Έχουν περάσει σχεδόν 3 χρόνια από το προηγούμενο στούντιο άλμπουμ των Porcupine Tree, το αξιόλογο "Lightbulb Sun" (παρεμβλήθηκε το άλμπουμ "Recordings", που όμως περιείχε δεύτερες πλευρές και ακυκλοφόρητα κομμάτια από τα sessions εκείνου του δίσκου, καθώς και το "Metanoia" που απαρτιζόταν από εναλλακτικές εκτελέσεις σε παλιότερο υλικό), και υπεύθυνο για την καθυστέρηση έκδοσης υλικού απ' την πλευρά του παραγωγικότατου κυρίου Steven Wilson και της παρέας του θα πρέπει μάλλον να θεωρήσουμε το γεγονός της αλλαγής εταιρίας -πιθανόν και της αντικατάστασης του ντράμερ τους Chris Maitland από τον εξίσου φλύαρο στο παίξιμο Gavin Harrison.

Πέρα από τούτα εδώ τα συμβάντα στο στρατόπεδο του συγκροτήματος, δεν έχουμε κάτι το αξιοσημείωτο να πούμε σαν αλλαγή στο γενικότερο ύφος της μουσικής του. Την παραγωγή στο "In Absentia" επιμελείται και πάλι μόνος του ο Steven Wilson ενώ τις ενορχηστρώσεις έχει επιμεληθεί για μια ακόμη φορά ο Dave Gregory των XTC. Μοναδική διαφορά είναι το ότι ο δίσκος είναι βασικά ηχογραφημένος στις ΗΠΑ, προσπαθώντας μάλλον να αιχμαλωτίσει την ατμόσφαιρα και τον ήχο που δυνητικά θα προκαλέσει το ενδιαφέρον του εκεί ακροατηρίου, ενός ακροατηρίου που ασφαλώς όλοι θέλουν να κεντρίσουν για να εξασφαλίσουν μια καλύτερη και αποδοτικότερη καριέρα για την μπάντα τους. Ούτως ή άλλως, η Ευρώπη είναι μια εξασφαλισμένη αγορά για τους Porcupine Tree, που εμπιστεύεται το ταλέντο τους και τους καλεί επανειλημμένα για περιοδείες -η χώρα μας είναι το πιο απτό παράδειγμα.

Υπάρχουν πολλοί οπαδοί των Porcupine Tree βέβαια που θεωρούν ότι τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα που μας έδωσαν βρίσκονται συγκεντρωμένα στους δίσκους που έβγαλαν στην ετικέτα Delerium, αναμφίβολα πάντως ψήγματα της μουσικής ιδιοφυίας του Wilson (και των συνεργατών του) συναντιόνται σε όλους τους δίσκους, και το "In Absentia" δεν αποτελεί εξαίρεση. Απλά, τα ευρύτατα ηχητικά του ενδιαφέροντα μπαίνουν όλα μαζί στα κομμάτια του και το αποτέλεσμα μπορεί να είναι από συναρπαστικό μέχρι θεαματικά βαρετό, να πλατειάζει και να φέρνει στο νου τις μαύρες ημέρες του progressive rock.

Δίπλα λοιπόν σε εξαιρετικές ποπ στιγμές όπως το εναρκτήριο "Blackest Eyes" μα και μαγευτικές μπαλάντες σαν το "Collapse The Light Into Earth" που κλείνει το άλμπουμ σαν να το τυλίγει μέσα σ' ένα όνειρο, θα συναντήσετε ουκ ολίγα φλερτ με τον βαρύ μεταλλικό ήχο - στη λίστα του με τις ευχαριστίες μάλιστα, ο Wilson ευχαριστεί τους Σουηδούς μεταλλάδες Opeth, των οποίων έχει κάνει κάμποσες φορές την παραγωγή, καθώς και τους "άλλους metal Θεούς" Meshuggah, όπως ο ίδιος αναφέρει -με αποκορύφωμα το κομμάτι "Strip The Soul" όπου πολιορκεί άγρια ένα ήχο που θα χαρακτηρίζαμε σαν μια τομή ανάμεσα στους Nine Inch Nails και τους Metallica. Στο cd μάλιστα θα βρείτε και το clip που συνοδεύει το παραπάνω κομμάτι, με splatter αισθητική και θεματολογία για τους οπαδούς του αίματος.

Δεν παραλείπουν ακόμη να κάνουν μια επίσκεψη σε μουσικά στυλ όπως η φολκ ή και η electronica με τις dub γραμμές του μπάσου, όλα δηλαδή τα πράγματα που έχουν καθορίσει τον ήχο των Porcupine Tree όλα αυτά τα χρόνια. Απ' την άποψη αυτή, δεν προσφέρουν κάτι καινούργιο μα ανακυκλώνουν τους ίδιους τους τους εαυτούς. Έτσι, εκεί που θεωρήσαμε ότι αυτή τη φορά έγραψαν το απόλυτο κατηγορώ στην σημερινή κατάσταση της ροκ και όχι μόνο μουσικής με το "The Sound Of Muzak" (οι στίχοι του είναι καυστικοί σαν βιτριόλι: " Άκουσε τον ήχο της μουσικής / που σβήνει στους διαδρόμους / Πρόζακ για ανελκυστήρες / που απλώνονται για μίλια // Η μουσική του μέλλοντος / δεν θα ψυχαγωγεί / είναι μόνο για να αναισθητοποιεί / και να ουδετεροποιεί το μυαλό σου // Τώρα ο ήχος της μουσικής / Βγαίνει σε ασημένια χάπια / Φτιαγμένος να σου ταιριάζει / και να δίνει απολαύσεις που δεν διαρκούν // Η μουσική της εξέγερσης / σε κάνει να εξαγριώνεσαι / Μα είναι γραμμένη από εκατομμυριούχους / που έχουν σχεδόν τα διπλάσιά σου χρόνια // Ένα από τα θαύματα του κόσμου / πεθαίνει, το ξέρω / και είναι ένα απ' τα ανόητα λάθη του κόσμου / που κανένας δεν νοιάζεται αρκετά //"), δεν πείθουν καθόλου, αφού η σύνθεση είναι μια απαλή ποπ μελωδία γραμμένη από έναν όχι και τόσο νέο, ούτε αγαθών προθέσεων μουσικό. Αν μη τι άλλο, η επανάσταση δεν θα έρθει στο δέκατο άλμπουμ κανενός!

Παραδόξως, τα καλύτερα κομμάτια του δίσκου είναι εκείνα που προσφέρονται σαν bonus στην Ευρωπαϊκή έκδοση του διπλού cd και είναι ηχογραφημένα μαζί μ' αυτά του άλμπουμ αλλά για άγνωστους λόγους οι δημιουργοί τους δεν τα θεώρησαν ισάξια για να τα περιλάβουν στο κανονικό track listing. Τα "Drown With Me" και "Chloroform" ξεχωρίζουν συνθετικά, μα κυρίως λένε ότι έχουν να πουν και δεν ξεφεύγουν οργανικά σε δαιδαλώδεις αναπτύξεις και λοιπά βαρετά. Κι όσο κι αν κατανοούμε ότι οι Porcupine Tree πρέπει πάντοτε να πληρούν ορισμένα στάνταρ για να ικανοποιούν τους οπαδούς τους, θεωρούμε ότι θα πρέπει να επανεξετάσουν τον ήχο τους και να κοιτάξουν με μεγαλύτερο ζήλο το μέλλον, γιατί το παρελθόν, όσο δημιουργικά κι αν τους έχει στοιχειώσει, τους έχει στοιχειώσει για πολύ. Για πάρα πολύ…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured