Ποιος ο λόγος να ασχοληθείς με τους Marillion στο 2009; Θα σας πω προσωπικά δύο λόγους, κι ας μη βρέθηκαν ποτέ ούτε καν μέσα στις 50 αγαπημένες μου μπάντες. Πρώτον έβγαλαν έναν παραπάνω από αξιοπρεπή δίσκο (Less Is More) αποτελούμενο από unplugged επανεκτελέσεις αγαπημένων (στους ίδιους και στους οπαδούς) συνθέσεων της τελευταίας 20ετίας. Δεύτερον, πάντα είναι ενδιαφέρον να καταλαβαίνεις τι έχουν στα μυαλά τους οι βετεράνοι rockers, γιατί έτσι βγάζεις συμπεράσματα για τη γενικότερη ηθική και αξία της πορείας τους (για να πούμε και την αλήθεια, όταν είναι ελάχιστα σχετικά χρόνια μεγαλύτεροι από εσένα, όλο και κάτι μαθαίνεις για τα επερχόμενα). Είχαμε λοιπόν την τύχη να συνομιλήσουμε με τον άνθρωπο που χειρίζεται τα πλήκτρα στη μπάντα, τον Ιρλανδό Mark Kelly, και να διαπιστώσουμε ότι καλώς κάναμε...

Είναι μέρος μίας γενικότερης λογικής που υπάρχει οι ακουστικές επανεπισκέψεις σας στο Less Is More; Ή κάποιος άλλος παράγοντας επέφερε αυτή την απόφαση;

Πάντα υπάρχουν οι σκέψεις του κοινού, αλλά και των ανθρώπων οι οποίοι σε περιβάλουν και σε επηρεάζουν, ακόμα και όταν δεν τις ακούς. Αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση υπήρξε ένα γεγονός που συνέτεινε αποφασιστικά προς αυτή την κατεύθυνση. Κάναμε πρόβες πάνω σε καινούργιο υλικό για περίπου 3-4 βδομάδες μέσα στο 2008 και στα διαλείμματα πηγαίναμε σε ένα κοντινό εστιατόριο για φαγητό. Το προτιμούσαμε από το να έρχεται το φαγητό στο στούντιο διότι έτσι αλλάζεις παραστάσεις, πράγμα αναγκαίο για να φρεσκάρεις τις αντιλήψεις – ειδικότερα όταν έχεις να κάνεις με καινούργιες ιδέες, ενορχηστρώσεις αλλά τους ίδιους, έστω και αγαπημένους, ανθρώπους απέναντι σου (γέλια και από τις δύο μεριές). Το κάναμε λοιπόν κάθε μέρα, με αποτέλεσμα να αποτελεί μέρος του προγράμματος ακόμα και αν ήταν η διαφυγή μας από αυτό. Δεν πήρε πολύ καιρό για να διαπιστώσουμε ότι ο εστιάτορας ήταν φανατικός οπαδός της μπάντας! Ξέρετε, από αυτούς που αγοράζουν μέχρι και bootlegs του αγαπημένου τους συγκροτήματος (γελάει και πάλι), από αυτούς τους ανθρώπους της παλαιάς κοπής, οι οποίοι στηρίζουν ακόμη τη δισκογραφία. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία…

Δηλαδή; Τέθηκε ζήτημα ηχογράφησης με field recordings από το εστιατόριο; Αν μη τι άλλο θα ήταν ενδιαφέρον στο πως θα το επεξεργαζόσασταν. Έχετε την πείρα…

(Ξεσπάει σε γέλια)… Το παίρνω ως κομπλιμέντο για τους Marillion αυτό!

Και είναι… Μουσικοί με την πείρα τη δική σας μπορούν αν θέλουν να επεξεργαστούν τα πάντα. Τι συνέβη όμως τελικά;

Ο φίλος (όπως εξελίχθηκε η σχέση μας) εστιάτορας μας πρότεινε ένα ακουστικό gig στο χώρο του εστιατορίου. Το δεχθήκαμε γιατί και άνετα νιώσαμε και ο χώρος είναι τέτοιος ώστε επέτρεπε να στήσουμε τον εξοπλισμό μας όπως θέλαμε. Όντας όμως φανατικός οπαδός ειδοποίησε μέσω του fan club έναν μεγάλο αριθμό πιστών ακολουθητών, ενώ εμείς δεν το δημοσιοποιήσαμε καθόλου παρά μόνο στον πολύ στενό φιλικό μας κύκλο – ουσιαστικά το κάναμε για να σπάσουμε λίγο τη λογική των ηχογραφήσεων με κάτι που θα μας ευχαριστούσε. Η βραδιά τελικά όχι μόνο είχε τρομακτική επιτυχία, όχι μόνο παίξαμε τελικά τρεις συνεχόμενες ημέρες αλλά σε συζητήσεις με τον κόσμο διαπιστώσαμε ότι η ακουστική οπτική του υλικού μας εξέπληξε ευχάριστα τους παρευρισκόμενους. Αυτό μας έβαλε σε σκέψεις. Ουσιαστικά λοιπόν αποφασίσαμε πολύ γρήγορα ότι ο επόμενος στουντιακός δίσκος δεν θα ήταν εκείνος με τις καινούργιες συνθέσεις που ήδη δουλεύαμε, αλλά μία επιλογή από συνθέσεις των δύο τελευταίων δεκαετιών παιγμένες με την ακουστική οπτική.

Ο τίτλος Less Is More αναφέρεται προφανώς στη λιτότητα των μέσων, τα οποία τελικά οδηγούν πού;

Στο να ανακαλύψεις εκ νέου τις συνθέσεις! Αν προσέξετε δεν βάλαμε απλώς κάποιες ακουστικές κιθάρες στη θέση των ηλεκτρικών και σκουπάκια στη θέση των drum sticks. Προσπαθήσαμε να ανακαλύψουμε ξανά τις μελωδικές γραμμές που αποτελούν αυτά τα τραγούδια. Και ήταν μία συναρπαστική εμπειρία το να προσπαθείς να ξεφύγεις από το αυτονόητο, απλώς δηλαδή να μην είναι μία σιγανή σε ντεσιμπέλ εκτέλεση-έκδοση των πρωτότυπων συνθέσεων.

Ό,τι μου περιγράφετε, εκτός του ενδιαφέροντος, προϋποθέτει και ένα δέσιμο εσωτερικό της μπάντας (πέρα από την οργανοπαιξία)…

Έχετε απόλυτο δίκιο. Είμαστε τόσα χρόνια μαζί, ώστε αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι απλώς συνεργάτες μου, μα σύντροφοι στη ζωή. Βρισκόμαστε και συζητάμε (μόνοι μας αλλά και μαζί με τις οικογένειες μας) πολλές φορές και εκτός της ροής της μπάντας.

Πώς είναι λοιπόν να μεγαλώνει κάποιος μέσα στους Marillion; Είσαστε από το 1981 στη σύνθεση της μπάντας και έχετε συμμετέχει σε όλους τους δίσκους.

Ευτυχώς η απάντηση δεν είναι η λέξη «τρομακτικό»! (γελάει για αρκετά δευτερόλεπτα). Όσα και αν είναι τα χρήματα δεν μπορείς να μείνεις σε μία μπάντα για 30 χρόνια αν αισθάνεσαι απλός μουσικός. Οι Marillion περάσανε, όπως βέβαια και κάθε συγκρότημα το οποίο υπάρχει για τόσα χρόνια, από πολλά βουνά και κοιλάδες…

Πολύ εύστοχο…

…Αυτονόητο όμως όταν μιλάμε για διψήφιους αριθμούς ύπαρξης ενός σχήματος. Κοιτάξτε τι έγινε με πολλές μεγάλες μπάντες. Δεν είναι μόνο το αντίτιμο της επιτυχίας και η πίεση εξαιτίας αυτής. Οι εσωτερικές εντάσεις θέλουν σύνεση και ψυχραιμία. Ευτυχώς αυτά τα δύο χαρακτηριστικά πάντα περίσσευαν στους Marillion…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured