Ένας πολυτάλαντος καλλιτέχνης, ο Γρηγόρης Σεμιτέκολο, στην προσπάθειά του να ξεφύγει απ` τον σύγχρονο πολύβουο κόσμο κι επιθυμώντας να ξανανιώσει την παιδική αθωότητα, δραπετεύει στη Σάμο. Μια κοπέλα θα τον ξεναγήσει στο νησί και θα τον φέρει σε επαφή με τους ανθρώπους του λιμανιού στο Καρλόβασι, προκειμένου να στήσει ένα ολιγόλεπτο χάπενινγκ. Το χάπενινγκ παρακολουθεί αρκετός κόσμος, και δημιουργείται μια ανεπανάληπτη και πρωτογενής επικοινωνία.
Ο Οδυσσέας είναι ένας μεσοαστός, παντρεμένος με δύο παιδιά. Μια μέρα του καλοκαιριού, κι ενώ η υπόλοιπη οικογένεια λείπει διακοπές, αυτός πηγαίνει στη δουλειά και του ανακοινώνεται η απόλυσή του.
Ο Αϊ - Στράτης έγινε γνωστός στην ελληνική κοινωνία ως συνώνυμο της εξορίας. Ενα νησί «ριγμένο στο πέλαγο», δεκάδες μίλια από τις πλησιέστερες κατοικημένες περιοχές, ήταν ένας ιδανικός τόπος απομόνωσης.
Αυθ. Τίτλος: Τόποι πολιτικής εξορίας και ιστορικής μνήμης: Αϊ-Στράτης
Με την πανώλη να λυμαίνεται τους κατοίκους της πόλης της Τοσκάνης, μια ομάδα νεαρών ανδρών και γυναικών καταφεύγει σε μια απομακρυσμένη βίλα στους λόφους που περιβάλλουν τη Φλωρεντία. Εκεί, ζώντας ως κοινότητα, αποφασίζουν να πουν ο ένας στον άλλον από μία ιστορία την ημέρα ώστε να ξεφύγουν από τη δυσάρεστη κατάσταση που τους περιβάλλει.
Η ταινία διαδραματίζεται μέσα σε μια νύχτα, στην επαρχία Σλαβονία της ανατολικής Κροατίας και αποτελείται από τρεις αλληλένδετες ιστορίες, οι οποίες αποκαλύπτουν το δράμα μιας ένοχης συνείδησης. Η Μιριάνα αφήνει το ακινητοποιημένο όχημά της και περπατά σε έναν σκοτεινό, έρημο δρόμο.
Ο Balaram και ο Nimai είναι δύο φύλακες του σιδηροδρομικού σταθμού που στον ελεύθερό τους χρόνο, τους αρέσει να παίζουν φιλικούς αγώνες πυγμαχίας. Όταν ο Balaram παντρεύεται την Uttara, η σχέση μεταξύ των δύο παλαιστών αλλάζει. Οι άλλοτε φιλικοί αγώνες γίνονται πιο σοβαροί και βίαιοι, καθώς η ζήλεια τους τυφλώνει τόσο πολύ, ώστε δεν μπορούν καν να αντιδράσουν στα γεγονότα που συμβαίνουν γύρω τους.
«Γεννήθηκες Τετάρτη, και τα παιδιά της Τετάρτης μπορούν να τα καταφέρουν σε ό,τι θελήσουν», αυτά είναι τα έσχατα λόγια που κράτησε η Μάγια από τη μητέρα της, πριν αυτή την εγκαταλείψει όταν ήταν ακόμα παιδί.
Ο Κόστι ζει μια ήσυχη ζωή. Τις νύχτες τού αρέσει να διαβάζει ιστορίες στον εξάχρονο γιο του για να τον πάρει ο ύπνος. Ο αγαπημένος τους είναι ο Ρομπέν των Δασών. Ο Κόστι πιστεύει πως είναι κάτι σαν τον ήρωα της ιστορίας αυτής – κάποιος που διορθώνει τα προβλήματα και υπερασπίζεται τους καταπιεσμένους.
Το Κόσσοβο και η Μετίχιτσα έχουν κατακλυσθεί από αλβανόφωνους πληθυσμούς. Αλλά υπάρχουν ακόμα σερβικές κοινότητες και η μεταξύ τους τάξη είναι δυνατή μονάχα με την αρωγή του ΟΗΕ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι Σέρβοι αισθάνονται απομονωμένοι και δίχως ελευθερία, σαν να ζουν σε ένα περιορισμένου χώρου γκέτο.
Οι πρωταγωνιστές της ταινίας είναι τα δύο παιδιά της πληθωρικής και εκκεντρικής οικογένειας των Έκνταλ σε μια σουηδική πόλη στις αρχές του εικοστού αιώνα. Οι γονείς τους, Όσκαρ και Έμιλυ, είναι αντίστοιχα ο σκηνοθέτης και η πρωταγωνίστρια της τοπικής θεατρικής σκηνής. Μετά τον πρόωρο θάνατο του πατέρα τους, η χήρα του παντρεύεται τον επίσκοπο της πόλης και μετακομίζουν στο αυστηρό και γεμάτο απαγορεύσεις σπίτι του, όπου τα παιδιά νιώθουν αμέσως δυστυχισμένα.
Το καλοκαίρι έχει μόλις αρχίσει. Σε ένα απομονωμένο χωριό της Τουρκίας, πέντε αδερφές γυρνούν από το σχολείο και παίζουν αθώα με τους συμμαθητές τους. Η υποτιθέμενη ανηθικότητα των παιχνιδιών τους, στα μάτια των ενηλίκων προκαλεί σκάνδαλο με απρόβλεπτες συνέπειες.