεκτικών εξάρσεων και αυθόρμητων –μα καθόλου ενδιαφέροντων για εμάς– χαριεντισμών. Η Μάρθα Φριντζήλα σαν να ένιωθε λίγο έξω από τα νερά της με όλη αυτή τη ναρκισσιστική έκρηξη αγάπης μεταξύ των δύο stars. Νομίζω πως αποστασιοποιήθηκε εμφανώς.

Ευτυχώς προς το τέλος η Αλεξίου είπε εξαιρετικά έναν Καζαντζίδη και μας αποζημίωσε, ενώ η Φριντζήλα έκανε encore ξανά με το “Έχε Γεια Παναγιά” που της πήγαινε πολύ. Στο κλείσιμο, το μεγαλειώδες “Δι Ευχών” (κοίτα που κι αυτό λόγω ΔΝΤ ακουγόταν με διαφορετικό νόημα…), έκανε να ξεχαστεί γρήγορα η εμβόλιμη τηλεοπτική έφοδος του Λαζόπουλου. Τα κορίτσια της συναυλίας είπαν ό,τι έχουν προβάρει και άλλα πολλά τραγούδια και θα τα πουν στην, ανά την Ελλάδα, περιοδεία τους, η οποία ακολουθεί. Περιμένουμε ακόμα περισσότερα…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured