Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη φορά που άκουσα τη βαθιά φωνή του Θάνου Ανεστόπουλου. Ήταν όταν ακόμα τα ραδιόφωνα έπαιζαν αραιά και που τις “Μέρες Αργίας” και το “Κλόουν Την Τετάρτη Την Κυριακή Νεκρός” των Διάφανων Κρίνων. Από τότε τον έχω δει live πάνω από 30 φορές, τον έχω ακούσει να τραγουδάει μεθυσμένος αλλά και να εκτινάζει μια ολόκληρη συναυλία χάρη στη δυναμική ζωντανή παρουσία του. Τον έχω αγαπήσει όσο μπορώ να αγαπήσω καλλιτέχνη και εν ολίγοις είμαι μάλλον ο πιο ακατάλληλος άνθρωπος στον κόσμο για να κάνει την συνέντευξη που διαβάζετε, όσον αναφορά στο δύσκολο κομμάτι της υποκειμενικότητας. Ωστόσο, ο καλός μας αρχισυντάκτης με εμπιστεύτηκε, ελπίζοντας πως θα μπορέσω να αφήσω για μια φορά στην απ’ έξω τον εαυτό μου και να αντιμετωπίσω το είδωλο μου με θαυμασμό αλλά και αντικειμενικότητα. Κι όλα αυτά με αφορμή τις επικείμενες εμφανίσεις του στην Αυλαία, αύριο Σάββατο 30 του μήνα και το ερχόμενο Σάββατο, στις 6 του Νοέμβρη…

 

 

Στις συναυλίες σου σε έχουμε ακούσει να μελοποιείς ποιήματα γνωστών ποιητών, μεταξύ των οποίων και ποιητών του Μεσοπολέμου –όπως ο Καρυωτάκης, ο Λαπαθιώτης και ο Πολέμης. Τι πιστεύεις ότι έχουν να πουν αυτοί οι άνθρωποι το οποίο πρέπει να ακούσει η σημερινή ελληνική κοινωνία;

 

Σε όλα τα επίπεδα –πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό– τα κοινά είναι πολλά. Βλέπουμε να αντιστέκονται όλοι αυτοί οι ποιητές μας στον σκληρό και απάνθρωπο λόγο αναξιόπιστων κυβερνήσεων και πολιτικών τυχοδιωκτών, σε καιρούς αποπροσανατολισμού και αστάθειας. Κι εμείς χρειάζεται να ανατρέχουμε στα εσωτερικά τοπία αυτών των ποιητών για να ανακαλύπτουμε, να αντλούμε κάθε φορά τη δύναμη για αντίσταση και την ανάγκη για ζωή. Πάντα για μια καλύτερη ζωή. Και ξέρετε ο Καρυωτάκης αγωνιζόταν για μια καλύτερη ζωή, αλλά δεν άντεξε μια τέτοια. Κι απ’ την πράξη αυτή μπορεί κανείς ακόμα να βρίσκει δύναμη για να συνεχίζει να αγωνίζεται.

 

Τι είναι αυτό που έχουν ορισμένα ποιήματα και σε κάνουν να θέλεις να τα μελοποιήσεις;

 

Το πιο βασικό είναι να με συγκινούν.  Και να με αφυπνίζουν. Οι βίοι τους και τα ποιήματά τους. Είναι όμως  κάποια ποιήματα τα οποία δεν μπορώ να τα αγγίξω, δεν μπορεί να τα αγγίξει νομίζω εύκολα κανείς λόγω της δύναμης που ξεχύνεται από το δέος και τη συγκίνηση. Και δεν χρειάζονται τίποτα, ούτε καν να γρατζουνίσω την κιθάρα από πάνω τους μην και λερώσω τη μοναδική τους ψυχή.

 

Στα Διάφανα Κρίνα, πέρα από τον ρόλο σου ως τραγουδιστής, είχες συμβάλει και στιχουργικά. Πλέον φαίνεται ότι προτιμάς να μιλάς μέσα από την ποίηση άλλων. Γιατί διάλεξες μια τέτοια οδό ώστε να επικοινωνήσεις όσα έχεις μέσα σου;

 

Έχω την ανάγκη να κοινωνώ δικά μου συναισθήματα, μέσα από έργα και ανθρώπους οι οποίοι με έχουν εκφράσει περισσότερο στη διαδρομή της ζωής μου που την αφήνω να χαράζεται, να μου δείχνει, να μου φέρνει και να μαθαίνω να αποδέχομαι χωρίς πια να κρατάω τον έλεγχο των πραγμάτων. Έτσι η ζωή θα μου φέρει μπροστά μου ένα ποίημα που θα ταυτιστώ μαζί του, που θα με  βοηθήσει, που θα με εκφράσει. Όπως γίνεται και με τους ανθρώπους. Στην ίδια βάση δίπλα μου στέκονται τώρα μουσικάνθρωποι εξαιρετικού χαρακτήρα και ποιότητας στην τέχνη τους και θα ήθελα να τους αναφέρω όπως θα ανέβουν μαζί μου στη μουσική σκηνή της Αυλαίας τα δύο Σάββατα που μας έρχονται. Είναι ο Τηλέμαχος Μούσας στις κιθάρες και στο θέρεμιν, η Σοφία Ευκλείδου στο βιολοντσέλο, ο Νίκος Γιουσέφ στο ηλεκτρικό μπάσο και στα μουσικά πριόνια και ο νεοαφιχθείς, εξαιρετικός ντράμερ Χρήστος Λιάστος με την φροντίδα του  ήχου από τον Τάκη Κορόρο.

 

Ένας πολύ καλός στίχος σε ένα τραγούδι θα έπρεπε να θεωρείται ποίηση;

 

Οπωσδήποτε. Οι στίχοι του Nick Cave πολλές φορές υπήρξαν για μένα καθαρά ποιήματα, όπως και χιλιάδων άλλων τροβαδούρων-γραφιάδων. Στον κύριο Ζίμερμαν Μπομπ Ντύλαν θα έπρεπε εδώ και χρόνια –αν και δεν συμφωνώ με τα βραβεία– να του ’χει δοθεί το Νόμπελ της Ποίησης… Και για όσους ξέρουν, ποιος αμφιβάλει ότι οι στίχοι του Ροδοστόγλου στα Κρίνα ήταν μόνο στίχοι και δεν ήταν ποιήματα;

 

Εκτός από τραγουδιστής, μουσικός και στιχουργός έχεις ενδιαφέρον και για τη ζωγραφική και έχεις δώσει μουσική σε μια θεατρική παράσταση. Τελικά οι τέχνες συναντιούνται; Μπορεί να αγαπά κάποιος με πάθος τη μια, ενώ τον αφήνει αδιάφορο μια άλλη;

 

Σίγουρα συνδέονται μεταξύ τους τα εκφραστικά μέσα που μπορεί να διαθέτει κάποιος, αλλά χρειάζεται να σκύβουμε πιο πολύ σ αυτό που νιώθουμε πως ξέρουμε να κάνουμε καλύτερα. Για παράδειγμα, στην ανάγκη για να εκφραστώ αντί των στίχων και της μουσικής, θα ζωγραφίσω. Αλλά ζωγράφος δεν είμαι και δεν θα γίνω ποτέ. Και ο Μοντιλιάνι θα μπορούσε να τραγουδήσει, ο Πικάσο να παίζει ωραία κιθάρα και ο Τσαρούχης να χορεύει. Όμως θα συμφωνήσω πως οι τέχνες μπορούν να συναντιούνται, αν αναλαμβάνει να καταθέτει ο καθένας το μερτικό του πάθους του.

 

Όποιος έχει παρακολουθήσει από κοντά την πορεία σου θα έχει μάλλον παρατηρήσει ότι τόσο με τα Διάφανα Κρίνα όσο και τώρα που συνεχίζεις μόνος σου τραβάς στο πρόσωπό σου την αγάπη και τον θαυμασμό ενός φανατικά συσπειρωμένου κοινού, το οποίο σε ακολουθεί σχεδόν παντού. Εσύ ως μουσικόφιλος μπορείς να συναισθανθείς μια τόσο φανατισμένη αγάπη; Έχεις νιώσει ποτέ τέτοια ταύτιση με κάποιον καλλιτέχνη;

 

Κάθε φορά συνδέεται για μένα το έργο ενός καλλιτέχνη με τον βίο του. Δυσκολεύομαι να τα ξεχωρίζω κι έτσι αναπόφευκτα οι ταυτίσεις μου ξεκινάνε από τον βίο αυτού. Συνήθως θαυμάζω και με θέλγουν τα κεφάλαια που έχουν να κάνουν με την καθημερινή πάλη για ζωή και για ανάταση ψυχής και το πώς αυτά περνούν στο έργο τους. Θαυμάζω. Ειδωλοποίηση και οπαδιλίκι, ας μου επιτραπεί η έκφραση, δεν έχω νιώσει ακόμα για κανέναν. Θέλω και αισθάνομαι την αγάπη του κόσμου αλλά αυτή την συναίσθηση πλέον προσπαθώ να την επεξεργάζομαι. Δουλεύοντας καθημερινά και αργά-αργά το κεφάλαιο της ενσυνείδησης.

 

Κατά την προσωπική σου άποψη τι έχουμε κάνει λάθος σαν πολίτες αυτής της χώρας και έχουμε φτάσει σε τέτοιο αδιέξοδο;

 

Εδώ πρέπει να καταφύγουμε σε λεξικά και να ψάξουμε να βρούμε το λήμμα “Έλληνας”. Σε ποια δεκαετία, σε ποιον χρόνο της σύγχρονης και νεότερης ιστορίας δεν έφτανε σε αδιέξοδο; Τα λάθη δεν διορθώνονται όταν συνεχίζονται, όταν όλη η ιστορία μιας χώρας από το δημοτικό σχολείο έχει διατυπωθεί λάθος και προβοκατόρικα και μόνο λίγες εστίες αντιστέκονται πλέον –με φρούδες έστω ελπίδες αποτελέσματος εμπρός στο αδυσώπητο τέρας του τυχοδιωκτισμού και του ατομικισμού. Εδώ δεν χαλάνε σάλιο σήμερα αν γίνεται καθημερινός πόλεμος με αληθινούς νεκρούς δίπλα μας στην πλατεία Αττικής. Αλλά ξέχασα, αυτοί είναι ξένοι, όχι Ελληνάρες. Τα αδιέξοδα τους δεν τα φτιάξαμε εμείς, δεν είναι δικά μας. Πιστεύω εντέλει στη δημιουργία μικρών γόνιμων παρεών. Σ’ όσα βιώνουμε, όσα θα βρίσκονται καθημερινά μέσα στο τώρα ώστε να ταράζουν με ό,τι τρόπο μπορούν –έστω και μέσω της δημιουργικής βίας– τον μεγάλο ύπνο τους και αυτό να προστατεύουν με την ψυχή τους και με το αίμα τους.

 

 

 

Τις περισσότερες φορές, οι άνθρωποι που ασχολούνται με τις Τέχνες είναι μοναχικές και εσωστρεφείς προσωπικότητες, κλεισμένες στον δικό τους κόσμο. Εσύ είσαι σύμφωνος με κάτι τέτοιο ή πιστεύεις ότι οι καλλιτέχνες και οι άνθρωποι του πνεύματος έχουν ευθύνη απέναντι στην κοινωνία, ότι οφείλουν δηλαδή να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της διαμαρτυρίας και να προετοιμάζουν το έδαφος για ένα πιο εύκολο αύριο;

 

Καταρχάς, αισθάνομαι πια πως κανένα αύριο από εδώ και πάνω δεν θα είναι εύκολο. Να ανέχεται ίσως κομματάκι πιο πολύ, ναι… Η εσωστρέφεια και η μοναξιά διαφόρων προσωπικοτήτων σπανίως πλέον αποτελούν αυθεντικά στοιχεία. Για τις τελευταίες δεκαετίες, χρόνο με τον χρόνο η διαφθορά και ο εύκολος πλουτισμός απαλλοτρίωσε το πνεύμα τους, έριξε στη λήθη την ενθύμηση των καταγωγών και των αγνών αφετηριών τους. Ο πατέρας μου, για παράδειγμα, θα πεθάνει και θα τον θυμάμαι σαν άγιο και πολεμιστή. Γιατί στο κεφάλαιο της καθημερινής αφύπνισης και στο κομμάτι της αληθινής γνώσης για το τώρα μέσα από την προσπάθεια της επιβίωσης παραμένει πιο αυθεντικός και πιο χρήσιμος στην κοινωνία από όλους αυτούς τους χαρτογιακάδες και τους πνευματικούς μας αντιπρόσωπους που έχει βγάλει φολίδες η γλώσσα τους από το γλείψιμο και κάλους οι κώλοι τους από τα χρυσά καθίσματα τα οποία απέκτησαν κάνοντας παρέα με τον υπόκοσμο των κέντρων εξουσίας –βολεμένοι πια με το έργο τους στις βιβλιοθήκες, στις γκαλερί και στα δισκοπωλεία. Και αυτοί λουφαγμένοι στις ακίνδυνες σιωπές τους.

 

Το μουσικό είδος το οποίο εκπροσωπείς, το ροκ, σέρνει από πίσω του την διάσημη φράση, “sex, drugs and rock nroll”. Τελικά μπορεί ένας ροκάς να μην παίρνει ναρκωτικά, να μην απατάει τη γυναίκα του και να είναι καλό παιδί;

 

Ναι. Όπως μπορεί ένας σκυλάς να παίρνει ναρκωτικά, να απατά τη γυναίκα του και να είναι κακό παιδί.

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured