Αντί προλόγου, καταγράφω πολωτικά συμβάντα δυο δεκαετιών που άπτονται της εγχώριας δισκογραφίας. Την εδώ και χρόνια απόσυρση των Ελλήνων συνθετών απ’ την κεντρική σκηνή του ενδιαφέροντος απ’ τη μια, αλλά και τον φωτολουσμένο συμβιβασμό κάποιων εξ’ αυτών από την άλλη. Την στροφή προς εσωτερικές διαδρομές και την άρση του ζητούμενου της επικοινωνίας πέραν στενών κύκλων και εξειδικευμένων κοινών, αλλά και την αντίπερα συνεχιζόμενη θωπεία συλλογικών συναισθηματισμών για μια θέση κάτω απ’ τον προβολέα. Δεν αποδίδω προσωπικές ευθύνες, τα φαινόμενα διαθέτουν πολλαπλές αναγνώσεις: δισκογραφικό σκηνικό, κοινωνικό σκηνικό, μουσικές εξελίξεις, η εμπειρία της ακρόασης στις σημερινές κοινωνίες, αδιέξοδα της λόγιας μουσικής, όλα τους θα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψη.    Εάν τώρα τοποθετήσω τον Μανώλη Γαλιάτσο σε σημείο εξ’ ίσου μακριά απ’ τους δυο παραπάνω πόλους, νομίζω πως θα προσεγγίσω αρκετά την αλήθεια για το έργο και τη διαδρομή του – όσο τέλος πάντων μου το επιτρέπει η a priori χοντράδα άλλης μιας κατηγοριοποίησης. Την οποία χοντράδα μπορεί εύκολα να εξαλείψει το οργανικό εγχείρημα του Θάλασσες Των Μικρών Λάμψεων ύστερα από μία τουλάχιστον ακρόαση. Κάπου εδώ, ανοίγω παρένθεση σηκώνοντας τους αντίχειρες στην Puzzlemusik για τους ανοιχτούς της ορίζοντες και τη στιβαρή πλάτη που βάζει σε όλο και πιο διαφορετικούς δημιουργούς. Επιστρέφοντας στην ακρόαση απαντάμε ένα πειστικό δείγμα σύγχρονης λογιότητας και μάλιστα στη ρομαντική τoυ έκφανση. Μια διέξοδο της λόγιας μουσικής απ’ τα στεγανά και τους απαρέγκλιτους τρόπους της, μέσω της συνομιλίας με την αχανή pop όχθη. Μέσω της τεχνολογίας, του ηλεκτρισμού και των δρόμων που ανοίγει ένα στούντιο των ημερών μας. Και καλά θα κάνουμε να μην συγχέουμε το σύγχρονο με το μοντέρνο: υπό αυτή την έννοια, το Θάλασσες Των Μικρών Λάμψεων του Μανώλη Γαλιάτσου θα μπορούσε να λάβει θέση σε οποιαδήποτε απ’ τις τελευταίες πέντε δεκαετίες, και να σταθεί όρθιο δίχως σημαντικούς συμβιβασμούς. Αν και φρονώ πως όσο αναζητούμε στο παρόν το δυνατόν άχρονο, τόσο κάποιες στιγμές του θα μοιάζουν υπερβολικά αγκυλωμένες σε αισθητικές συγκεκριμένων εποχών.  Σε πυρηνικό αγωγό των παραπάνω ανάγεται η ενορχήστρωση, η οποία παίρνει τη θέση που της αξίζει ως συνολικό εκφραστικό μέσο – πέραν των επί μέρους οργάνων και των ποιοτικών τους δυνατοτήτων. Μόνο εύκολο δεν είναι να συγκεράσεις τόσο ετερόκλητους ηχητικούς κώδικες (από όμποε και τρομπέτα, μέχρι ντραμς και θόρυβο) κάτω από μια κοινή γλώσσα η οποία θα αποδειχθεί ικανή να εκφράσει ένα συνολικό όραμα. Η ποικιλία μονάχη, άλλωστε, δεν εξασφαλίζει αισθητικές κορυφές, αλλά μπορεί μάλιστα ανά πάσα στιγμή να αμφισβητήσει συνοχή και ροή – στο καλό σενάριο. Εδώ η διαχείρισή της κρίνεται σχεδόν υποδειγματική, αν και προσωπικά διαθέτω κάποιες μικρές ενστάσεις. Στην υφή του ήχου της ηλεκτρικής κιθάρας για παράδειγμα, που αναδύει μια πολύ συγκεκριμένη ρετρίλα.       Κλείνω τον κύκλο γυρίζοντας στα προλογικά: το Θάλασσες Των Μικρών Λάμψεων δεν χαϊδεύει αυτιά –  αποζητάει την προσοχή για να προσφέρει. Ούτε, βέβαια, ανασηκώνει τίποτα τείχη γύρω του. Σε αφήνει να το προσεγγίσεις, επειδή δεν επιτρέπει στον εαυτό του κανενός τύπου περιχαράκωση κι όχι γιατί αποζητά μανιωδώς τρόπους να σε εκβιάσει συναισθηματικά – κι αυτά τα δύο αν μην τι άλλο τα χωρίζουν όχι θάλασσες, αλλά ωκεανοί ολάκεροι.          

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured