O διάλογος είναι χάρτινος, οι διάσημοι ηθοποιοί δεν ξέρουν τι ρόλο έχουν και τι κοιτάνε μπροστά στο πράσινο τοίχο του studio και τη δράση της ταινίας την έχουμε ξαναδεί. Όμως το Kong: Skull Island είναι  ένα monster movie που μπορείς μέχρι και να απολάυσεις, παρά την καρτ-ποστάλ σκηνοθεσία και την κακοτεχνία σε επίπεδο μονταζιακό. 

KG-FP-165.jpg

Βρισκόμαστε στο 1973, τον καιρί που η Αμερική ετοιμάζεται να αποχωρήσει από τον πόλεμο του Βιετνάμ, μια σεναριακή αφορμή που δίνει πάτημα στον Jordan Vogt-Roberts να ξεσηκώσει ιδέες από το «Αποκάλυψη Τώρα!» - από το soundtrack στη ζούγκλα μέχρι τον χαρακτήρα που υποδύεται ο John C. Reilly, που ξεπατήκωσε τον αντίστοιχο του Dennis Hopper από το αντιπολεμικό αριστούργημα του Κόπολα. Ο John Goodman, που είναι ο μόνος από το καστ που προσπαθεί να αφήσει ένα αποτύπωμα, ερμηνεύει έναν εξερευνητή που είναι πεπεισμένος για την ύπαρξη προιστορικών τεράτων σε εκείνη την περιοχή. Για την έρευνά του, θα ταξιδέψει με την επίλεκτη ομάδα στρατού, της οποίας ηγείται ο Samuel L. Jackson, ένας σκληροπυρηνικός στρατιωτικός που θα φέρει την καταστροφή. Οσο φιλότιμο έδειξαν οι προαναφερθέντες, έμπειροι ηθοποιοί, τόσο τα κάνουν μαντάρα οι νεότεροι και ωραιοπαθείς, Tom Hiddleston και Brie Larson. Ο Hiddleston κάνει έναν ολότελα αχρείαστο ιχνηλάτη (πιο πολύ σε Κροκοδειλάκια φέρνει παρά σε Ιντιάνα Τζόουνς) που αντί να κάνει μια προσπάθεια να «παίξει» το ρόλο του, εκφέρει αισθαντικά τις ατάκες του, τονίζοντας την προφορά που αρέσει στις κυρίες. Η δε Larson, κάνει μια φωτογράφο που στέκεται όλο πόζα και "καυλοθυμό" δίπλα στον φωτογενή συνπρωταγωνιστή της, μπας και πουλήσουν «χημεία» και ξεκλέψουν κάνα spin-off.

KG-FP-184r.jpg

Τα καλά νέα έρχονται όταν την οθόνη καταλαμβάνουν τα γιγάντια τέρατα. Τεράστιες σαύρες, προιστορικά πουλιά, θηριώδη μυρμήγκια, γιγαντιαίες αράχνες, θαλάσσια βουβάλια και θεόρατες ακρίδες μεταξύ άλλων, πλαισιώνουν την επιβλητική παρουσία του Βασιλιά Κινγκ Κονγκ, ο οποίος παραδόξως είναι καλά σχεδιασμένος και προκαλέι συναίσθημα. Στο σύνολό της η ταινία είναι τρεις κλάσεις πάνω από το άψυχο reboot του Godzilla πριν τρία χρόνια. Όσο ο φακός δεν πλατειάζει με στυλιζαρισμένα πλάνα και δεν γεμίζει την πλοκή με βιντεοκλιπίστικα καδραρίσματα των ηρώων, η ταινία είναι η χαρά της χαράς για τον θεατή που θέλει να καταναλώσει περήφανα κουβάδες από pop corn. Ο σκηνοθέτης θυμάται που και που να τονίζει τις αρετές της ελαφρόμυαλης λογικής των b-movies και να γίνεται αρκούντως trashy. 

KONG-CC-TRL-88752.jpg

Ο Κονγκ δεν είναι το κτήνος χωρίς έλεος που βλέπουν οι στρατιωτικοί. Πρόκειται για φρουρό των ιθαγενών από μια προιστορική απειλή που μπορεί να αφανίσει τα πάντα. Αυτή η εξίσωση θα μπορύσε να λειτουργήσει αβίαστα, χωρίς την προσπάθεια των δημιουργών να τονίσουν την κόντρα άψυχου μιλιταρισμού και αλληλέγγυας κοινότητας. Ο σκηνοθέτης έπρεπε να διδαχθεί από την απλότητα της αυθεντικής ταινίας του 1933 ή έστω από την τρυφερή ματιά της ταινίας του 1976, με τον Jeff Bridges και την Jessica Lange (η προσωπική μου αγαπημένη, αν και δεν αγαπήθηκε ποτέ από τους κριτικούς).

KSI-06277r-VFX.jpg

Το "Κονγκ: Η Νήσος του Κρανίου", δεν νοιάζεται να γίνει ένα φιλμ με μεγάλη καρδιά που θα αγαπηθεί. Αντιθέτως βιάζεται να ικανοποιήσει τις ανάγκες των multiplex για εύπεπτα 3-D υπερθεάματα. Κρίμα, γιατί ούτε την πειθώ ενός τετάστιου event movie τύπου Jurassic Park διαθέτει, ούτε τις διαχρονικές αρετές ενός b – movie τολμάει να εσνστερνιστεί. Το αποτέλεσμα είναι ένα b-movie που ντρέπεται για την καταγωγή του και ντύθηκε με ακριβό κοστούμι για να συναγωνιστεί τα blockbuster που φωνάζουν περήφανα ότι «To Mέγεθος Μετράει».

 

{youtube}WCzeolcywjU{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured