Στις 28 Ιουλίου του 1982, στο θέατρο Λυκαβηττού, ο Λουκιανός Κηλαηδόνης έδωσε μία από τις πιο πετυχημένες συναυλίες της καριέρας του. Οι χιλιάδες κόσμου που κατέκλυσαν το θέατρο έφτασαν στο σημείο να ξεχειλίσουν τις κερκίδες, την αρένα αλλά από μια ώρα και μετά και την ίδια τη σκηνή, ακουμπώντας όχι μόνο πάνω στο πιάνο του, μα ακόμα και πάνω στον ίδιο.

Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, ο Κηλαηδόνης –ο οποίος σήμερα θεωρείται από ορισμένους καλτ και αστείος μέχρι ξεπερασμένος και γραφικός (αφού διέπραξε το «λάθος» να περιγράψει τον κόσμο με ένα είδος χιούμορ και μια απλότητα που η εποχή μας δεν συμπαθεί)– έπαιξε σε ένα αρκετά μικρότερο θέατρο, στο Φεστιβάλ Ρεματιάς στο Χαλάνδρι, έχοντας απέναντι του έναν πολύ δυνατό αντίπαλο: τους Πυξ Λαξ, ήδη sold out στο ΟΑΚΑ. Κι εμείς παραλίγο να μην προλάβουμε να φτάσουμε στη Ρεματιά, καθώς η Λεωφόρος Κηφισίας ήταν ακινητοποιημένη από τις 8 αφού το κοινό κατευθυνόταν –με την απαραίτητη αργοπορία που διακρίνει τον Νεοέλληνα– στο ΟΑΚΑ για την πολυαναμενόμενη επανένωση μετά από την τεράστια απουσία… 7(!) ολόκληρων χρόνων. Mε αυτές τις σκέψεις και με το ραδιόφωνο ανοιχτό αφήσαμε πίσω την κίνηση και στρίψαμε στην Εθνικής Αντιστάσεως για το Ευριπίδειο θέατρο του Χαλανδρίου.

Kilaidonis_2

Με έναν μικρό φόβο πως η συναυλία θα έχει μικρή προσέλευση φτάσαμε στην είσοδο όπου μας περίμενε μια μεγάλη έκπληξη. Περίπου εκατό άνθρωποι έσπρωχναν ο ένας τον άλλο θέλοντας να μπουν  στο θέατρο, ενώ ο υπεύθυνος φώναζε πως δεν υπάρχουν άλλες θέσεις. Ο κόσμος επέμενε να μπει ακόμη και όρθιος και έτσι μας άφησαν λίγους-λίγους να περάσουμε σε μια πανέμορφη τρύπα μέσα στο δάσος όπου κάνει δροσιά ακόμα και όταν σε όλη την υπόλοιπη χώρα έχει 40 βαθμούς και όπου για να εντοπίσεις την καντίνα χρειάζεσαι φακό.

Ο Κηλαηδόνης βγήκε στη σκηνή λίγο πριν τις 21:30 φορώντας τα ίδια ακριβώς  ρούχα που φορούσε όταν τον είχαμε δει πέρυσι στο Κηποθέατρο Παπάγου και κάθισε στο πιάνο κάνοντας τη χαρακτηριστική γκριμάτσα με το αινιγματικό μειδίαμα στην άκρη των χειλιών του. Ξεκίνησε παίζοντας τα αναμενόμενα (“Αχ Ρίτα”, “Τα Θερινά Σινεμά”, “To Πάρτυ”, “Νύχτα Καταστροφής”) κι εκτός από τη φωνή του τραγουδούσαν και τα μάτια του. Αυτό είναι άλλωστε το ωραίο με τον Κηλαηδόνη – εκτός φυσικά από το αναμφισβήτητο ταλέντο του στο να γράφει σημαντικά τραγούδια: η ικανότητα που έχει να σε πείθει πως αυτό για το οποίο σου μιλάει συμβαίνει ή συνέβη κάποτε πραγματικά. Αυτός είναι στο κάτω-κάτω o στόχος των περισσότερων τραγουδοποιών, Ελλήνων και μη, όσων εμφανίστηκαν στη μουσική σκηνή σαν μοναχικοί καουμπόηδες οι οποίοι έψαχναν ασταμάτητα και συστηματικά να βρουν πού κρύβεται ο λάκκος στη μεγάλη φάβα του τεράστιου κόσμου.

Kilaidonis_4

Στα μισά της συναυλίας έγινε το καθιερωμένο διάλειμμα και στη σκηνή ανέβηκε ο Δώρος Δημοσθένους για να τραγουδήσει, όπως είπε ο Κηλαηδόνης, τραγούδια που «επέλεξε ο ίδιος και δεν είναι απαραίτητα δικά μου». Και παρόλο που ερμήνευσε πάνω-κάτω όσα περιμέναμε να ερμηνεύσει, δηλαδή κάποια τραγούδια από τα Μικροαστικά αλλά και κάποια ξένα κομμάτια όπως το “Delilah” του Τοm Jones, η υψηλών δυνατοτήτων φωνή του ήταν πιο εκφραστική και συγκινητική απ’ ότι μας είχε συνηθίσει τον προηγούμενο καιρό, πιθανόν λόγω της πολυετούς πλέον μαθητείας του δίπλα στον Κηλαηδόνη.

Όταν ο τελευταίος επέστρεψε ήταν για να τραγουδήσει τα δύο πρώτα τραγούδια που κυκλοφόρησε ποτέ, το  “Όσο Αγαπιόμαστε Τα Δυο” και το “Μη Χτυπάς”, τα οποία όπως σχολίασε «βρίσκονται παραδόξως στο ίδιο βινυλιάκι». Και παρόλο που το κοινό θα μπορούσε να τον ακούει αρκετές ώρες ακόμα ο ίδιος δεν φάνηκε πρόθυμος να μας κάνει το χατίρι. Μετά από ένα μικρό αφιέρωμα σε παλαιότερους συνθέτες όπως ο Τσιτσάνης και ο Παπαιωάννου, ο Λουκιανός Κηλαηδόνης αποχαιρέτησε ένα θέατρο στο οποίο δεν έπεφτε καρφίτσα και που φώναζε συγχρονισμένα πότε «κι άλλο, κι άλλο» και πότε «Τα Νέα Μέτρα!». Στο σύντομο encore που ακολούθησε τη λαϊκή αυτή απαίτηση, ο Κηλαηδόνης μας χάρισε το δικό του σχόλιο πάνω στις περιπέτειες του αγαπημένου Μικρού Ήρωα, Γιώργου Θαλάσση, με τον κόσμο να πλησιάζει όλο και περισσότερο στη σκηνή και να χτυπάει παλαμάκια συγχρονισμένος.

Ήταν μια στιγμή ανάλαφρη και χαρούμενη και το μόνο πράγμα που έμενε να την επισκιάζει ήταν το άγχος των ορδών αυτοκινήτων που θα κατέβαιναν σε λίγο  από ΟΑΚΑ. Απλά για να μας θυμίζει πως σε αυτή την πόλη μπορεί να μην καταφέρουν ποτέ να χωρέσουν  έξι εκατομμύρια Ι.Χ. αλλά πως μερικές φορές, μέσα στο ίδιο συναυλιακό βράδυ, μπορούν να χωρέσουν και οι βαρύγδουπες αμπελοφιλοσοφίες που δεν λένε στην ουσία τίποτα αλλά και οι απλουστευμένες καθημερινές διαπιστώσεις που λένε στην ουσία τα πάντα.

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured