Το συμπαθές ζωντανό, εντάξει... Εκείνος ο κώνος των αυτοκινητοδρόμων στην καμπούρα του, όμως, η ταμπέλα και ειδικά το σπαρτό το γρασίδι δεν καταπίνονται με την καμία. Τουτέστιν, έχεις στα χέρια σοβαρό (σοβαρότατο) δείγμα εγχώριας ποιμενικής ψυχεδέλειας και επιλέγεις για οπτικό προπομπό φύση εξπρές από βιομηχανοποιημένο τσουβάλι;;; Βάλε και μπαμπού σαλοτραπεζαρία δηλαδή, κάτω από πέργκολα χρώματος κρεμ. Με το συμπάθιο, που λένε και στο χωριό μου, αλλά αυτό δεν είναι εξώφυλλο άλμπουμ, είναι κήπος εξοχικού στους Αγίους Θεοδώρους. Εικάζω πως η επιλογή βαραίνει την εταιρεία, οπότε προς αυτή την κατεύθυνση –κυρίως, κι όχι εξ’ ολοκλήρου– στρέφονται οι παραπάνω «βολές». Πάντως, πέραν της όποιας οπτικής αισθητικής, η εντός των τειχών μουσική βιομηχανία όφειλε εδώ και καιρό (αν και το διαθέτω ένα ζήτημα με τις πάσης φύσεως οφειλές) να βάλει πλάτη, ώστε να αποτυπωθεί δισκογραφικά τούτη η ζωντανή σύμπραξη –δεκατέσσερα χρόνια πριν, ανήμερα μεγάλη Πέμπτη, στο jazz κλαμπ Παράφωνο, για όσους είναι των χωροχρονικών δεδομένων. Κι ας μην αναλωθώ εδώ σε λεπτομέρειες για τη βιρτουοζιτέ του Τάκη Μπαρμπέρη στην (τζαζ) κιθάρα πέραν των ορίων του Εν Παραλλήλω, πόσο μάλλον για εκείνη του Πετρολούκα Χαλκιά στην ποιμαντική του κλαρίνου.Πριν καν οι δυο άνδρες πατήσουν τη συγκεκριμένη σκηνή, είναι σχεδόν αυτονόητο πως η πρόκληση βαραίνει σημαντικά προς το μέρος του Μπαρμπέρη. Αυτός είναι που θα πρέπει να βρει τους κανόνες συμπλοκής με το κόλπο του Χαλκιά, το οποίο λίγο-πολύ πατάει σε μορφοποιημένες σταθερές, κι έχει πολύ συγκεκριμένους κώδικες. Επίσης, αυτός είναι που καλείται να αντιμετωπίσει και να διαχειριστεί το εκτόπισμα όχι μόνο της τέχνης (με την αρχαία έννοια) του Πετρολούκα, αλλά και της ίδιας της ηχητικής φύσης του κλαρίνου. Απ’ τη βαλκάνια μάνα του, το κλαρίνο ούτε καπίστρι σηκώνει εύκολα, ούτε συμπρωταγωνιστές. Είναι τέτοια η υφή του ήχου και η παρουσία της στον χώρο –σα μικρός ήλιος. Ο Μπαρμπέρης, λοιπόν, καταθέτει διαπιστευτήρια, μετερχόμενος την απαραίτητη για την περίσταση ταπεινότητα, συν την ελαστικότητα κιθάρας και τεχνολογίας. Αφήνει το πνευστό να λάμψει μονάχο με φουλ ένταση και θέρμη, για να κερδίσει προοδευτικά θέση πλάι του, όχι πάνω στη βάση της ηλίθιας απλοποίησης που θέλει την ισότητα συνώνυμο της ομοιότητας, αλλά ως συνοδοιπόρος ο οποίος καταθέτει τη δική του σοφία. Ειδικά καθώς συντρέχει τα στιβαρά φυσήματα, είναι λες και ραπίζει ευγενικά τα φυλλοβόλα δάση της Πίνδου. Ελαφρώς χαμηλότερα στέκει όταν αναπαράγει ανακλαστικά τη φρασεολογία του Χαλκιά, ανασυρμένη απ' το βαθύ πηγάδι της ηπειρώτικης παράδοσης. Εδώ η σύγκριση σε πραγματικό χρόνο μοιάζει αμείλικτη. Ειδικά τα φίλτρα της κιθάρας του, μάλλον σφίγγονται εμπρός στους φυσικούς θαλάμους αντηχήσεων του κλαρίνου –αναφέρομαι στο ευρύτερο αισθητικό αποτύπωμα των παιξιμάτων, όχι στην ηχητική ιεραρχία. Βέβαια, ακόμα και σ’ αυτές τις περιπτώσεις, υπάρχει το απαραίτητο ρυθμικό υπέδαφος –πάντα ικανό να λειτουργήσει ως συνεκτικό στοιχείο. Ο Κώστας Καλογήρου με την τάμπλα και τα κρουστά του, εμπλουτίζει εξ’ ανατολάς τα ηπειρώτικα μετρήματα, δίχως να αλλοιώνει τη δωρικότητα της φύσης τους.Τελικά, εκείνο το Εν Παραλλήλω του τίτλου κρέμεται απειλητικά πάνω απ' την ηχογράφηση τόσο πριν όσο και καθ' όλη τη διάρκειά της, καθώς πάντα ενυπάρχει ο κίνδυνος δυο παράλληλων πορειών που τελικά ξεχνάνε να συμπλεχτούν. Ωστόσο, έστω και μέσω της μετρημένης συνδιαλλαγής, ο σκόπελος ξεπερνιέται βήμα-βήμα, για να οδηγηθούμε σε μια έμορφη ποιμενική ψυχεδέλεια, η οποία ξεκινά απ' το εγχώριο και απλώνεται στο διεθνές.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured