Διαμαντής Διαμαντίδης

Τετάρτη βράδυ, καιρός αλλοπρόσαλλος για αρχές Φλεβάρη, και οδεύω ν' ακούσω τον τραγουδοποιό Ορέστη Ντάντο στην τρίτη κατά σειρά και τελευταία εμφάνισή του (γι' αυτήν την περίοδο) στο club του Σταυρού του Νότου. Ομολογώ πως, αν και τα τραγούδια του τα έχω «πάρει γραμμή» που λένε εδώ και κάμποσο καιρό, ποτέ δεν έτυχε να τον παρακολουθήσω από κοντά. Και είναι μια διαδικασία αναγκαία, αφού ανέδειξε περισσότερο ένα υλικό που διαθέτει αυταπόδεικτη ποιότητα, καθώς και μία υψηλή, «εκρηκτική» αισθητική ήδη από τη δισκογραφική του εκδοχή.

Ntantos_2.jpg

Λίγο μετά τις 10 και μισή, οι Λεωνίδας Πετρόπουλος (μπάσο, πιάνο), Γιώργος Καρδιανός (ηλεκτρική κιθάρα), Στέφανος Σακελλαρίου (τύμπανα), Γιώργος Φιλικόζης (επιμέλεια ήχου) & Ορέστης Ντάντος (πιάνο, ακουστική κιθάρα, ολίγη φυσαρμόνικα και τραγούδι) κατέλαβαν με συστολή αλλά και με αποφασιστικότητα τα πόστα τους. Ξεκινώντας με την επική "Αλάνα" –το εναρκτήριο άσμα από το πρόσφατο, 3ο άλμπουμ του Θα Το 'Κανα Ξανά– ο τραγουδοποιός εισήλθε δυνατά σε ένα σετ που, όπως απεδείχθη, δεν θα έκανε «κοιλιά» σε κανένα του σημείο.

Με αφαιρετικές, πλούσιες ενορχηστρώσεις, με γεμάτες, δυναμικές αυξομειώσεις, με την αισθαντική φωνή του Ντάντου να πρωτοστατεί και να ξεχωρίζει –τόσο λόγω της όμορφης αφηγηματικής της διάθεσης, όσο και της στιβαρότητάς της– αλλά και με στίχους ευθύβολα περίτεχνους, οι επί σκηνής πρωταγωνιστές πρόσφεραν ένα μεστό δίωρο (παρά κάτι), κρατώντας προσηλωμένο το κοινό. Τα τραγούδια αντλήθηκαν και από τα τρία μέχρι στιγμής άλμπουμ του Ντάντου, ενώ πού και πού έκαναν την εμφάνισή τους και απρόβλεπτες διασκευές, οι οποίες κολάκευσαν την ηχητική και υφολογική προσέγγιση που επέλεξε η ομάδα.

Ntantos_3.jpg

Η φωνή και η ερμηνεία του Ντάντου μου φέρνουν στο μυαλό τον πρώιμο Παύλο Παυλίδη των Ξύλινων Σπαθιών, αλλά οι χυμοί τόσο στο ηχόχρωμά του όσο και στην εκφορά του λόγου του, είναι αυθεντικοί, πλούσιοι και διεισδυτικοί. Συνάμα, τα στοιχεία που αντλεί από το διεθνές στερέωμα –οι εναλλακτικά ροκίζουσες ενορχηστρώσεις, ας πούμε– μα και η προσεγμένη ηχοληψία αποτελούν γερά χαρτιά για τη συγκεκριμένη παρέα. Ακούγοντας προσεκτικά τη μουσική και τα λόγια, διέκρινα στοιχεία από τους Electric Light Orchestra, τους Elbow, τους αγαπημένους μου Eels, αλλά μια πιο φορμαλιστική και ανάλαφρη σύνδεση με ημεδαπούς καλλιτέχνες σαν τον Κτίρια Τη Νύχτα, τον Νίκο Χαλβατζή και τον Γιώργο Ζαχαρόπουλο.

Μία υφέρπουσα post-pop αισθητική είναι κάτι ακόμα που αναγνώρισα στα τραγούδια του Ορέστη Ντάντου, διόλου αποσπασματική και καθ' όλα ξεκάθαρη ως προς τη στόχευσή της. Εδώ έχουμε λοιπόν να κάνουμε μ' έναν τραγουδοποιό που φαίνεται πως ακούει μουσική, πλαισιωμένο από μια επίλεκτη ομάδα η οποία κάνει μπαμ πως λειτουργεί περισσότερο ως γκρουπ, παρά ως «κατά παραγγελία» μουσικοί: το γνωστό «session-ιλίκι» δηλαδή, που συνοδεύει, αλλά πολλές φορές μαστίζει (εξαιτίας της απόστασης την οποία κρατά από το υλικό) κάθε νέα φωνή που προσπαθεί να προσφέρει μια πρωτότυπη και συμπαγή πρόταση στα εγχώρια πράγματα.

Ntantos_4.jpg

Όσον αφορά στα τραγούδια, όλα αποδόθηκαν αψεγάδιαστα και ψυχωμένα, ενώ οι εναλλαγές ύφους και διάθεσης συνέβαιναν εντός ενός πλαισίου το οποίο καθορίστηκε ξεκάθαρα από την πρώτη στιγμή. Η μυσταγωγία, ο αυτοσαρκασμός, το εσωτερικό χιούμορ και η αισθαντικότητα που κυριάρχησαν καθ' όλη τη διάρκεια του σετ, ήταν εκείνα που έκαναν και τα νοήματα να φτάσουν στ' αυτιά χωρίς περιστολές Επιπλέον, αυτός ο τόσο πλούσιος ήχος της μπάντας, πρόσφερε ακόμα μεγαλύτερη αξία σε τούτη τη βραδιά.

Εκτός από την «υπερχίτ» επέλαση του "Διασκεδάστε", την ανάλαφρη τρυφερότητα του "Ανοιχτά", τη μελαγχολική μα εξαιρετική "Επαρχία", αλλά και τη μπαλανταδόρικη πιανιστική στιγμή του "Κοντεύει Έξι", οι μελωδίες και οι στίχοι απέβησαν αρκούντως ταξιδιάρικοι, και με έμπασαν με ευκολία στον κόσμο που έχει οικοδομήσει με γνήσιο και κάθιδρο κόπο ο Ντάντος με το γκρουπ του. Άλλες δυνατές στιγμές στάθηκαν ο "Μάρτης" (η εκδοχή του για την κρίση, όπως μας είπε από μικροφώνου ο τραγουδοποιός), το "Σκάβω Τρύπες Στο Κελί" –με κάτι από Mano Negra στην «κιθαροδήγητη» ακουστική του ορμή– αλλά και το πολύ καλό "Συνεργεία Παντού", που έχει κάνει ήδη αίσθηση στο ακροατήριο.

Ntantos_5.jpg

Σχετικά με τις διασκευές, πέρα από τις εκδοχές της χατζιδακικής "Μαριάνθης Των Ανέμων" και του λενοπλατωνικού "Κοπερτί" που θα μπορούσαν και να λείπουν, η απόδοση της "Μάσκας Που Κρύβεις" από τις Τρύπες, η ξεσηκωτική προσέγγιση στον "Άγουρο Και Την Κόρη" –ένα παραδοσιακό τραγούδι από την Κάρπαθο– αλλά και η ροκίζουσα απόπειρα στο κλασικό του Θανάση Παπακωνσταντίνου "Κάτω Απ' Το Μαξιλάρι", θαρρώ πως ήταν περισσότερο ταιριαστές στον ήχο, στην παράσταση και στην περίσταση.

Θα ήθελα να σταθώ λίγο σε αυτή καθαυτή παρουσία του Ορέστη Ντάντου και να δικαιολογήσω την σύνδεση που έκανα πιο πριν με τους αγαπημένους μου Eels: η εκφραστικότητα και η θεατρικότητα στην ερμηνεία, η στάση του σώματος, αλλά και η οχύρωση του ερμηνευτή πίσω από το πιάνο –με μόνο όπλο τη φωνή και την κιθάρα του, σαν «ταμπουρωμένος σε οδόφραγμα», περιμένοντας τα πάντα, μα και προετοιμασμένος για εκείνα– έχει κάτι από τη μελαγχολική, εσωτερική κραυγή του Mark Oliver Everett. Τέτοια στοιχεία κάνουν έναν καλλιτέχνη τουλάχιστον ενδιαφέροντα, ενώ προσδίδουν κι ένα ειδικό βάρος τόσο στο έργο του, όσο και στη ζωντανή του παρουσίαση. Ιδιαιτερότητα, απόκλιση, πρωτοτυπία.

Ntantos_6.jpg


Τελικά, εκείνοι που λένε «θα το κάνω, κι όπου βγει» διακρίνονται από χιλιόμετρα. Και ο Ντάντος έχει πολλά να πει και να τραγουδήσει: διαθέτει ένα όραμα καθαρό, η προοπτική του οποίου δεν σταματά στις κακοτοπιές και στα όρια της ελληνόφωνης «ροκ σκηνής» που, κακά τα ψέματα, δεν υφίσταται πια με κανέναν τρόπο, όσο κι αν θα ευχόμασταν το αντίθετο. Όταν λοιπόν η όποια ουσία συνοδεύεται από σκληρή δουλειά, φαντασία, επιμονή, υπομονή και παρουσία, τότε έχει και αποτέλεσμα και εξέλιξη, αλλά και διάρκεια. Παρακολουθήστε τον Ορέστη Ντάντο, τόσο δισκογραφικά, όσο και συναυλιακά. Αξίζει πολλά.

{youtube}etGOv5RuyPk{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured