Μπερδεμένα τα πράγματα για τον ακροατή και ειδικότερα για τον αγοραστή του Blue Passion. Κανείς δεν εξηγεί στο εσωτερικό του CD γιατί, ενώ αναγράφεται η λέξη «words» –με υπογραφή μάλιστα του Άγγελου Γέροντα– πουθενά δεν ακούγονται στίχοι/λέξεις/spoken word· απλά διαβάζεις τα κείμενα στο συνοδευτικό booklet. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση του artwork, όπου αλγεινή εντύπωση μου έκανε ότι το όνομα της εικαστικού Maria Ernest Fragopoulou μπήκε πάνω από εκείνα των μουσικών, ειδικότερα αν σκεφτούμε ότι ανάμεσά τους περιλαμβάνονται και φιγούρες του βεληνεκούς του Μίμη Πλέσσα. Δεν έχει να κάνει με το αν σας αρέσει ή όχι η δουλειά της, που κοσμεί το εξώφυλλο και το εσωτερικό του άλμπουμ: όταν ο κώδικας μιας δισκογραφικής εργασίας διαφοροποιείται από την κλασική δομή, τότε θα πρέπει να δηλώνεται με τρόπο φανερό και όχι με «αν δεν με καταλάβετε εσείς φταίτε» ή «μυρίστε τα νύχια σας» νοοτροπία.

Και είναι άδικο αυτό που έκανε ο Γιώργος Σπανός στον ίδιο του τον εαυτό, διότι η μουσική ενίοτε μπαίνει σε ωραία μονοπάτια. Αν έχει τύχει κάποιος να ακούσει προηγούμενο δίσκο του θα καταλάβει ότι οι προσκεκλημένοι που έχει στο Blue Passion (Μίμης Πλέσσας, Γιώργος Κοντραφούρης, Τάκης Πατερέλης, μεταξύ άλλων) είναι εκείνοι ακριβώς που, μέσω των ενορχηστρώσεων, επηρεάζουν το υπόλοιπο τρίο ώστε να γίνει σωστά η εγκόλπωση του κάθε συμμετέχοντα στη δομή του δίσκου.

Η μουσική λοιπόν που προκύπτει, δεν σχετίζεται με το πραγματικό δημιουργικό προφίλ του ίδιου του Σπανού, που εντάσσεται σε ένα οργανικό rock 1970s/1980s κοπής, το οποίο έχει απλά ντύσει με κάποιες κλίμακες fusion τα τελευταία χρόνια. Γίνεται μάλιστα φανερό ότι οι προσκεκλημένοι πατούν σε τέτοια βάση –και όχι στην πιο fusion πλευρά του πράγματος, που θέλει να παρουσιάσει ως χαλκοδέτη ο Σπανός. Και ακριβώς επειδή το Blue Passion καμώνεται κάτι που δεν είναι, ακόμα και οι ωραίες του στιγμές χάνονται εν τέλει μέσα σε ένα (μουσικώς) υποκρινόμενο κλίμα. 

Η ηχογράφηση είναι πάντως υποδειγματική και δεν είναι τυχαίο ότι φέρει την υπογραφή του Χάρη Ζουρελίδη, ιδιοκτήτη του Feedback Studio. Ήχος ζεστός και μου άρεσε που δεν υπάρχει editing και κλέψιμο από την κονσόλα: χαρακτηριστική περίπτωση το "Time Breath", στα πρώτα του μέτρα. Δεν είναι τυχαίο ότι μπορεί να κερδίσει στο αυτί ακόμα και οπαδούς των Ozric Tentacles ή και των Porcupine Tree.

Με μπερδεμένη λοιπόν διάθεση ο Σπανός σε αυτόν τον πρόσφατο δίσκο του, μιας και είναι μεν φανερή η αγάπη για τον ήχο, αλλά εξίσου φανερό γίνεται και το ότι προσπάθησε να κάνει παραπάνω απ' όσα σήκωνε ο κώδικας του Blue Passion, με αποτέλεσμα να χαωθεί και να χαθεί ο κεντρικός του χαρακτήρας. Ο οποίος δεν είναι άλλος από τη μουσική του ίδιου του Σπανού, που εδώ όμως βρίσκεται κάτω από επικαλύψεις (είτε της επιλογής του, είτε όχι).

{youtube}k_kIQ__hkw4{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured