Ο προ 2,5 ετών θάνατος του Jeff Hanneman αποτέλεσε τεράστιο χτύπημα για τους Slayer και, όπως ήταν απολύτως λογικό, έθεσε την ύπαρξη των θρύλων του thrash εν αμφιβόλω. Οι φωνές όμως που τους ήθελαν να βάζουν τελεία στην πολύχρονη πορεία τους σίγασαν όταν ήρθε η ανακοίνωση για τη δημιουργία ενός καινούργιου άλμπουμ. Ως εκ τούτου, ο 11ος δίσκος των Σφαγέων (δεν λαμβάνω υπόψη μου το Undisputed Attitude του 1996) κατέστη αυτόματα ένας από τους κομβικότερους της καριέρας τους, μιας και είχε να αντιμετωπίσει –και να υπερνικήσει– τον σκεπτικισμό όσων στήριξαν διαχρονικά τη μπάντα, αλλά και όλων εκείνων των πικρόχολων που την περίμεναν πάντα στη γωνία. Από τη στιγμή έτσι της γέννησής του, το Repentless είχε το βαρύ φορτίο να απαντήσει προς άπαντες, υπερθεματίζοντας για την ανάγκη ύπαρξής του...

Με τον χαμό του Hanneman, ήταν αυτονόητο πως το βάρος του συνθετικού κομματιού θα το επωμιζόταν ο Kerry King. Αν και ζόρικη η αποστολή, ο «καράφλας» δεν πτοήθηκε. Στρώθηκε λοιπόν και έγραψε 11 κομμάτια, τα οποία –μαζί με το ημιτελές "Piano Wire" που άφησε πίσω του ο μακαρίτης– αποτέλεσαν τον καμβά για τον διάδοχο του World Painted Blood (2009), που υφολογικά όμως βρέθηκε τελικά πιο κοντά στο God Hates Us All του 2001. Η έναρξη γίνεται με το από καιρού γνωστό ομώνυμο τραγούδι και ο δίσκος γρήγορα αποδεικνύει ότι δεν κρύβει εκπλήξεις.

Τα κομμάτια είναι αρκετά δουλεμένα και άριστα εκτελεσμένα, χωρίς να λείπουν ούτε τα γνωστά γκάζια των Slayer, ούτε το groove, ούτε τα leads με τις κιθάρες που στριγγλίζουν, ούτε τα γνωστά «πικρά» riffs τους. Το μεγάλο κενό του Hanneman καλείται να το καλύψει ο Gary Holt των Exodus (περιοδεύει από το 2011 με τη μπάντα), ο οποίος έκανε εξαιρετική δουλειά, κυρίως στα σόλο, μιας και δεν συνέβαλε συνθετικά στο κυρίως χτίσιμο των τραγουδιών. Το έτερο κενό που δημιουργήθηκε από τη δεύτερη (επίσημη) φυγή του Lombardo το κάλυψε ο μοναδικός άνθρωπος που θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο: ο γνωστός και μη εξαιρετέος Paul Bostaph, του οποίου η δουλειά είναι, όπως πάντα, απέρριτη. Αίσθηση προκαλούν επίσης οι ερμηνείες του Araya, ο οποίος βγάζει τρομερή ένταση και ενέργεια, πράγμα που λειτουργεί υπέρ του Repentless.

Δεν τρέφω αυταπάτες, ωστόσο... Οι εποχές που οι Slayer δημιουργούσαν  δίσκους σαν τα Reign In Blood (1986) ή Seasons In The Abyss (1988) έχουν περάσει, ανεπιστρεπτί. Πλέον δεν είναι καν ζητούμενο για αυτούς, άλλωστε. Έχοντας δε στο πίσω μέρος του μυαλού μας πόσο μεγάλο ήταν το πλήγμα του θανάτου του Hanneman, νιώθω πως το Repentless καταφέρνει να κερδίσει το στοίχημα. Χωρίς να αποτελεί highlight στη δισκογραφία των Αμερικανών, είναι ένας στιβαρός και καλός δίσκος, που αξίζει να φέρει το όνομά τους και το λογότυπό τους. Αν μη τι άλλο, κυλάει κρατώντας ψηλά το ενδιαφέρον του ακροατή.

{youtube}yjb0j9l1sz4{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured