Φωτογραφίες: PhoenixAnima

Κοσμοσυρροή. Η καταλληλότερη λέξη για να περιγράψει τα γεγονότα στο Βράχων. Μια θάλασσα από πολύχρωμα κεφαλάκια –σχεδόν αστείο να τα παρακολουθείς από ψηλά να κινούνται όλα μαζί, ψάχνοντας για μια θέση. Διόλου απροσδόκητο όμως, μιας και η απήχηση δυο καλλιτέχνιδων όπως η Τάνια Τσανακλίδου και η Ελευθερία Αρβανιτάκη δεν κοιτά ούτε φύλο, ούτε τάξη κοινωνική, ούτε, βέβαια, ηλικία. Μαμάδες, μπαμπάδες, φίλοι, ζευγάρια –ό,τι κι αν έψαχνες θα το ’βρισκες μέσα σ’ αυτό το ετερόκλητο δείγμα των 5.500 περίπου ανθρώπων, που εκτείνονταν απ’ άκρη σ’ άκρη μέσα στο θέατρο, είτε στις κερκίδες και στις αμέτρητες καρέκλες οι οποίες είχαν στηθεί, είτε απλά όρθιοι. Κι όλοι με την ίδια ανυπομονησία, να χειροκροτούν πριν καν νυχτώσει. Δίψα για μουσική, η οποία έμελλε να ικανοποιηθεί με έναν χείμαρρο τραγουδιών στις 2,5 ώρες που θα ακολουθούσαν…

 

 

Τα στημένα πανιά στο πίσω μέρος της σκηνής φωτίστηκαν γύρω στις 21:40, σχηματίζοντας μια μαγευτική σκιά στους βράχους και κάνοντας την είσοδο των δύο ερμηνευτριών στη σκηνή ακόμα πιο θεαματική. «Κύμα το κύμα, η πέτρα λιώνει…» και το θερμότερο χειροκρότημα δίνει το εναρκτήριο λάκτισμα της βραδιάς. Μετά από έναν μουσικό διάλογο που περιελάμβανε κομμάτια όπως το “Μια Αγάπη Μικρή”, το “Τι Λείπει” και το “Χρώμα Της Μέρας”, στη σκηνή έμεινε μόνη της η Τάνια Τσανακλίδου για να σαγηνεύσει με τον αυτοσαρκασμό, τη θεατρικότητα και την αξεπέραστη φωνή της ακόμα και τον πιο δύσπιστο ακροατή. Δεν έπαψε ούτε στιγμή να παιχνιδίζει με το κοινό ανάμεσα στο “Γυφτάκι” (που τόσο όμορφα ενορχήστρωσε ο Δημήτρης Μπαρμπαγάλας και ακόμα ομορφότερα εισήγαγε στο πιάνο του ο Τάκης Φαραζής), το “Αυτό Είμαι” και το “Νυχτώνει” από την πρόσφατη Προσωπογραφία της, όσο αυτός ο προβολέας που πάντα την ακολουθεί έκανε το “Μαμά Γερνάω” πιο νοσταλγικό, ακόμα και για τις μικρότερες ηλικίες. Πριν προλάβει κανείς να τη χορτάσει, τη θέση της πήρε η Ελευθερία Αρβανιτάκη για τον δικό της χρόνο πάνω στη σκηνή. “Μην Ορκίζεσαι” και “Δε Μιλώ Για Μια Νύχτα Εγώ” ήταν τα κομμάτια που ξεσήκωσαν περισσότερο το κοινό, ενώ φάνηκε να εντυπωσιάζει μια διασκευή-σύμπραξη του κλασικού “Αν Σ' Αρνηθώ Αγάπη Μου” με το “Mercy” της Duffy.

Όταν ξαναβρέθηκαν μαζί Αρβανιτάκη και Τσανακλίδου, ο παλμός ανέβηκε με κομμάτια όπως το “Μηδέν” και η “Ζελατίνα”, ενώ το επί σκηνής νεύρο πέρασε επιτυχώς στον κόσμο, που αποχωρίστηκε για λίγο κερκίδες και καρέκλες και άρχισε να χορεύει. Οι “Μοίρες” και το “Καληνύχτα” ήταν οι τελευταίες στιγμές πριν το encore, στο οποίο ακούστηκε ο “Ανθρωπάκος”, το “Δυνατά-Δυνατά” φυσικά, αλλά και “Η Σουλτάνα Η Φωφώ”.

Ομολογώ ότι μέσα στο κοινό είδα αρκετούς ακόλουθους της Ελευθερίας Αρβανιτάκη, οι οποίοι μέχρι και «κραυγαλέες» φωτοβολίδες άναψαν, σφάλμα όμως θα αποτελούσε να μην αναφερθώ στην σαφή υπεροχή της Τάνιας Τσανακλίδου στη συγκεκριμένη συναυλία. Ενδοσκοπική και συνάμα εξωστρεφής, γήτευσε το κοινό σε κάθε της εμφάνιση. Έτσι ανεπιτήδευτα και αβίαστα έχει άλλωστε –επάξια– κερδίσει μια θέση στις καρδιές του κόσμου. Όποιο κομμάτι κι αν κληθεί να ερμηνεύσει, το ζει σαν να ’ναι η πρώτη φορά. Αυτό ακριβώς έκανε και τη Δευτέρα το βράδυ, με αποτέλεσμα να έχει στα πόδια της τόσες χιλιάδες ανθρώπων που μέσα από μια συντονισμένη σιωπή –σχεδόν εκκωφαντική στις παύσεις της– κρέμονταν από τα χείλη της, περιμένοντας απλά να ακούσουν τις επόμενες λέξεις της.

Θεωρώ ότι όσο κι αν διαρκούσε αυτή η συναυλία, κανείς δεν θα έφευγε απόλυτα χορτασμένος. Εντούτοις, η ικανοποίηση του κοινού υπήρξε έκδηλη φεύγοντας από το θέατρο: παρά το αλαλούμ στους δρόμους, το όποιο μποτιλιάρισμα μπορούσε να αντιμετωπιστεί άψογα, απλά με ένα χαμόγελο κι ένα τραγούδι.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured