Με την αναπάντεχη επιτυχία των ταινιών κινουμένων σχεδίων της Disney στη δεκαετία του '90, ο τομέας της κινηματογραφικής μουσικής επέστρεψε θριαμβευτικά στις ρίζες του μιούζικαλ, μιας και οι παραπάνω ταινίες δανείζονταν την κινηματογραφική δομή των εντυπωσιακών μελοδραμάτων. Με αφετηρία το Little Mermaid το 1989 και πρωτεργάτες τους Alan Menken (μουσική) και Howard Ashman (στίχοι) η συνταγή διατηρήθηκε μέχρι και το 2000 προσφέροντας λαμπρά (The Lion King) ή μετριότατα αποτελέσματα (Hercules, Mulan). Βέβαια απο το 1998 μια νέα εταιρεία έκανε την εμφάνιση της στο χώρο του animation απειλώντας την πρωτοκαθεδρία της Disney, η Dreamworks με το εντυπωσιακότατο ντεμπούτο του The Prince of Egypt (Oscar τραγουδιού). Μετά το μέτριο The Road to El Dorado και το πανέξυπνα αναρχικό Shrek, η Dreamworks φέτος έχει να επιδείξει το Spirit: Stallion of the Cimarron.

Οι πρώτες επιφυλάξεις για το ηχητικό αποτέλεσμα του soundtrack προκύπτουν αβίαστα με την ανάγνωση και μόνο του ονόματος του Bryan Adams στούς συντελεστές του. Το άσχημο είναι πως επιβεβαιώνονται και στο άκουσμά του. Κι εκεί που λες πως το συνεχώς ανερχόμενο ταλέντο του Hans Zimmer θα σώσει την κατάσταση με τη μουσική του, δοκιμάζεις τη μεγαλύτερη απογοήτευση. Είναι δυνατόν; Δυστυχώς ναι...

Ο Hans Zimmer έχει δουλέψει και στο παρελθόν με μεγάλα ονόματα της ποπ στα πλαίσια μιας ταινίας κιν.σχεδίων. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ο Elton John με το The Lion King, για το οποίο βραβεύτηκαν αμφότεροι με Oscar. Εδώ η επιλογή του Brian Adams αστοχεί γιατί αποδεικνύεται ανίκανος στο να γράψει τραγούδια που να προάγουν σεναριακά την ταινία. Όλα τα τραγούδια και οι ενορχηστρώσεις τους δείχνουν να ακολουθούν μια αναμενόμενα εμπορική ηχητική απόδοση, που καμμία σχέση δεν έχει με τον κινηματογραφικό ήχο. Το soundtrack τελικά στέκει περισσότερο σαν τη νέα δισκογραφική δουλειά του Adams, καταστρέφοντας τη συνοχή του και στην ουσία την αποστολή του.

Τώρα για να κρίνουμε τα τραγούδια θα αρκεστούμε στο να υπενθυμίσουμε πως ο Bryan Adams απευθύνεται σε ένα περιορισμένο ηλικιακά κοινό που τον άκουγε πριν καμιά δεκαετία, οπότε τώρα που ...μεγάλωσε είναι πιθανό να μην ασχολείται ακόμα μαζί του. Βαρετή ποπ ελαφράδα, μεταμφιεσμένη κακότεχνα σε ροκ. Μόνο ένα τραγούδι είναι κάπως αξιόλογο κι αυτο μάλλον οφείλεται στην αιθέρια φωνή της Sarah McLachlan, το ντουέτο Don't Let Go.

Κι αν στην περίπτωση του Adams επιβεβαιωθήκαμε, η απογοήτευση μεγαλώνει όταν διαπιστώνουμε σφάλματα και απο μεριάς του Hans Zimmer. Η χρήση των synthesizer αυτή τη φορά ακούγεται ανέμπνευστη και άκαιρη. Κανένα γνήσιο επικό συναίσθημα, ούτε έθνικ ή country (λόγω θέματος) αναφορά. Οι συνθέσεις του ακούγονται σαν στερεότυπα μουσικά μοτίβα. Αναγνωρίζεις τον ήχο του, δεν αντιλαμβάνεσαι όμως το μεράκι του. Βέβαια τα τραγούδια του Adams αφήνουν πολύ λίγο περιθώριο στη μουσικη (από τα 15 κομμάτια, μόνο τα 4 αποτελούν το score), όμως και πάλι οι δικαιολογίες δεν χωρούν. Σε 20 λεπτά μουσικής μόνο το 7λεπτο The Long Road Back, είναι αξιοπρεπές.

Μπορεί οι παραγωγοί άλλα να είχαν υπόψη τους, η καλλιτεχνική συνεισφορά των συντελεστών δεν αφήνει περιθώρια για εμπορική επιτυχία. Παρόλ'αυτα είμαστε έτοιμοι να διαγράψουμε αυτό το ατόπημα από τον Zimmer με την επόμενη δουλειά του. Όσο για τον Adams…Αυτόν τον έχουμε διαγράψει ήδη γενικότερα.

Τώρα που το σκέπτομαι, μάλλον αρκετό ψηφιακό μελάνι χάλασα...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured