Παναγιώτης Φουρκιώτης

 

Ανάμεσα στο Flying In A Blue Dream του 1989 και στο The Extremist του 1992, υπάρχει ένα χρονικό κενό 3 ετών.Συνέβη τίποτα εκείνη την περίοδο ή απλώς ήσουν απασχολημένος με συναυλίες και δεν είχες χρόνο να μπεις στο στούντιο;
Θα έλεγα ότι ήταν ένας συνδυασμός αυτών των δύο παραγόντων. Στα 1960s ο χρόνος ανάμεσα σε δύο δίσκους ήταν μικρός, στα 1970s και στα 1980s μεγάλωσε και επιμηκύνθηκε ξανά στα 1990s. Σήμερα τα άλμπουμ βγαίνουν με συχνότητα ενός κάθε χρόνο και μεγάλο ρόλο σ’αυτό έχει παίξει το χιπ χοπ, γιατί έτσι λειτουργούσε καλύτερα για τους καλλιτέχνες και γι’αυτό που ήθελαν να παρουσιάσουν. Ο λόγος που καθυστέρησα ήταν γιατί όταν μπήκαμε στο στούντιο για το “The Extremist”, αν και ήμασταν λίγο ως πολύ μέσα στο χρονοδιάγραμμα που είχαμε ορίσει, δεν έμεινα ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα των πρώτων τριών εβδομάδων. Έτσι στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και με το ένα τρίτο του άλμπουμ τελειωμένο όπως το ήθελα, σταμάτησα για κανά-δυο μήνες και όταν ξαναγύρισα δεν ηχογράφησα με γκρουπ, αλλά μπήκα μόνος μου με τον ηχολήπτη. Πάλι δεν έμεινα ικανοποιημένος με το αποτέλεσμα και σταμάτησα για ένα διάστημα, ψάχνοντας ταυτόχρονα για μια διαφορετική προσέγγιση, οπότε γνωρίστηκα με τον παραγωγό Andy Johns, ο οποίος σκέφτηκε να ξεκινήσω πάλι με το γκρουπ και να χρησιμοποιήσουμε στοιχεία από τα τρία sessions, με αποτέλεσμα να φαίνεται και η συνέχεια ανάμεσα στην μέχρι τότε δουλειά μου και στο καινούριο υλικό.

Η ερώτηση έρχεται φυσικά καθώς βλέπουμε άλλο ένα κενό ανάμεσα στο άλμπουμ του 1995 (Joe Satriani) και σε αυτό του 1997 (G3: Live in Concert)…
Είναι ολόκληρη ιστορία αυτό το άλμπουμ (Joe Satriani). Ο κανονικός τίτλος θα ήταν Crystal Planet, γι’αυτό και στη φωτογραφία του εξωφύλλου κρατάω μια κόκκινη σφαίρα. Ξεκίνησα να το δουλεύω και καθώς ήδη είχα αρχίσει να περιοδεύω με τους Deep Purple εκείνο το καλοκαίρι, έδωσα κάποια κομμάτια στον παραγωγό Eric Vallendheim για να τα ετοιμάσει μέχρι να γυρίσω. Μετά από 2 μήνες είχε ετοιμάσει μόνο ένα, οπότε του είπα πως δεν μπορώ να δουλέψω μαζί του καθώς έχω συνηθίσει να δουλεύω με πιο γρήγορους ρυθμούς. Τελείως συμπτωματικά κατέληξα να συνεργαστώ με τον μεγαλύτερο αδελφό του Andy Johns, τον Glyn Johns, ο οποίος είχε την ιδέα να ηχογραφήσουμε με group στο στούντιο σε μια προσπάθεια να με “πιάσει στον ύπνο” και να ηχογραφήσουμε κάτι το οποίο ήταν πραγματικά ξεχωριστό.

 

Για να πιάσει την αίσθηση του live στο στούντιο;
Ναι και τελικά τα τρία τέταρτα του δίσκου είναι από εκείνα τα sessions μαζί με κανά – δύο άλλα tracks. Επίσης δουλέψαμε για το “Crystal Planet”, ενώ ήμουν σε περιοδεία με τους G3, αλλά κυκλοφόρησε μετά από το “G3: Live in Concert”.

Οταν ακούς Jimi Hendrix για παράδειγμα καταλαβαίνεις αμέσως ποιος είναι. Σαν fan ποιό είναι το αγαπημένο σου τραγούδι του Hendrix;
Oh man! Είμαι φανατικός με τον Hendrix οπότε μου είναι αρκετά δύσκολο να διαλέξω μόνο ένα. Εκεί που λέω καμμιά φορά ότι είναι το αγαπημένο μου είναι το “Μachine Gun”, λίγο μετά θα σου πω το “Voodoo Chile (Slight Return) ” ή το “1983 A Merman I Should Be”. Ο Hendrix έκανε και έπαιξε τα πάντα. Ο τύπος έγραψε την Βίβλο της ηλεκτρικής κιθάρας.

Άκουσες κάποιο συγκρότημα που να σου κίνησε το ενδιαφέρον τελευταία;
Το γκρουπ που με συγκίνησε ήταν οι Mars Volta γιατί παίζουν κάτι το πολύ διαφορετικό, όπως και οι Scene Creamers, όμως άκουσα ότι διαλύθηκαν πρόσφατα.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured