Βαγγέλης Πούλιος

Σε γνωρίσαμε εκεί στην αλλαγή του αιώνα, μέσα από το indie σχήμα των Interstellar Overdrive.  Σε ακούμε, επίσης, στη νέα σου δουλειά Μαύρο Δεντρί να πατάς σε παραδοσιακές φόρμες· ωστόσο το πρώτο πράγμα που διαβάζει κανείς στη σελίδα σου (http://orestiskaramanlis.net/) είναι ότι «το βασικό [σ]ου ενδιαφέρον είναι στην ηλεκτροακουστική σύνθεση». Θα ήθελες, εισαγωγικά και συνοπτικά, να μας περιγράψεις πώς συνδέονται όλα αυτά;

Όσο μεγαλώνω, βρίσκω ενδιαφέρον και αντλώ από διαφορετικές μουσικές παραδόσεις. Όμως στα πρώτα μου βήματα προσπάθησα να αναπαράγω (πιθανότατα όχι τόσο πετυχημένα) ό,τι στην Ελλάδα ονομάζουμε «αγγλόφωνο indie». Κι αυτό σε μία εποχή (τέλη δεκαετίας 1990) στην οποία οι αγγλόφωνες μπάντες που δισκογραφούσαν μετρούνταν στα δάχτυλα…

Στη συνέχεια έφυγα για αρκετά χρόνια στην Αγγλία και έπειτα στην Ιρλανδία, μελετώντας, σε ακαδημαϊκό επίπεδο πια, τη σύγχρονη μουσική. Εκεί ήρθα κοντά σε ρεύματα πολλές φορές μάλλον περιθωριοποιημένα μέσα στην ακαδημία, τα οποία μου κέντρισαν το ενδιαφέρον. Έκτοτε το έργο μου έχει συνήθως έντονα πειραματική διάθεση, αλλιώς βαριέμαι! Το Μαύρο Δεντρί, βέβαια, είναι άλλη ιστορία: εκεί γίνεται μια συλλογική προσπάθεια μαζί με τον Ηλία Βαμβακούση να συνδυάσουμε το παραδοσιακό ηχόχρωμα με πιο σύγχρονα στοιχεία. Κάτι καινούργιο για μένα, αλλά όχι για τους ανθρώπους που έχουν ασχοληθεί με την παράδοση.

Πώς, λοιπόν, σου προέκυψε η ενασχόληση με την παραδοσιακή μουσική, τι σου κέντρισε το ενδιαφέρον; Επιμένω, γιατί συνήθως οι «εναλλακτικοί» (καλλιτέχνες και κοινό) δεν τα πάνε και τόσο καλά με δαύτην…

Ζώντας αρκετά χρόνια στο εξωτερικό, άρχισα κάποια στιγμή να αναπτύσσω μια νοσταλγία για τον χώρο όπου διέμεναν οι μνήμες μου. Μαζί γεννήθηκε αβίαστα και το ενδιαφέρον για τη μουσική (και όχι μόνο) παράδοση αυτού του τόπου, μια παράδοση με μακρά διαδρομή. Ταυτόχρονα άρχισε να με ενδιαφέρει λιγότερο να αναπαράγω την αγγλική κουλτούρα –την οποία γνώρισα και εκτιμώ, αλλά ποτέ δεν έγινε κτήμα μου– και περισσότερο να αντλήσω απ' τους ήχους αυτού του τόπου. Όσο για την αποστροφή των «εναλλακτικών» απέναντι στην παράδοση, νομίζω είναι συνάρτηση της ηλικίας και έχει λιγότερο να κάνει με μια συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων. Εξαρτάται βέβαια και τι βάζει κανείς στο μυαλό του, όταν ακούει τη λέξη «παράδοση».

{youtube}orpltztLQS8{/youtube}

Δέχομαι τη διευκρίνιση, ωστόσο νομίζω πως υπάρχει μια κάποια σύγχυση σχετικά με αυτό που βάζει ο καθένας μας πίσω από τη λέξη «παράδοση». Για παράδειγμα, πολλές φορές η εστίαση πέφτει στην αναπαραγωγή δεδομένων δρόμων που θεωρούνται «αυθεντικά» παραδοσιακοί, αμελώντας ότι βασικός τρόπος διάδοσης μιας τέτοιας μουσικής ήταν και ο αυτοσχεδιασμός, άρα η συνάντηση και η επιτόπια διαπραγμάτευση.

Υπάρχει, επομένως, η αίσθηση (ίσως όχι αβάσιμη) ότι και μόνο η λέξη «παράδοση» παραπέμπει σε κάτι συντηρητικό ή, τέλος πάντων, σε κάτι που δεν επιδέχεται προσαρμογή στην πραγματικότητα του σήμερα, ενώ τα πράγματα δεν είναι απαραιτήτως έτσι. Ποια είναι η γνώμη σου επ' αυτού;

Όσον αφορά τον αυτοσχεδιασμό, ήταν πάντα βασικό στοιχείο της παραδοσιακής μουσικής, πράγμα που αναγνωρίζουν όσοι ασχολούνται μαζί της. Στο δεύτερο σκέλος της διατύπωσής σου υπάρχει αλήθεια, καθώς μια μερίδα μουσικών και κοινού αντιλαμβάνεται τη μουσική ως κάτι στάσιμο. Όμως ακόμη και μια τέτοια μουσειακή διάθεση απέναντι στην παράδοση είναι χρήσιμη διότι καταβάλλεται προσπάθεια να παραμείνουν ανέπαφα κάποια πράγματα στο πέρασμα του χρόνου. Δεν είναι εύκολη δουλειά.

Εκεί όπου χρειάζεται αρκετή προσοχή, κατά την άποψή μου, είναι ο τρόπος με τον οποίον μεταφέρεται αυτή η γνώση στο σήμερα, όπως το έθεσες. Με ποιον τρόπο δηλαδή επιτυγχάνεται ο συγκερασμός μιας μουσικής που κουβαλάει στις πλάτες της βιώματα αιώνων με σύγχρονα στοιχεία. Σαφή απάντηση δεν έχω, πάντως εύκολα φτάνει κανείς στο κιτς αν χρησιμοποιήσει στοιχεία από διαφορετικό χώρο και χρόνο, τα οποία αρνούνται να συνδιαλλαγούν μεταξύ τους.

Εσείς πώς κινηθήκατε στο Μαύρο Δεντρί; Ένα σχόλιο του στυλ «ο μοντερνισμός συναντά την παράδοση» θα χαρακτήριζε, μέσα στη γενικότητά του, τις προθέσεις σας;

Το 'χεις. Υποθέτω βέβαια ότι δεν εννοείς τον μοντερνισμό στην τέχνη όπως εμφανίστηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, αλλά χρησιμοποιείς τον όρο με την έννοια του πειραματισμού. Η αλήθεια είναι ότι το τελικό αποτέλεσμα δεν είναι τόσο περίεργο, όσο αρχικά υπολόγιζα. Και ο λόγος είναι ότι με συνεπήρε το ηχόχρωμα των παραδοσιακών οργάνων. Στο στάδιο δηλαδή της παραγωγής, άρχισα άθελά μου να επικεντρώνομαι στα όργανα και να με ενδιαφέρουν λιγότερο οι διαδικασίες που έτρεχαν στο λάπτοπ.

Η κυκλοφορία του CD είναι ανεξάρτητη και ιδίοις εξόδοις· τελικά έχει νόημα σήμερα να ψάχνει ένας μουσικός τον δρόμο του μέσω των δισκογραφικών;

Όταν είναι κανείς «σόλο», τότε η δυνατότητα έκθεσης της δουλειάς του είναι περιορισμένη. Εκτός κι αν είναι τυχερός (ή μανούλα στα PR) και καταφέρει να κάνει viral το κομμάτι που θα ποστάρει στο ίντερνετ. Αν κάποιον τον ενδιαφέρει λοιπόν να μοιράζεται αυτά που φτιάχνει με ανθρώπους έξω απ' τον στενό του περίγυρο, τότε χρειάζεται κάποιος μηχανισμός προώθησης. Για να είμαι ειλικρινής, όμως, προσωπικά με ενδιαφέρει περισσότερο το στάδιο της δημιουργίας, παρά της προώθησης. Νιώθω δηλαδή ότι απ' τη στιγμή που ολοκληρώνεται ένα κομμάτι, η δουλειά μου έχει τελειώσει. Όσον αφορά τα έξοδα, δεν είναι μεγάλα, μιας και υπάρχει ο εξοπλισμός και η τεχνογνωσία ώστε να ηχογραφούμε και να μιξάρουμε οι ίδιοι.

Karamanlis_2.jpg

Απ’ όσο ξέρω, δεν έχει παρουσιαστεί ζωντανά ο δίσκος. Υπάρχουν σκέψεις για κάτι τέτοιο;

Αυτό είναι κάτι που θα δούμε μέσα στο φθινόπωρο.

Όσο αφορά αυτό που θέτεις ως βασικό σου ενδιαφέρον, την ηλεκτροακουστική σύνθεση… Συνήθως η ηλεκτροακουστική μπαίνει κάτω από τη γενική ομπρέλα του avant-garde. Συμφωνείς με κάτι τέτοιο, μιλάμε όντως για εμπροσθοφυλακή;

Δεν έχω πρόβλημα με τον όρο. Γενικώς, η ηλεκτροακουστική μουσική είναι δύσκολη μουσική, όπως δύσκολα προσπελάσιμο είναι κι ένα μεγάλο μέρος της σύγχρονης τέχνης. Το θέμα είναι τι ψάχνει να βρει κανείς σ' ένα κομμάτι. Για παράδειγμα, τον ενδιαφέρουν οι μελωδικές γραμμές, οι εναλλαγές της αρμονίας, ο ρυθμός, ο στίχος κλπ;

Όλα τα παραπάνω είναι γνώριμα στοιχεία που ακολουθεί ο ακροατής, όμως συνήθως είναι δευτερεύοντα στην ηλεκτροακουστική μουσική (ή πολλές φορές απουσιάζουν εντελώς –κακώς κατά τη γνώμη μου), η οποία ασχολείται περισσότερο με την εξερεύνηση του ηχοχρώματος και του χώρου. Είναι περίεργο να φανταστούμε ένα κομμάτι στο οποίο απουσιάζει η αρμονία, η μελωδία, ο ρυθμός ή ο στίχος… Αυτό που μένει είναι ο ίδιος ο ήχος, με τον οποίον ο συνθέτης πρέπει να δουλέψει για να του δώσει μορφή και να κρατήσει το ενδιαφέρον του ακροατή, πράγμα σίγουρα όχι εύκολο.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ακαδημαϊκή ενασχόληση με τη μουσική συνήθως αποβαίνει εις βάρος της προσβασιμότητάς της; Ισχύει όντως μια τέτοια αντίστροφη αναλογία; Σ’ έχει απασχολήσει το πώς μπορούν σύνθετοι μουσικοί συλλογισμοί να αποκτήσουν ερείσματα σ’ ένα ευρύτερο κοινό;

Ωραία ερώτηση. Η βασική δουλειά του Πανεπιστημίου είναι η διάδοση και παραγωγή γνώσης: κάτι καινούργιο συνδέεται επομένως αναπόφευκτα με την έρευνα και τον πειραματισμό. Αν θεωρήσουμε λοιπόν τη δημιουργία νέας μουσικής ως έρευνα, τότε, όντως, πολλές φορές το αποτέλεσμα είναι δύσκολα προσβάσιμο, διότι το μέλημα δεν είναι να αγγίξει τις μάζες, αλλά να εξερευνήσει (με δημιουργικό τρόπο) κάποιες λιγότερο γνωστές πτυχές της μουσικής. Επανερχόμαστε έτσι σ' αυτό που λέγαμε πριν, το θέμα είναι τι ψάχνει κανείς να βρει στη μουσική την οποία ακούει ή φτιάχνει. Στο δικό μου έργο κάνω συνειδητή προσπάθεια να ενσωματώνω στοιχεία τέτοια που να βοηθούν τον ακροατή να ακολουθήσει την αφήγηση. Εάν το πετυχαίνω, είναι κάτι που δεν μπορώ να κρίνω ο ίδιος.



Τον Απρίλιο παρουσίασες το έργο σου GO υπό την αιγίδα της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών, στο οποίο συνδυάζεις σύγχρονες προσεγγίσεις της ηλεκτρακουστικής σύνθεσης με όργανα όπως το νέι και το κανονάκι. Θα μπορούσαμε ίσως να βρούμε μια κοινή αφετηρία με το Μαύρο Δεντρί;

Ίσως υπάρχει αυτή η κοινή αφετηρία, ναι. Το αποτέλεσμα, όμως, είναι πολύ διαφορετικό. Το GO είναι ένα σύνολο συνθέσεων για 2 όργανα, λάπτοπ και συστοιχία 8 ηχείων. Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μία surround εμπειρία χρησιμοποιώντας ηχεία περιμετρικά του κοινού, ενώ τα ηλεκτρονικά γεννιούνται μέσω αλγοριθμικών διαδικασιών τη στιγμή της συναυλίας. Το έργο καταπιάνεται με μία προσέγγιση που στον αγγλόφωνο κόσμο απαντάται συχνά με τον όρο «live electronic music» και η οποία ερευνά πώς μπορούν διαφορετικές συνθετικές προσεγγίσεις να επηρεάσουν το προγραμματιστικό μέρος και αντίστροφα.

Απ' την άλλη, το Μαύρο Δεντρί είναι ένα σύνολο τραγουδιών βασισμένα σε μαντινάδες (ως επί το πλείστον) που ψαρεύτηκαν απ' το ίντερνετ και επεξεργάστηκαν ώστε να αποτελέσουν πρωτότυπα κομμάτια. Εδώ μας ενδιαφέρει να δούμε πώς μπορούμε να φτιάξουμε τραγούδια που να δανείζονται απ' την παράδοση –να ακούγονται οικεία δηλαδή– αλλά ταυτόχρονα να έχουν μια πιο σύγχρονη συνθετική προσέγγιση.

Παρεμπιπτόντως, πώς κρίνεις το γεγονός ότι η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση είναι σήμερα ένας από τους βασικούς φορείς και προαγωγούς πολιτισμού στη χώρα (κάνοντας όντως μια αξιόλογη δουλειά); Δεν θα έπρεπε να πρωτοστατούσε ένας πιο δημόσιος φορέας;

Θα ήταν όμορφο αν το Δημόσιο στήριζε σοβαρά τον πολιτισμό, όπως συνέβαινε μέχρι πρόσφατα σε αρκετές κεντροευρωπαϊκές χώρες. Δεν το βλέπω όμως να γίνεται ούτε με το κιάλι, για τους λόγους που όλοι καταλαβαίνουμε. Υπό μια τέτοια έννοια –και με δεδομένη την απροθυμία του κράτους να λειτουργήσει ως προαγωγός πολιτισμού– θεωρώ ευτυχές το γεγονός ότι υπάρχει ένας φορέας με πλάνο, ο οποίος δουλεύει προς αυτήν την κατεύθυνση. Αλήθεια, έχεις εσύ στο μυαλό σου κάποιον δημόσιο φορέα στην Ελλάδα που θα 'θελες να αναλάβει να διαχειριστεί ένα μεγάλο κονδύλι για τον πολιτισμό;

Static : Ney, Kanun & Live Electronics from Orestis Karamanlis on Vimeo.

Ομολογώ πως δυσκολεύομαι να φανταστώ κάποιον... Σκέφτομαι όμως πως τελικά η έννοια του «δημοσίου», σε ζητήματα πολιτισμού αλλά και ευρύτερα, ίσως να πρέπει να απαγκιστρωθεί αφενός από το «κρατικό» και αφετέρου από οτιδήποτε είναι τόσο μεγάλης κλίμακας, ώστε να μπορεί να ονομαστεί «φορέας». Θα πρέπει μάλλον να συνδεθεί περισσότερο με πιο μικρές, αυτόνομες και αυτοοργανωμένες πρωτοβουλίες. Προς αυτήν την κατεύθυνση νομίζω πως γίνονται διάφορα, συμφωνείς;

Οι αυτοοργανωμένες δράσεις είναι πάντα όμορφες και τελευταία γίνονται όντως αρκετές τέτοιες προσπάθειες, ακριβώς επειδή το δημόσιο αδυνατεί να παρέχει την όποια υποστήριξη. Όμως δύσκολα μπορούν να αντικαταστήσουν τις δομές ενός λειτουργικού κράτους (με όποια μορφή και αν το αντιλαμβάνεται κανείς). Εκτός κι αν έχουμε στο μυαλό μας πρόχειρες καλλιτεχνικές πρωτοβουλίες που συντονίζονται εύκολα από μικρές ομάδες και λειτουργούν ως μέσο ψυχοθεραπείας των μελών τους, οι οποίες είναι σίγουρα θετικές.

Ωστόσο, μερικές φορές χρειάζεται η εξειδικευμένη γνώση αλλά και αρκετές εργατοώρες για να στηθεί π.χ. μια παράσταση· και κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί χωρίς την υποστήριξη κάποιου φορέα, που να μπορεί να διαθέσει τους ανάλογους πόρους. Αυτό ανοίγει μια ενδιαφέρουσα κουβέντα για τον ρόλο της τέχνης, τα ιδρύματα που τη διαχειρίζονται, την κοινωνική της διάσταση και πολλά ακόμα ζητήματα. Πάει μακριά η βαλίτσα. Για να το μαζέψω λίγο, με την ίδια λογική που πιστεύω ότι χρειάζεται να υπάρχει ένα λειτουργικό δημόσιο σύστημα υγείας, χρειάζεται να υπάρχουν και δημόσιες δομές για τον πολιτισμό, προς όφελος τον ανθρώπων που κατοικούν σ' αυτόν τον τόπο.

Εσύ ζεις για χρόνια στο εξωτερικό και έχεις, υποθέτω, δει πώς κινούνται τα πράγματα εκεί· πώς κρίνεις τη σχετική κατάσταση στην Ελλάδα; Υπάρχει τρόπος να βιοποριστεί ένας μουσικός χωρίς να κάνει σημαντικές εκπτώσεις στο έργο του;

Τα πράγματα είναι δύσκολα, παρόλα αυτά η τέχνη ανθεί στα αστικά κέντρα, εκεί όπου ο κόσμος βράζει, γιατί χρησιμεύει ως μέσο εκτόνωσης –όπως συνέβαινε πάντα. Το θέμα είναι πώς ζει κάποιος, αν αποφασίσει να κάνει την τέχνη επάγγελμα… Νομίζω όχι εύκολα. Όμως δύσκολα επιβιώνει κανείς, οποιαδήποτε δουλειά κι αν κάνει πια σ' αυτή τη χώρα. Απ' ότι βλέπω γύρω μου οι εκπτώσεις που λες, είναι μόνιμες: απ' τον έμπορα που πουλάει παπούτσια, τον μουσικό, μέχρι τον συνταξιούχο ο οποίος κάνει έκπτωση απ' το κράτος κάθε μήνα. Είμαστε σε κατάσταση οικονομικού και αξιακού αποπληθωρισμού.

Εσύ, πάντως, κάνεις σχέδια για το μέλλον; Θα επέστρεφες αλήθεια στους Interstellar Overdrive ή θεωρείς ότι ο συγκεκριμένος ήχος είναι κάτι που έχεις αφήσει οριστικά πίσω σου;

Δεν αποκλείεται κάποια στιγμή να ασχοληθώ ξανά με το αγγλόφωνο –στα πλαίσια των Interstellar ή και όχι. Για το άμεσο μέλλον, έχω μια σειρά από άλλα πρότζεκτ που θα 'θελα να ολοκληρώσω. Δεν λέω παραπάνω όμως, είναι έκπληξη!

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured