Βιεννέζος που ακούει στο τυπικό αυστρογερμανικό όνομα Klaus και πρώην δικηγόρος πνευματικών δικαιωμάτων που παράτησε τη νομική επιστήμη για τη μουσική, την οποία είχε παρατήσει για τη νομική επιστήμη, όταν σε ηλικία 15 ετών κατάφερε να καταστρέψει ένα πιάνο Bechstein μαστορεύοντάς το.

Αυτό το προφίλ κρύβεται πίσω από τη μουσική του Waldeck (προφέρεται Βάλντεκ), που για πολλούς είναι οι Waldeck, καθώς ο Klaus περιστοιχίζεται εδώ και χρόνια από έναν σταθερό πυρήνα μουσικών/συνεργατών. Μουσική την οποία το ελληνικό κοινό αγαπάει διακριτικά πλην χαρούμενα εδώ και περίπου μια δεκαετία –κυρίως λόγω του εξαιρετικά επιτυχημένου Ballroom Stories (2007), που έσπασε το φράγμα της ασημίας για τον Αυστριακό δημιουργό και την παρέα του.

Σε ασφαλή απόσταση 9 ετών από τις εμπορικές και ραδιοφωνικές επιτυχίες εκείνου του δίσκου, το Gran Paradiso έχει (ή τουλάχιστον προσπαθεί) να αφηγηθεί μια εντελώς διαφορετική ιστορία.  Επιχειρώντας για πρώτη φορά το χτίσιμο ενός concept album με σκηνικό τα spaghetti western και «μούσα» τον Ennio Morricone, ο Waldeck στήνει ένα electro lounge σαλούν, στο μηχανικό πιάνο του οποίου εγγράφει τις καινούριες του συνθέσεις, με τις μισές να επενδύονται με τη φωνή της la Heidi.

H εναρκτήρια (βραχεία) σερενάτα λειτουργεί αξιοπρεπώς εισαγωγικά για το “Sha-Lala-La”, στο οποίο και μας συστήνεται η γυναικεία παρουσία του δίσκου. Στο άνοιγμα του “Rio Grande”, πάλι, σε ψαρώνει στιγμιαία το echo της φυσαρμόνικας, που στη συνέχεια χαρίζεται όμως σε ένα χαριτωμένο μεν, πολυπαιγμένο δε swing, πριν λυθεί –με αρκετά ευφάνταστο τρόπο– σε μελωδίες που χάνονται στα πρώτα μαθήματα πιάνου (όσων πήραν μαθήματα πιάνου). Περίπου στη μέση του δίσκου δεσπόζει το αισθαντικό “Una Promesa”, ένα χρισμένο ραδιοφωνικό hit, με μια γλυκιά, γοητευτικά παλιομοδίτικη αισθητική, την οποία επικουρεί η ολίγον από Patty Bravo ερμηνεία της Heidi. Από εκεί και πέρα, το άλμπουμ κυλάει στο ίδιο μοτίβο, μεταξύ Φαρ Ουέστ και νεοϋορκέζικου jazz club, μοναχικού καουμπόι και Ιταλοαμερικάνας τραγουδίστριας, πνευστών του Νότου και Δυτικής κιθάρας.

Πρόκειται για έναν δίσκο καθαρό, με αξιόλογη παραγωγή, ταμάμ για τους μεγάκυκλους των κομψών αυτοκινήτων και τις easy listening καταστάσεις μας. Ωστόσο ο φόρος τιμής που αποτίει στο μαγικό κεφάλαιο του κινηματογράφου που ξέρουμε ως «spaghetti western», δεν αρκεί για να τον ξεχωρίσει από τις υπόλοιπες σταγόνες στον ωκεανό της γλυκανάλατα ήπιας ατμόσφαιρας που έχει κατακλύσει πολλά από τα «εναλλακτικά» μας ραδιόφωνα και στέκια. Ακούγεται ευχάριστα το Gran Paradiso, δείχνει όμως να ακολουθεί πιστά τη ρετρό μόδα της τελευταίας δεκαετίας. Και όπως θριαμβευτικά έχει αποδείξει η ιστορία, ανά δεκαετία η μόδα αλλάζει και όσοι το αντιλαμβάνονται πρώτοι, καρπώνονται και τα εύσημα του «πρωτοπόρου».

{youtube}KlVT76jHvhw{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured