Αυτή η πρώτη κυκλοφορία απ'τους Audioslave, είναι σίγουρα απ'αυτές που λέμε οτι έρχονται, με τις καλύτερες συστάσεις. Βασικά, πρόκειται για τους Rage Against The Machine, με τα φωνητικά να τα έχει αναλάβει εδώ, κανείς λιγότερο από τον πρώην τραγουδιστή των Soundgarden, δηλαδή τον Chris Cornell. Με άλλα λόγια, ένα απ'τα καλύτερα σκληρά σχήματα της δεκαετίας που πέρασε, μαζί με μια αδιαμφισβήτητα αναγνωρισμένη rock φωνή. Με την παραγωγή να έχει αναληφθεί από τον Rick Rubin και το εξώφυλλο στα χέρια του designer των Pink Floyd, λυπάμαι αλλά δεν μπορώ να αποφύγω την λέξη supergroup.

Το θέμα είναι όμως ότι, όταν έχεις στις πλάτες σου συγκροτήματα αιχμής, όπως οι Rage Against The Machine και οι Soundgarden, τότε η καινούργια δουλειά σου δεν είναι και τόσο απλή υπόθεση. Μιλάω για την γνωστή παγίδα του rock'n'roll. Αν πέσεις μέσα κινδυνεύεις να γίνεις ένας rock δεινόσαυρος (οπότε καλύτερα θα'ταν να πείς στο κοινό σου Adios Amigos, όπως έκαναν οι Ramones). Αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση, νομίζω ότι είναι νωρίς ακόμα να μιλήσουμε για rock δεινόσαυρους. Οι τέσσερις μουσικοί εδώ, ξεφεύγουν απ'αυτή την παγίδα, παίζοντας αυτό που ξέρουν να παίζουν, με τον καλύτερο τρόπο.

Ο δίσκος λοιπόν, κατά την καλύτερη Rage Against The Machine παράδοση, κλωτσάει -είναι αλήθεια- σαν ταύρος μέσα σε υαλοπωλείο. Ο Tom Morello στις κιθάρες και οι Commerford και Wilk, στο μπάσο και τα ντράμς, αποτελούν ένα απ'τα πιο δεμένα σύνολα στο χώρο του σκληρού rock. Μαζί και οι τρεις είναι ένα πακέτο έντασης, ρυθμού και μερικών εκ των καλύτερων riffs της συλλογής και σχολής συγκροτημάτων όπως οι AC/DC, οι Sabbath και οι Zeppelin.

Αυτή η καινούργια δουλειά τους δεν έχει να ζηλέψει τίποτα απ'τις καλύτερες στιγμές που είχαν με τους RATM. Έχουν χάσει ίσως τα rap ξεσπάσματα που είχαν με τον Zack De La Rocha στα μικρόφωνα, αλλά έχουν αποκτήσει πλέον μια πιο κλασσική hard rock συμπεριφορά.

Ο Chris Cornell στα φωνητικά, είναι όπως θα ξέρετε όλοι σας, ένας απ'τους καλύτερους στην πιάτσα. Οι μουσικοί με τους οποίους τραγουδάει τώρα, δεν παίζουν το αργό βαρύ ψυχεδελικό rock των Soundgarden. Μέσα σ'αυτό το καινούργιο πακέτο ρυθμού και riffs λοιπόν, δείχνει να είναι πιο ώριμος και εστιασμένος, αποφεύγοντας να ξεφεύγει τώρα πια, σε μερικά άσκοπα ίσως ξελαρυγγιάσματα, που του επιτρέπει η φωνή του.

Για τα τραγούδια τώρα, ο δίσκος είναι γεμάτος με δυναμίτες που απόλαυσα να ακούω ξανά και ξανά. Το "Exploder" για παράδειγμα, έχει στο προσκήνιο αυτή τη funk ηχητική τρομοκρατία για την οποία φημίζονται οι Morello και Copperford και που με απλά λόγια, σε κολλάει στον τοίχο. Ή το "Bring 'Em Back Alive", με τα αργόσυρτα Sabbathικά riffs του και το "Shadow Of The Sun", με τον Cornell στα φωνητικά να δίνει ρέστα και να μου θυμίζει, γιατί κάποτε ο Χάρης Καραολίδης στο Metal Hammer, κραύγαζε ασταμάτητα ότι η γενιά μας είχε βρεί τους δικούς της Led Zeppelin. Τα περισσότερα τραγούδια εδώ είναι αντάξια της φήμης των μουσικών που τα παίζουν. Το υπέροχο "Show Me How To Live" είναι μια έκρηξη που θα μπορούσε άνετα να'ταν βγαλμένη μέσα απ'το "Load" των Metallica.

Σ'αυτό που ο δίσκος υποφέρει είναι οι αργές στιγμές του. Εκτός από κάποιες αξιόλογες power rock μπαλλάντες, όπως το "I Am The Highway", υπάρχουν και δύο τρία αδιάφορα πεντάλεπτα παράπονα, που ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τι θέση έχουν δίπλα σε δυναμίτες όπως το "Cochise" ή το "Gasoline". Συγκεκριμένα, τα δύο κομμάτια που κλείνουν τον δίσκο, θα μπορούσαν πραγματικά να λείπουν χαρίζοντας στο σύνολο, αυτή τη δύναμη και τη συνοχή που έχουν οι καλύτεροι rock δίσκοι.

Πέρα απ'αυτό πάντως, για να καταλήξω, ο δίσκος είναι απ'αυτούς που σε κάνουν να τους ακούς ξανά και ξανά. Ο συνδυασμός RATM/Cornell πετυχαίνει και μας δίνει μερικές απ'τις καλύτερες σκληρές στιγμές που ακούσαμε τελευταία. Δεν ξέρω πόσο θα καθίσουν μαζί, γιατί συνήθως τέτοια all star σχήματα έχουν την τάση να διαλύονται γρήγορα. Πάντως ότι και αν γίνει, τελικά αυτή η συνεργασία αξίζει σίγουρα τον κόπο.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured