Οι εκ Αλαμπάμα αδερφές Pierce είναι και πάλι εδώ, με το 5ο άλμπουμ της καριέρας τους, 3 χρόνια αφότου εκτόξευσαν την τιμή των μετοχών τους στο ποπ/ροκ «χρηματιστήριο» με το "You'll Be Mine". Το τελευταίο το ακούσαμε (κυριολεκτικά) παντού, αν και οι πιο ενημερωμένοι μουσικόφιλοι ξέραμε πως ήταν ο προηγούμενος δίσκος –το Thirteen Tales Of Love And Revenge του 2007– που είχε ταράξει τα νερά. Γιατί ήταν το δηλητηριώδες φτύσιμο του celebrity lifestyle στο “Boring” κι εκείνο το ανατριχιαστικό “Secret” (έγινε soundtrack των αμερικάνικων σειρών για τα κακομαθημένα, πλούσια νιάτα) που μας έκαναν να προσέξουμε τις δύο όμορφες υπάρξεις με το άψογο στυλ και τα αγγελικά πρόσωπα, οι οποίες διηγούνταν όμως σκοτεινές ιστορίες από τον κόσμο των θλιβερών ρομάντζων. 
 
Πλέον, δεν είναι έτσι τα πράγματα. Η εκδίκηση (μάλλον) πάρθηκε και τη θέση της πήρε η ανάγκη για έρωτα, αφοσίωση και όρκους αιώνιας αγάπης, με έναν χίπικο αέρα να πνέει στο βάθος. Το φετινό Creation συνεχίζει λοιπόν ό,τι ξεκίνησε το You & I του 2011, με τη μόνη διαφορά πως γράφτηκε μετά την εμπειρία των Pierces με το ψυχοτρόπο φυτό ayahuasca. Μην περιμένετε πάντως ψυχεδελικά πειράματα και τέτοια. Αντίθετα, η Allison και Catherine αποφάσισαν να εισάγουν διάσπαρτα ηλεκτρονικά στοιχεία στις κιθαριστικές τους μελωδίες, καθώς και ορισμένες φουτουριστικές αναφορές –διακριτές από το εξώφυλλο του άλμπουμ μέχρι και τα πρόσφατα βιντεοκλίπ τους.
 
Τρανταχτά παραδείγματα, τα δύο singles “Creation” και “Kings” ή αλλιώς τα δύο δυνατά χαρτιά της νέας τους δουλειάς. Το μεν πρώτο αποδεικνύεται ιδανική εισαγωγή στην τελευταία, με τα κρουστά στο φόντο και τους υπέροχους στίχους αγάπης και αφοσίωσης να το κάνουν ακαταμάχητο. Καρδιά όμως του άλμπουμ είναι δίχως άλλο το δεύτερο: από τη μπιτάτη αρχή με τα βγαλμένα από τα 1980s synths ως την κορύφωση που φέρνει το «εμψυχωτικό» ρεφρέν, μιλάμε για ένα εθιστικό διαμάντι, το οποίο λατρεύεις από την πρώτη κιόλας ακρόαση. Υπάρχουν ασφαλώς κι άλλες αξιόλογες στιγμές στο Creation. Σε παρασύρει λ.χ. η μελαγχολία του “I Can Feel” –ένας ύμνος στην ανιδιοτελή αγάπη– ενώ θαυμάζεις για ακόμα μία φορά τον τρόπο με τον οποίον οι φωνές τους συμπληρώνουν η μία την άλλη στο (πιο ταξιδιάρικο) “Come Alive”. 
 
Αλλά μετά από αυτά τα ωραία, ξεκινάνε τα προβλήματα. Το συναίσθημα είναι εκεί, οι ερμηνείες των Pierces μπλέκονται γλυκά η μία μέσα στην άλλη, ο δίσκος ρέει ευχάριστα. Κάτι λείπει, όμως· και το καταλαβαίνεις όσο προχωράς. Παρά δηλαδή τη δυνατή αρχή, το Creation σύντομα βυθίζεται στο μοτίβο «αγάπησέ με, κουτέ, είμαι εδώ, δεν με βλέπεις;». Κι έτσι, μένουμε με ανούσιες ποπ μπαλάντες σαν τα “The One I Want” και “Flesh And Bone”, να αναρωτιόμαστε πού πήγαν οι αιχμηροί στίχοι και τι απέγινε η γοητευτική ειρωνεία του ντουέτο από το Λος Άντζελες –εκείνο το σφάξιμο με το γάντι, το τσαγανό, η αυταρέσκειά τους. 
 
Οι Pierces είναι ταλαντούχες, δεν χωράει συζήτηση για κάτι τέτοιο. Όμως στο 5ο τους αυτό άλμπουμ τις έφαγε μάλλον η ανάγκη της ασφάλειας, το άγχος μην και ξεμακρύνουν από τη συνταγή που τους εξασφάλισε την καταξίωση, μην και πνιγούν κολυμπώντας σε πιο βαθιά νερά. Και είναι κρίμα, μπορούν σίγουρα περισσότερα από μια δουλειά με 2-3 κράχτες μα ελάχιστες εκρήξεις.
 

{youtube}4X_OWTDdlIw{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured