Οι Κυριακές είναι επικίνδυνες. Μέσα στην ημέρα, το μυαλό σου γίνεται νωθρό και τα άκρα σου ζελέ, καθώς οδηγείσαι με σιγουριά στον αναπόφευκτο γκρεμό του τέλους της εβδομάδας. Στο κυριακάτικο γράφημα, η κορφή της καμπύλης της μελαγχολίας έρχεται στο τέλος του μεσημεριού, την ώρα που το ηλιόγερμα καίει τα χρώματα και τη διάθεση, αφήνοντας να θρονιάσει μέσα μας η γνωστή και μη εξαιρετέα «Κυριακίλα». Σ' αυτήν ακριβώς την ώρα ήρθε να στήσει την παράστασή του στο Hotel Ερμού ο Φοίβος Δεληβοριάς, μαζί με τους ΓΙΑΝ ΒΑΝ.

024Foivos_2.JPG

Θα έλεγε κανείς πως ο Δεληβοριάς έχει ίσως τον ιδανικότερο ήχο για να ντύσει μουσικά αυτήν την ιδιαίτερη στιγμή. Τα τραγούδια του τα διέπει μια αστική μελαγχολία, που φαίνεται να πηγαίνει χέρι-χέρι με τις ευαίσθητες ώρες των Κυριακών, καταφέρνοντας να συνδυάσει κοφτερή ευφυΐα με σπάνια ευαισθησία. Έτσι, κατηφόρησα τον πεζόδρομο της Ερμού με υψηλές προσδοκίες για το απόγευμά μου, ψάχνοντας μια γνώριμη φωνή να σπάσει αυτήν την αιώνια συνθήκη. Περίμενα, με κάποιον τρόπο, «ν' άλλαζε νόημα κι η Κυριακή, να μην ήταν πια μελαγχολική». Και όλα έμοιαζαν να έχουν δρομολογηθεί, μέχρι που πέρασα το κατώφλι του Hotel Ερμού.

024Foivos_3.JPG

Εντός του μαγαζιού επικρατούσε σύγχυση μεγατόνων: ένα αισθητικό αλλού πατώ κι αλλού βρίσκομαι σε έξαρση. Μία σύγχυση που εκφράζεται από τις μπροκάρ λεπτομέρεις και τα λαχούρια μέχρι τα καδραρισμένα spray-painted αρκουδάκια, από το μωβ/χρυσό βλαχομπαρόκ μέχρι τον post-pop μοντερνισμό, από την Αστέρω των video projections στο χρυσό σκαλιστό κάδρο που την πλαισίωνε, μέχρι τα μπουζούκια στη μικρή και οικεία σκηνή. Και κάπως έτσι ξεκινάει και το πρόγραμμα. Οι ΓΙΑΝ ΒΑΝ αρχίζουν με μια 1980s synth εισαγωγή σαν Blade Runner (πλήρως ταιριαστή στα πρόσφατα project του Φοίβου), η οποία παίρνει γρήγορα δημοτική τροπή, με το κλαρίνο να αποκτά πρωταγωνιστικό ρόλο και τον Δεληβοριά να βγαίνει ενώπιόν μας.

024Foivos_4.JPG

Το πρόγραμμα απαρτίστηκε από μία σειρά γνωστών επιτυχιών του Δεληβοριά, με μία δόση από την πρόσφατη (και ιδιοφυή) Καλλιθέα, και διανθίστηκε με εντοπισμένες διασκευές του ελληνικού δημώδους τραγουδιού: "Γυφτοπούλα Στο Χαμάμ" (με τον πάντα εξαιρετικό ακορντεονίστα Παναγιώτη Τσεβά σαν συνοδεία), “Πρέπει” του Άκη Πάνου σε ντουέτο με την –τρόπον τινά οικοδέσποινα– Άννα Βίσση, ακόμα και το “Σώσε Με” του (παρόντα στο κοινό) Νίκου Καρβέλα.

024Foivos_5.JPG

Σε όλα τα κομμάτια επικρατούσε μια ενορχηστρωτική ματιά που έστρεφε το βλέμμα της προς το λαϊκοδημοτικό γλέντι, το οποίο υποσχόταν ο τραγουδοποιός. Μια ενορχηστρωτική ματιά που μάλλον έπασχε από στραβισμό, καθώς η αίσθηση που σου άφηναν τα τραγούδια ήταν θολή, με χαμένο το σημείο εστίασης, αφαιρώντας από τις τόσο έξυπνες συνθέσεις του Δεληβοριά. Παράλληλα, η λιγότερο από καλή άρθρωση του ίδιου ήρθε να κουμπώσει με κάτι σαρκαστικές μπουζουκικές λεβεντοϊαχές μετά το πέρας των μισών ρεφρέν, αποσυντονίζοντάς μας ακόμα περισσότερο. Είχαμε δε συχνά και τους ΓΙΑΝ ΒΑΝ να επιδίδονται σε τζαμαρίσματα με αισθητικά άτοπα και περιττά εμβόλιμα στοιχεία (όπως το live sampling του “Move Bitch” του Ludacris”), υπογραμμίζοντας έτσι ακόμα περισσότερο την αμηχανία.

024Foivos_6.JPG

Στο δεύτερο μισό της παράστασης, ο πρωταγωνιστής κάλεσε στη σκηνή τη συμπαθέστατη Νεφέλη Φασουλή για να τραγουδήσουν τον “Διπλοπαντρεμένο”· μία στιγμή που φάνηκε να καταχωρείται στα highlights, μέχρι ο Δεληβοριάς να σπάσει το διήγημα «πειράζοντας» τα μαλλιά της τραγουδίστριας –με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα. O τραγουδοποιός βόλταρε στη συνέχεια πολλές φορές ανάμεσα στους παρευρισκόμενους, προσπαθώντας να αναπτύξει διάδραση με τον κόσμο. Κατέληξε όμως να εντείνει το φάλτσο, καθώς τον ακολουθούσαν οι φωτογράφοι (θέλω να ελπίζω του μαγαζιού) σαν παράνυμφοι σε γάμο, μπας και απαθανατίσουν τα πολύτιμα ενσταντανέ.

Το απόγευμα έκλεισε (και έσωσε) η εμφάνιση της Άννας Βίσση. Η οποία τραγούδησε μαζί με τον Δεληβοριά τον "Καθρέφτη" και το "Ένα Σου Λέω Ένα" –με σαφή προβλήματα ωστόσο στην αρμονία των φωνών– και μόνη της τα "Σεντόνια" και το "Δώδεκα". Με 4 κινήσεις ματ, κατάφερε να αποδείξει πως είναι μία μεγάλη ερμηνεύτρια, που άπτεται των πραγμάτων γύρω της με ειλικρίνεια, ευαισθησία και φροντίδα.

024Foivos_7.JPG

Ο Δεληβοριάς είχε απλωμένα μπροστά του δεκάδες εργαλεία την περασμένη Κυριακή, για να χτίσει ένα ειρωνικό αφήγημα με βάθος και ουσία. Είχε πολυάριθμα κομμάτια lego του σαρκασμού για να οικοδομήσει ένα κιτς μνημείο του trolling, έναν κομβικό σχολιασμό της ψυχοσύνθεσης και αισθητικής του παρανταλιασμένου Νεοέλληνα. Μπορούσε ίσως ακόμα και να ανοίξει τον δρόμο για την απενοχοποίηση των ακομπλεξάριστων απολαύσεων, να αγκαλιάσει τις λαϊκές μας προσλαμβάνουσες, να «σιδερώσει» τις διαφορές μεταξύ των ειδών, δείχνοντάς μας ότι όλα μπορούν να γίνουν κομμάτια μας και τρόποι έκφρασης.

Αντ' αυτού, έκρινε σώφρον να τραγουδήσει το πανουσικό “Γυφτάκι” μέσα στο δόγμα του Hotel Ερμού. Κι εκεί κάπου έρχεται να κουμπώσει το ερώτημα που με βασανίζει τα τελευταία χρόνια: υπάρχει νόημα στην τρολιά, δίχως μανιφέστο;

{youtube}oR03m6IfQMY{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured