«I speak memory», έλεγε η Matana Roberts στο 1ο κεφάλαιο (από τα 12 συνολικά) του φιλόδοξου προσωπικού της πρότζεκτ υπό τον γενικό τίτλο COIN COIN. Και είναι σημαντικό, έτσι εισαγωγικά, να σημειώσουμε μια διάκριση που πιθανώς εμφιλοχωρεί σε μία τέτοια δήλωση, με τη μνήμη να συμπεριλαμβάνει όλα όσα η «επίσημη» ιστορία (η περισσότερο γεγονοτολογικής προοπτικής ιστορία) αφήνει συνήθως απ' έξω: τις προφορικές αφηγήσεις, τους μύθους, τους συμβολισμούς ή τις τελετουργίες των ανθρώπων ιδίως που βρέθηκαν σε κατάσταση υπεξουσιότητας, άρα που δεν ρωτήθηκαν ποτέ για τη δική τους οπτική επί των πραγμάτων.

095Matana_2.jpg

Στο COIN COIN η Roberts διαβάζει «πλαγίως» την αμερικανική ιστορία, εστιάζοντας την προσοχή της στον Νότο των Ηνωμένων Πολιτειών, σε μία εποχή κατά την οποία ο τελευταίος ήταν περίπου συνώνυμο της καταναγκαστικής εργασίας των μαύρων στις αχανείς φυτείες των λευκών. Βρέθηκε, δε, στο (κατάμεστο) μικρό αμφιθέατρο της Στέγης Ιδρύματος Ωνάση, για να παρουσιάσει το (πιο πρόσφατο) 3ο κεφάλαιο, το οποίο τιτλοφορείται River Run Thee και ερμηνεύεται σόλο από την ίδια –φωνή και άλτο σαξόφωνο– υποβοηθούμενη από λούπες, εφέ και διάφορα προηχογραφημένα.

095Matana_3.jpg

Μια τέτοια αφήγηση, βεβαίως (ιδίως όταν προέρχεται από μία καλλιτέχνιδα την οποία θαυμάζεις μεταξύ άλλων και για το πόσο βαθιά έχει μπει και η ίδια στις ιστορίες που σκαλίζει και αφηγείται), δεν θα μπορούσε να εξαντλείται στο γεγονός της σκλαβιάς και της διαλεκτικής έντασης μεταξύ καταπιεσμένου και καταπιεστή, προβάλλοντας απλώς και μόνο την καθολική εναντίωση απέναντί της. Είπαμε και προηγουμένως, η Roberts «μιλάει μνήμη», δηλαδή συμπεριλαμβάνει –αν δεν εστιάζει εκεί– και όλη εκείνη τη μεταφυσική με την οποία οι υπεξούσιοι όριζαν τους εαυτούς τους, προσπαθώντας να αποδράσουν από τη μικροφυσική της εκμετάλλευσής τους. Εξ ου και ο κόσμος των πνευμάτων, στον οποίον η Roberts αναφέρθηκε εν συντομία στη συζήτηση με τον καθηγητή φιλοσοφίας (και ερασιτέχνη τρομπετίστα) Eric Lewis που ακολούθησε μετά το λάιβ ή ένα στοιχείο υπερβατισμού, το οποίο διακρίνει την όλη αφήγηση.

095Matana_4.jpg

Σ’ αυτό ειδικά το πλαίσιο, κρίνεται ιδιαίτερα επιτυχημένη η επιλογή της να ξεκινήσει με πολύ χαμηλά ντεσιμπέλ, σχεδόν ανεπαίσθητα. Για 1-2 λεπτά, δηλαδή, οι κυματισμοί της (προηχογραφημένης) ατμοσφαιρικής λούπας διακρίνονταν δύσκολα από την απόλυτη σιωπή, κάτι που κατά κάποιον τρόπο επέβαλλε την επισταμένη ακρόαση, αφού έπρεπε όντως να εντείνεις την προσοχή σου για να αντιληφθείς ότι η Roberts είχε ήδη πατήσει το κουμπί.

095Matana_5.jpg

Όταν πλέον κέρδισε την αμέριστη προσοχή μας, ορισμένα θραύσματα ομιλίας άρχισαν να διεμβολίζουν τους παραπάνω κυματισμούς, συμβολίζοντας ίσως όλα εκείνα τα πνεύματα, τις ζωές των ανθρώπων που χάθηκαν μέσα στους βάλτους του Μισισιπή· σε λίγο η Roberts, έχοντας δώσει τον εύγλωττο τίτλο «The South» για ό,τι πρόκειται να αφηγηθεί, θα επαναλάμβανε αρκετές φορές τη φράση «I was born», προφέροντας το «ο» με όλη τη σφαιρικότητα που μπορεί να έχει, παρατεταμένα και με φωνή που κατέβαινε σταδιακά στις χαμηλές συχνότητες. Ήταν σαν να εισχωρεί έτσι σε κάποιο χωροχρονικό τούνελ, όπου ακόμα και η βεβαιότητα η οποία ενυπάρχει στη λέξη «γεννήθηκα», γίνεται κι αυτή σχετική.

095Matana_6.jpg

Το “All Is Written” ακολούθησε περίπου φυσιολογικά, όπως λίγο αργότερα και το “Dreamer Οf Dreams” με το “Always Say Your Name” ή το μεγαλύτερο μέρος του 3ου COIN COIN κεφαλαίου (αν όχι το σύνολό του). Μία απόδοση πάντως που δεν ήταν ακριβώς στατική και ευθεία, αλλά μπορούσε να φιλοξενήσει και «εκτός προγράμματος» παρεμβάσεις από σαξοφώνου (άλλωστε η Roberts, εκτός από απολαυστική αφηγήτρια, είναι και ικανή αυτοσχεδιάστρια, με σημαντικές μάλιστα περγαμηνές), παλινδρομήσεις σε προηγούμενα σημεία ή την ένταξη διάφορων μικρο-απροόπτων στη ροή της αφήγησης, όπως το από λάθος σκούντημα του μικροφώνου από το μέταλλο του σαξοφώνου.

095Matana_7.jpg

Μπορεί προς το τέλος να τράβηξε την αφήγηση λιγάκι παραπάνω, όμως στο μεγαλύτερο μέρος της ωριαίας εμφάνισής της η Roberts κατάφερε να αναπαραστήσει πολύ πειστικά το περιβάλλον εκείνο στο οποίο οι μύθοι και οι θρύλοι συναντούν τη βιαιότητα ενός συστήματος απόλυτης εκμετάλλευσης και καθολικής αλλοτρίωσης. Τον μετεωρισμό μεταξύ αυτών των δύο κόσμων, τον απέδιδε καλύτερα με το σαξόφωνο, παίζοντας άλλοτε γλυκές και ονειρικές μελωδίες (τις έστηνε συνήθως ως ένα κολάζ από σύντομες φράσεις) και άλλοτε τραχείς αυτοσχεδιασμούς, σηματοδοτώντας το σημείο εκείνο στο οποίο το όνειρο αρχίζει και μετατρέπεται σε εφιάλτη και ο εφιάλτης σε κραυγή. Δεν παρέλειπε, βέβαια, να αφήσει χώρο και στις παραμορφώσεις, ώστε να δώσουν κι αυτές τον δικό τους τονισμό. Κι όλα δοσμένα πάνω στην κυκλικότητα της ατμοσφαιρικής λούπας, η οποία ξεκίνησε από την αρχή και διατηρήθηκε για ώρα, ρουφώντας μας όλο και πιο μέσα στη δίνη που δημιουργούσε.

095Matana_8.jpg

Θυμίζοντας πότε-πότε τη Laurie Anderson (τουλάχιστον ως προς τον ρόλο της πάνω στη σκηνή ή τις μεθόδους της αφήγησης) και συχνότερα αντλώντας από την πλούσια παράδοση της προοδευτικής τζαζ (και την «προνομιακή» της θέαση στην αφροαμερικανική ρίζα –π.χ. στο έργο των Art Ensemble Οf Chicago ή άλλων μουσικών της AACM), η Matana Roberts έδωσε στην παράστασή της μία πολύ εύστοχη δραματοποίηση, ικανή να διαχειριστεί την ένταση μεταξύ του ονειρικού και του τραγικού. Επίσης, το γεγονός ότι βρέθηκε σόλο στη σκηνή (μόνη της με ό,τι πρέπει να αποτελεί τον προσωπικό της κόσμο, δηλαδή το πρότζεκτ COIN COIN), έδωσε μία περισσότερη αμεσότητα στο λάιβ, αν και προφανώς ένα ensemble θα προσέφερε κάποιες επιπλέον εκφραστικές διεξόδους. Πάντως το χειροκρότημα που εισέπραξε στο τέλος ήταν ζεστό και απέδωσε δικαιοσύνη σε μία μουσική παράσταση που υπήρξε σίγουρα έντονη και αρκετά πλήρης.

{youtube}LrHHiOOTOOA{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured