Το Avopolis παραβρέθηκε στο 49ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης στις 14 με 23 του Νοέμβρη, όχι τόσο για μια νοητική ή μουσική χαρτογράφηση του συνόλου του φεστιβάλ, αλλά περισσότερο για την καταγραφή μιας δυναμικής εξέλιξης της παρακολούθησης των κινηματογραφικών θεματικών, που απηχεί και περισσότερο θεωρώ στο τρόπο που προσεγγίζεται από το κοινό του. Απόπειρες καταγραφής που ισορροπούν ανάμεσα σε υποκειμενικούς προβληματισμούς και αντικειμενικά εγχειρήματα λοιπόν. Ακολουθούνται σαν βάση οι επίσημες ενότητες του φεστιβάλ, με ιδιαίτερη αναφορά σε χαρακτηριστικά στοιχεία τους με τρόπο που οι ιδιομορφίες τους ορίζουν. Πρόθεση δεν είναι τόσο να οριστούν, οριοθετηθούν, κατηγοριοποιηθούν, και αναλυθούν οι νοηματικές στιγμές, αλλά να βρεθούν τα σημεία εκείνα τα οποία θα επιτρέψουν στον αναγνώστη να ξεπεράσει το παρόν κείμενο, ώστε να ασχοληθεί περαιτέρω με βάση τους προσωπικούς του μουσικούς και όχι μόνο προσανατολισμούς.

 

 

Κατάλληλο για ιντερλούδιο πιστεύω είναι το Akira To Kame/Ο Αχιλλέας Και Η Χελώνα (στο κομμάτι των Ειδικών Προβολών), του Τακέσι Κιτάνο – ο συνειρμός που τυχόν κάνατε με το Κάστρο του Τακέσι είναι απόλυτα σωστός. Ο εξηντάχρονος Γιαπωνέζος σκηνοθέτης αξιοποιεί εδώ το γνωστό αρχαιοελληνικό μαθηματικο-φιλοσοφικό πρόβλημα με τον Αχιλλέα και τη χελώνα, που τρέχουν με σταθερή ταχύτητα, με τον πρώτο να ξεκινά χρονικά δεύτερος και να μην την προφταίνει. Ουσιαστικά έκανε έναν παραλληλισμό με τον κόσμο της τέχνης, προβάλλοντας στον ήρωα Ματσίσου το διαχρονικό καλλιτεχνικό άγος και πώς αυτό είναι δέσμιο ψυχογεωγραφικών χαρακτηριστικών, τύχης και επιρροής των επιμελητών γκαλερί.

 

Στο Διεθνές Διαγωνιστικό βρίσκουμε τον αρκετά, όπως φάνηκε, υποσχόμενο Ρουμάνο σκηνοθέτη Αντριάν Σιτάρου με το Pescuit Sportiv/Κυριακάτικο Ψάρεμα, μια σειρά κωμικοτραγικών γεγονότων τα οποία ακολουθούν ένα κυριακάτικο πικνίκ λίγο έξω από το Βουκουρέστι. Υποστηρικτής κινηματογράφησης με πλάνα που βάζουν οπτικά τον θεατή στη θέση των ηρώων, σε κατ’ ιδίαν συνέντευξη αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στο ότι πιθανότατα ένα από κύρια κοινά στοιχεία του σύγχρονου ρουμάνικου κινηματογράφου είναι η καθόλου ή επιλεκτική χρήση μουσικής, με διαφορετική προσέγγιση στην αφήγηση σε σχέση με άλλες βαλκανικές παραγωγές από τη Σερβία, την Αλβανία, ή την Κροατία. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του αλβανικού φιλμ Koha E Kometes/Ο Καιρός Του Κομήτη του Φατμίρ Κότσι, κοινωνικο-πολιτικό σχόλιο του βαλκανικού ζητήματος. Περνώντας με ευκολία ο Κότσι από το κωμικό στο τραγικό παρουσιάζει σε μια σκηνή την ομάδα των Μουσουλμάνων ηρώων της ταινίας να παίζει μουσική δίπλα σε ένα ρυάκι, ώσπου έρχεται μια άλλη ομάδα ατόμων στην αντίπερα όχθη, που αυτοσυστήνονται ως Μακεδόνες και αρχίζουν να κατηγορούν τους ήρωες ότι τους έκλεψαν την παραδοσιακή τους μουσική – αλλά όπως και να έχει οι ίδιοι λέει ήξεραν να την παίζουν καλύτερα. Για να δείξει την ανθρώπινη παράνοια και θρησκευτική προσκόλληση ο Κότσι κορυφώνει την ταινία του με τη σταύρωση μια νεαρής Καθολικής και τον ενταφιασμό ενός Μουσουλμάνου, με σκοπό να δουν ποιος θεός θα σώσει ποιον. Σε παρόμοιους κριτικούς άξονες κινείται και η Turneja/Περιοδεία του Γκόραν Μάρκοβιτς, ο οποίος σκιαγραφεί την ταραγμένη περίοδο του 1993 στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη μέσω μια θεατρικής τουρνέ ενός θιάσου από το Βελιγράδι, με τη σκηνή που η Jadranka απαγγέλει αρχαία τραγωδία μπροστά σε ένα απόσπασμα Μουσουλμάνων στρατιωτών να μένει χαραγμένη στη μνήμη του κοινού για αρκετό καιρό. Από Τις Ματιές Στα Βαλκάνια πίσω στο Διεθνές Διαγωνιστικό και σε μια άλλη ταινία που έκανε αίσθηση και άφησε ευχάριστες αναμνήσεις – το Le Bruit Des Gens Autour/ Ο Θόρυβος Των Άλλων Γύρω Μας του πολυπράγμονα Γάλλου Diastθme (ψευδώνυμο που δανείστηκε από τo όνομα του rock συγκρότηματος το οποίο είχε ως έφηβος), όπου παρακολουθούμε τις εύθραυστες σχέσεις μιας ομάδας καλλιτεχνών στο φεστιβάλ της Αβινιόν. Ο Diastθme χρησιμοποιεί και το “Rain On Me”του Tom Waits – ο τελευταίος δεν ζητάει αμοιβή για τη χρήση των τραγουδιών του (όταν επιτρέπει βέβαια την χρήση τους) και όταν ρωτήσαμε τον Diastθme πώς συμφώνησε, είπε ότι το μόνο που ζήτησε είναι μια κόπια της ταινίας για να δει αν του αρέσει.

 

Η καρδιά όμως τον κινηματογραφικών προβολών, όπως αποδείχτηκε, ήταν το νέο κομμάτι του φεστιβάλ, το Πειραματικό Φόρουμ, με αφιέρωμα στον ουγγρικό πειραματικό κινηματογράφο, με τα παραδείγματα του Στούντιο Μπέλα Μπάλαζ και του Ιβάν Λάντισλαβ Γκαλέτα – με γύρω στα 60 λεπτά κινηματογράφου μέσα σε 20 χρόνια ο Γκαλέτα δημιούργησε μικρά εννοιολογικά αριστουργήματα. Το Μπέλα Μπάλαζ σχηματίστηκε το 1959 ως κινηματογραφική λέσχη και από το 1961 λειτούργησε ως δημόσιος οργανισμός (και τμήμα ως τα τέλη της δεκαετίας του 1980), καταφέρνοντας να εξελιχθεί την περίοδο που ο Γιάνος Κάνταρ εισήγαγε τη μερική αποσταλινοποίηση, εκμεταλλευόμενο την έλλειψη πολιτικο-πολιτιστικού συγχρονισμού ανάμεσα στις χώρες του τότε ανατολικού μπλοκ. Το Στούντιο, όπως αναφέρει ο Μίκλος Έρχαρτ, απολάμβανε εξαιρετικά προνόμια ως προς τον κεντρικό έλεγχο σε σχέση με άλλα κρατικά κινηματογραφικά στούντιο. Αν και οι επίσημοι φορείς αρνούνταν τη διανομή των παραγωγών του Μπέλα Μπάλαζ, ποτέ δεν μπόρεσαν να εμποδίσουν τη χρηματοδότηση, δημιουργία και αρχειοθέτησή τους. Μέσα στις διάφορες παραγωγές που προβλήθηκαν ήταν και το Jegkremballett/Παγωτομπαλέτο, απαρτιζόμενο από ταινίες μικρού μήκους με θέμα το θρυλικό τζαζ-πανκ συγκρότημα Einstein Committee. To συγκρότημα χαρακτηρίστηκε ως underground αν και οι δύο δίσκοι που έβγαλε χρηματοδοτήθηκαν από το κράτος. Ο Ουόχορν, αρχηγός του συγκροτήματος και μέλος του Μπέλα Μπάλαζ, ανέφερε χαρακτηριστικά: «οι Κομμουνιστές δεν καταλάβαιναν αυτή τη νέα μουσική, αλλά μπορούσες να την σκαπουλάρεις κάτω από τη μεταμφίεση της τέχνης». Το Στούντιο παρείχε υποστήριξη σε καλλιτέχνες μουσικούς, με παραγωγή πρωτότυπων μουσικών soundtrack διάσημων συνθετών όπως οι Έοτβος και Βιντόφσκι, και αποτέλεσε ένα μοναδικό φαινόμενο συνεισφέροντας μια αντιεμπορική νοοτροπία στην ουγγρική τέχνη, η οποία ήταν πιο γνήσια από το Δυτικό Fluxus.

 

Η αυτονομία και αυθεντικότητα του καλλιτέχνη είναι πάντα ένα σημαντικό ζήτημα. Κάπου εκεί πατάει και το σύγχρονo DIY. Σε μια τέτοια λογική δομήθηκε και το Project Moonshine από τον Μάικλ Όλμπραιτ, μια μη κερδοσκοπική εταιρία με στόχο να διδάξει κινηματογραφικές πρακτικές σε εφήβους. Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία είναι το ντοκιμαντέρ-καταγραφή της συναυλίας των Sonic Youthστο Ρίνο τον Ιούλιο του 2006, το οποίο προβλήκε και στο φεστιβάλ στο πλαίσιο της κατηγορίας Ημέρες Ανεξαρτησίας. Σύμπτωση ή όχι, το πρώτο πρότζεκτ ταίριαξε άριστα και με τη φιλοσοφία της μπάντας, που πάντα δημιουργούσε κάπου γύρω από τη φράση «Once the music leaves your head it’s already compromised» (από το Experimental Jet Set, Trash And No Star). Ο Όλμπραιτ ήρθε και στη Θεσσαλονίκη για να συμμετάσχει και σε δύο άλλα πρότζεκτ για το φεστιβάλ – την κινηματογράφηση της συναυλίας των Baobab και μιας πολύ ενδιαφέρουσας σύμπραξης βουβού κινηματογράφου (kφrkarlen/Η Άμαξα Φάντασμα) και πειραματικής ορχηστικής μουσικής από τους Good Luck Mister Gorsky και Eventless Plot σε μια κατάμεστη αίθουσα. Στις Ημέρες Ανεξαρτησίας βρισκόταν και το αφιέρωμα στον Terence Davies. Έξοχο παράδειγμα μιούζικαλ η ταινία του Distant Voices, Still Lives/Μακρινές Φωνές, Ασάλευτες ζωές με τους ήρωες να λένε τραγούδια εποχής σε οικογενειακές συναθροίσεις στην παμπ της γειτονιάς.

 

Από τις ελληνικές συμμετοχές ενδιαφέρον είχε η σύμπτωση δύο ταινιών γύρω από τη Νίσυρο – Ο Αρσιβαρίστας Και Ο Άγγελος και Κρυμμένα Μυστικά-Αθανασία. Τη μουσική στην πρώτη ταινία την έγραψε ο Νίκος Παπάζογλου, ενώ στη δεύτερη ο Γιώργος Ανδρέου. Διαφορετική η προσέγγιση στη χρήση της μουσική στις δυο ταινίες, με περισσότερο παιχνίδι με τη σιωπή στη δεύτερη, για την οποία δημιουργήθηκαν και αντιγνωμίες για το κατά πόσον η ακόμα και ελάχιστη χρήση μουσικής στις συναισθηματικά φορτισμένες στιγμές πετύχαινε να υποστηρίξει το συναίσθημα και όχι να το αποφορτίσει υπερβάλλοντας. Ιδιαίτερη και πολύ όμορφη στιγμή ο χορός της Κλαυδίας Ζαραφωνίτου το βράδυ της Αποκριάς στο Ο Αρσιβαρίστας Και Ο Άγγελος. Να ψάξετε επίσης και την πολύ δυνατή ταινία-πρόκληση της καθημερινότητάς μας Ισοβίτες. Πέρα από τις προβολές, η εταιρία Ελλήνων Σκηνοθετών έβγαλε και μια συλλεκτική συλλογή με ένα μουσικό θέμα από τις ταινίες που συμμετέχουν στα εθνικά κρατικά βραβεία, όπου παρουσιάζονται τραγούδια όπως το “Pin” του Κ.Βήτα, “Θέμα 1” από Soumka, “Ο Χορός Της Δήμητρας” από τον Νίκο Παπάζογλου κ.α.

 

Ένα φεστιβάλ, όπως καταλαβαίνετε, έχει τόσες παράλληλες εκδηλώσεις και θεματικές ώστε είναι αδύνατον να περιγραφούν σε ένα μόνο άρθρο. Το αφιέρωμα στον Μάνο Ζαχαρία, το ντοκιμαντέρ Cafθ de los Maestros και η τιμητική εκδήλωση στον Gustavo Santaolalla, η καταπληκτική συναυλία του Κουστουρίτσα και της μπάντας του, τα πάρτυ, οι προγραμματισμένες συζητήσεις με σκηνοθέτες και άλλους κινηματογραφικούς παράγοντες, οι αυθόρμητες συνάξεις, η ψυχολογία του κοινού στους χώρους του φεστιβάλ, η ίδια η πόλη, είναι θέματα που απαιτούν αρκετά bytes. Όπως και να έχει, βρισκόμαστε λίγο πριν υποδεχτούμε το 2009 και ο κόσμος έχει ήδη προσθέσει την οικολογική διάσταση στα επερχόμενα πλάνα του, από clubs μέχρι hardware – έτσι και το 49ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης τελείωσε με την υπόσχεση του χρόνου να είναι πράσινο. «Green is the new black»…

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured