Το γίνεται όταν μια παρέα από 22χρονους Βρετανούς από το Brighton κάνει μπάχαλο τη μουσική βιομηχανία πουλώντας 1,5 εκατομμύριο αντίτυπα από το πρώτο τους κιόλας cd μόνο στην πατρίδα τους, «υποχρεώνοντας» ακόμη και την αυτού εξοχότητα Mick Jagger όχι μόνο να τους προσέξει, αλλά και να τους αφήσει να ανοίξουν συναυλία των Rolling Stones; Με την ευκαιρία της κυκλοφορίας του νέου album των Kooks, το Avopolis αποφάσισε να βρει μερικές απαντήσεις στο παραπάνω ερώτημα, μιλώντας με τον drummer τους, Paul Garred…

Περνούσε από το μυαλό σας το 2006 που κυκλοφορούσατε το Inside In/Inside Out, ότι θα ξεπερνούσατε τα 1.500.000 αντίτυπα σε πωλήσεις;
«Κάθε άλλο! Όταν ετοιμαζόμασταν να κυκλοφορήσουμε το cd, είπα στον μάνατζερ μας, ότι αν πουλούσαμε 20.000 θα ήμασταν τρισευτυχισμένοι!(γέλια). Ήταν φανταστικό αυτό που συνέβη, πραγματικά. Ειδικά αν το παρακολουθείς σε όλη την πορεία του. Δεν μπορώ να σου περιγράψω πως νιώθαμε όταν ρωτούσαμε τον μάνατζερ από βδομάδα σε βδομάδα πως πηγαίνουμε και παίρναμε την απάντηση «Πουλήσατε άλλες 50.000». Νιώσαμε πραγματικά σαν να ολοκληρώθηκε ένας κύκλος, σε ότι έχει να κάνει με τη μουσική μας ενηλικίωση».

Πιστεύεις ότι υπάρχουν Βρετανοί συνάδελφοί σας που νιώθουν ζήλια για αυτή την αναπάντεχη επιτυχία;
«Αν και δεν ξέρω, δεν νομίζω. Κυρίως γιατί δεν έχει σημασία πόσο χρονών είσαι, όσο κατά πόσο μπορείς να μεταφράσεις αυτό το γεγονός και να το φιλτράρεις. Και πόσο ψυχή βάζεις και αυτή την ψυχή πως τη μεταφράζεις σε τραγούδια. Αυτή είναι η πρόκληση. Και αυτό έχει σημασία στην τελική - και όχι οι πωλήσεις».

Θα χαρακτήριζες το Inside In/Inside Out ως κλασικό δίσκο;
«Πραγματικά δεν έχω απάντηση για αυτό το ερώτημα. Είναι σίγουρα ένας δίσκος που αγαπήθηκε από πολύ κόσμο. Όπως και να έχει όμως, είναι ένας δίσκος-μωρό. Όταν αρχίσει…να περπατάει, θα ξέρουμε!».

Πάντως οι πωλήσεις κάτι είπαν σε σχέση με αυτό…
«Ναι, κάτι είπαν. Όπως είπα και στην αρχή, αυτός ο δίσκος αγαπήθηκε. Τώρα αν αυτή την κουβέντα την κάνουμε μετά από 20 χρόνια και εξακολουθείς να μου λες ότι είναι ένας καλός δίσκος, πάει να πει ότι κάτι έχουμε κάνει (γέλια!)».

Θα προτιμούσατε να έρθει αυτή η επιτυχία αργότερα, για παράδειγμα στα 35 σας, για να μην συνηθίσετε να ζείτε μαζί της;
«Η επιτυχία, σε όποια ηλικία και να έρθει, ένα πράγμα σε κάνει να βάζεις σαν επόμενο στόχο: να εξακολουθείς να γράφεις καλή μουσική. Όλα γύρω από αυτό πρέπει να περιστρέφονται και όχι από το πόσες επιτυχίες θα κάνουμε. Ως μουσικοί, αυτός είναι ο πρώτος στόχος που πρέπει να βάλω - και μοναδικός. Και στα 35 μας θα θέλουμε να έχουμε απλά μερικούς καλούς δίσκους».

Βρετανική vs αμερικάνικη μουσική σκηνή. Τίθεται θέμα σύγκρισης;
«Βεβαίως, αν και υπάρχουν ομοιότητες τόσο με βρετανικές, όσο και με αμερικάνικες μπάντες. Προσωπικά επηρεαστήκαμε αρκετά από τη σκηνή της Αμερικής της οποίας είμαστε και fun. Παλιότερα πολλοί Αμερικάνοι μουσικοί βρέθηκαν στο Liverpool, από το οποίο και δανείστηκαν μουσικά στοιχεία γυρίζοντας στην Αμερική. Δεν μπορείς να βγάλεις άκρη. Το μόνο σίγουρο είναι ότι κάθε σκηνή έχει τις ιδιαιτερότητες της».

Τι θα θέλατε να κρατήσουν οι οπαδοί σας από μία κυκλοφορία σαν το Konk;
«Την πρόοδο που κάναμε. Και ίσως και μια πιο προβληματισμένη προσέγγιση της μπάντας μας, χωρίς βέβαια να χάσουμε όλα αυτά τα «γκάζια», αλλά και το ύφος με το οποίο μας γνώρισαν στο πρώτο cd. Αυτό δεν θα σταματήσει να υπάρχει. Παρόλα αυτά καταφέραμε να δημιουργήσουμε ένα πολυσυλλεκτικό cd. Και αυτό ήταν το νόημα. Εσύ που το ακούς, να έχεις στα χέρια σου μία συλλογή από ωραία και διαφορετικά τραγούδια».

Γιατί τα τραγούδια της special edition δεν συμπεριλήφθηκαν στο κανονικό cd;
«Γιατί ουσιαστικά πρόκειται για ένα δώρο προς τους οπαδούς μας, αλλά και γιατί το δεύτερο cd έχει άλλη φιλοσοφία, πιο garage. Το δεύτερο δισκάκι το ηχογραφήσαμε σε μία μέρα. Όλο αυτό τον καιρό δουλεύουμε τόσα πολλά τραγούδια που δεν χώραγαν σε ένα album. Θέλαμε λοιπόν να κάνουμε έναν δίσκο με κομμάτια που ήδη παίζαμε στα live και γουστάραμε».

“Freewilling Spirit”, “Give People A Great Night”: Αυτές οι δύο έννοιες αποτελούν και την κεντρική φιλοσοφία σας ή κάνω λάθος;
«Χωρίς αμφιβολία! Ερχόμαστε από μία πόλη, το Brighton, όπου τα πάντα είναι πολύ καταθλιπτικά. Ένας από τους λόγους, λοιπόν, που γίναμε και εμείς rock ‘n’ roll ήταν για αυτό, για να έρχονται οι άνθρωποι στις συναυλίες μας, να χαμογελάνε και να εξαργυρώνουν τα χρήματα τα οποία έδωσαν μέσα από αυτό το πράγμα. Δεν είναι ότι δεν προβληματιζόμαστε, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω γιατί - σύμφωνα με μια μερίδα καλλιτεχνών και κριτικών - είναι κακό να θέλουμε να βλέπουμε τους ανθρώπους να περνάνε καλά».

Τι σημαίνει να παίζεις support στους Rolling Stones;
«Ήταν απίστευτη εμπειρία, ακόμη και παρά το γεγονός ότι γνωρίζαμε πως, υπό αυτές τις συνθήκες, δεν έρχεται κανείς να δει εσένα, αλλά όλοι πηγαίνουν για τους Stones».

Η πρώτη σας συνάντηση, την ημέρα της συναυλίας;
«Το τέλος της συναυλίας, όταν ήρθαν backstage και μας έδωσαν τα χέρια. Ήταν κάτι το αναπάντεχο, αλλά και πολύ όμορφο ταυτόχρονα».

Μελλοντικά σχέδια;
«Να συνεχίσουμε να γράφουμε για τον επόμενο δίσκο και να κάνουμε live. Η μουσική δεν σταματάει ποτέ!».

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured