Μιχάλης Τσαντίλας

φωτογραφία 1: Γιάννης Μαργετουσάκης

Ξεκινώντας, ας πούμε λίγα πράγματα για τη γνωριμία σας με τη Μαριάννα Πολυχρονίδη και για το πώς φτάσατε να κάνετε μαζί της τον δίσκο Στην Ομίχλη Των Καιρών...


Τη Μαριάννα την πρωτοείδα μόλις το 2015, στον Βιολιστή Στη Στέγη, στο Badminton. Με εντυπωσίασε η παρουσία της και τα μεγάλα προσόντα της. Είχα πάει μάλιστα και στα καμαρίνια για να τη συγχαρώ.

Μήνες μετά, ο Θέμης Μουμουλίδης μου είπε ότι στην παράσταση για τον Καββαδία που θα ανεβάζαμε στο Badminton τον Γενάρη του '16, θα έχουμε κι εκείνη μαζί μας. Εγώ αμέσως σκέφτηκα να της δώσω κι ένα τραγούδι και είδα στις πρόβες ότι το έλεγε με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Της είπα τότε ότι, αφού ξεκινούσαμε, θα ήθελα να την ακούσω και σε κάποια άλλα τραγούδια. Κάνοντας λοιπόν πρόβες εδώ στο σπίτι, σε ορισμένα από τα δικά μου που της υπέδειξα, κατάλαβα ότι –πέρα από τη σπουδαία σκηνική παρουσία που είχα ήδη διαπιστώσει– έχει και φωνητικές ικανότητες ιδιαίτερες. Θα έλεγα μάλιστα ότι διαθέτει «προνομιακό χώρο». Με αυτήν τη φράση εννοώ ότι, όταν ακούς ένα τραγούδι από τα χείλη της, δεν επιζητείς άλλον για να το πει: σε καλύπτει πλήρως η απόδοσή της. Δεν έχουν όλοι οι τραγουδιστές προνομιακό χώρο, ακόμα και μερικοί καλοί.

Επειδή όμως είμαι πολυφασματικός συνθέτης –γράφω δηλαδή πολύ διαφορετικά μεταξύ τους πράγματα– της είπα ότι, αν ήταν να συνεργαστούμε, αυτό που διέθετε, έπρεπε να διευρυνθεί. Όντως συνέβη μέσα σε λίγους μήνες, και αποτέλεσε τη δεύτερη έκπληξη. Και η τρίτη ήρθε όταν μπήκαμε στο στούντιο να δουλέψουμε, όπου τραγούδησε με εξαιρετικό τρόπο. Όποιος ακούσει πολύ προσεκτικά τον δίσκο, και το κοινό αλλά και εσείς οι πιο ειδικοί, θα αντιληφθεί ότι πρόκειται για τραγουδίστρια η οποία περνάει από το ένα είδος στο άλλο με εξαιρετικά φυσιολογικό τρόπο. Κανονικά, για έναν τέτοιον δίσκο θα έπρεπε να ψάξω για 2-3 διαφορετικές φωνές.

Θα μου πεις, σου βγήκε το πείραμα; Δεν ήταν πείραμα, γιατί εγώ από την αρχή της σταδιοδρομίας μου, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, ένα σημαντικό κομμάτι της δουλειάς μου το έβγαλα με φωνές που δεν ήταν πολυπροβεβλημένες. Μάλιστα το προτιμούσα να δουλεύω με άσημους, γιατί περνούσα εκείνα που ήθελα ευκολότερα. Χωρίς να σημαίνει αυτό ότι δεν αισθάνομαι ευγνωμοσύνη στους μεγάλους τραγουδιστές που είπαν τα τραγούδια μου. Όμως τα «παιδιά» μου είναι τα άλλα, περισσότερο. Και είχα πολλά τέτοια παιδιά: τη Μαρία Δημητριάδη, τον Γιάννη Κούτρα, τη Ρίτα Αντωνοπούλου... Και τώρα τη Μαριάννα.

015gMikrouts_2.jpg

Ο νέος δίσκος είναι πράγματι πολυμορφικός. Θα έλεγα μάλιστα περισσότερο από το Ό,τι Θυμάσαι Δεν Πεθαίνει με τον Γιάννη Κότσιρα (2014). Αυτό προέκυψε επειδή είδατε τις πολλές δυνατότητες της ερμηνεύτριάς σας; Ή επειδή εσείς θέλατε να κάνετε ένα άλμπουμ με ποικιλία στις φόρμες;

Ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Η πολυμορφία προκύπτει πάντοτε από τα κείμενα τα οποία έχω μπροστά μου. Αυτό είναι το καθοριστικό για μένα. Για κάποιον άλλον θα μπορούσε να είναι ο τραγουδιστής ή κάτι διαφορετικό. Και δεν είναι τυχαίο ότι στην περίπτωση του Γιάννη Κότσιρα τα κείμενα τα υπέγραψε ένας –ο Οδυσσέας Ιωάννου– ενώ εδώ είναι της Λίνας Νικολακοπούλου, του Άλκη Αλκαίου, του Μάνου Ελευθερίου και του Γιάννη Δούκα. Και δεν είναι μόνο ότι είναι διαφορετικά τα πρόσωπα, αλλά είναι αρκετά διαφορετικά μεταξύ τους και τα ίδια τα κείμενα. Επομένως, σε εμένα η μουσική φόρμα που προκύπτει έχει να κάνει με ό,τι μου επέβαλε ο στίχος. Στην περίπτωση του Κότσιρα, έχεις δίκιο: είναι πιο ενιαίος ο δίσκος από πλευράς μουσικής φόρμας. Ίσως επειδή τα κείμενα τα υπέγραψε ο ίδιος άνθρωπος και είχαν μια συγκεκριμένη κατεύθυνση.

Υπάρχει κι ένα παραδοσιακό τραγούδι στο άλμπουμ, το “Μάνα Και Γιός”. Είναι κάτι μάλλον σπάνιο για εσάς...

Όχι σπάνιο, είναι ίσως η πρώτη φορά. Δύο ήταν οι λόγοι. Ο ένας ήταν ο εκπληκτικός τρόπος με τον οποίον μου το τραγούδησε κάποια μέρα εδώ, a capella, η Μαριάννα. Ο δεύτερος, εξίσου καθοριστικός, ήταν ότι έσπαγα το κεφάλι μου 50 χρόνια (κυριολεκτικά), για το πώς πρέπει να ακούγονται σήμερα τα τραγούδια της παράδοσής μας. Με κούραζε λίγο που πήγαινα ας πούμε στην Κρήτη και, είτε σε συναυλίες, είτε σε γάμους και βαφτίσια, άκουγα το ίδιο πράγμα. Βεβαίως οι Κρητικοί το άκουγαν ευχάριστα –κι εγώ το ίδιο, αλλά κουραζόμουνα που ακουγόταν καρμπόν από τα 1820 στα 1900 και στα 2000, σα να μην άλλαξε τίποτα. Ναι, το κομμάτι δεν πρέπει να αλλάζει, αλλά ο τρόπος παρουσίασής του;

Είδα λοιπόν κάποια συγκροτήματα που ήταν ροκ κι έβαζαν κάτι παραδοσιακό, αλλά έβρισκα επιφανειακή τη σχέση. Στην κλασική μουσική, επίσης, ορισμένοι καλοί συνθέτες στις αρχές του 20ού αιώνα είχαν πάρει παραδοσιακά και τα είχαν μεταγράψει για πιάνο-φωνή. Κάποια στιγμή είχα κάνει κι ο ίδιος μερικά χορωδιακά και είχα πλησιάσει νομίζω στη λύση του προβλήματος, αν και οι κλασικές φωνές της χορωδίας λίγο «κλωτσάγανε». Αυτό που σκέφτηκα τώρα, ήταν να αφήσω τη φωνή απολύτως ανέγγιχτη, αλλά να φτιάξω ένα περιβάλλον στο οποίο θα ακούγεται αυτό το τραγούδι. Έκανα μία προβολή στο μέλλον, σε ένα μέλλον μετά από μια καταστροφή, και προσπάθησα να φτιάξω αυτό το μελλοντικό ηχητικό τοπίο. Και εκεί μέσα να κελαηδάει μία φωνή που να θυμίζει το πέρασμά μας απ' τη Γη. Αυτή ήταν η σκέψη μου και θεωρώ ότι μου βγήκε, ως ιδέα.

015gMikrouts_3.jpg

Η Ομίχλη Των Καιρών σηματοδοτεί και την επιστροφή της Λίνας Νικολακοπούλου στη δισκογραφία...

Ναι, η Λίνα είχε διακόψει για κάποια χρόνια.

Οφείλεται σε εσάς αυτή η επιστροφή;

Θα σας πω. Η Λίνα πιθανότατα έγραφε όλον αυτόν τον καιρό, απλώς δεν είχε την πρόθεση να δώσει στίχους. Έκανα με τη Μαριάννα πρόβα 2 τραγούδια σε στίχους της, τα οποία είχαμε γράψει το 1990 για την ταινία της Φρίντας Λιάππα Τα Χρόνια Της Μεγάλης Ζέστης. Είδα λοιπόν τη Μαριάννα να τα τραγουδάει με εξαιρετικό τρόπο και σκέφτηκα ότι το κείμενο και το «χρώμα» της Λίνας τής πήγαιναν πάρα πολύ. Σκέφτηκα έτσι να ξαναβρώ τη Λίνα, να γράψουμε πάλι μαζί.

Το τόλμησα, και όταν συναντηθήκαμε μου είπε «σε περίμενα». Αυτό, το να την ψάξω τη στιγμή που με ανέμενε, ακούγεται λίγο μεταφυσικό, μα είναι αλήθεια. Το πιο εντυπωσιακό ήταν ότι μου έστειλε τα κείμενα μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Έτσι κι αλλιώς τα κείμενά της είχαν δημιουργήσει τραγούδια κοινού αισθήματος, αλλά νομίζω τώρα έκανε μια βουτιά στο βάθος των πραγμάτων. Μάλιστα, της είπα όταν τα άκουσε και ήμασταν σε μια συγκίνηση: «μη νομίζεις ότι αυτό είναι ένα διάλειμμα, τώρα πρέπει να συνεχίσουμε». Έχουμε ήδη αρχίσει να ανταλλάσσουμε μηνύματα στιχουργικά.

Ο εν λόγω δίσκος κυκλοφορεί από τη Spider Music, μια καινούρια εταιρεία. Πώς και δεν τον βγάλατε μέσω κάποιας από τις λεγόμενες «μεγάλες» δισκογραφικές;

Θα μου επιτρέψεις να σου πω ότι δεν υπάρχει καμία εταιρεία. Με την έννοια ότι, αν οι 3-4 λεγόμενες «μεγάλες εταιρείες» δεν μπορούσαν να πουλήσουν το παλιό τους ρεπερτόριο και να παίρνουν χρήματα από τις ψηφιακές πλατφόρμες, δεν θα υπήρχαν τώρα. Είμαστε ελάχιστοι, μετρημένοι στα δάχτυλα, όσοι βρίσκουμε κάποιον να χρηματοδοτήσει τις παραγωγές μας. Βρέθηκε η Spider Music τώρα, με κάποιες σκέψεις, τις οποίες βέβαια περιμένω να δω να ξεδιπλώνονται. Γιατί πώς μπορεί να υπάρξει μια εταιρεία που δεν έχει background και να πληρώνει για κάθε δίσκο, από τη στιγμή που για κάθε κυκλοφορία μπαίνει μέσα; Μακάρι να καταφέρει να κάνει μερικά πράγματα παράλληλα, που θα της επιτρέψουν να επιζήσει. Ήταν, πάντως, η μοναδική που βρέθηκε. Φαίνεται δυναμική, αλλά περιμένω να δω τη συνέχεια.

015gMikroutts_4.jpg

Εσείς ανδρωθήκατε καλλιτεχνικά μέσα σε ένα περιβάλλον όπου η δισκογραφία ήταν κραταιά. Σήμερα, το ότι πια η κυκλοφορία ενός δίσκου δεν αποτελεί γεγονός, όπως παλαιότερα, έχει κάμψει καθόλου το ενδιαφέρον σας;

Ας πάμε 20 χρόνια πίσω: κάνω με τον Μητροπάνο το Στου Αιώνα Την Παράγκα (1996). Πουλάει 350.000 δίσκους. Την ίδια στιγμή ο Κότσιρας πουλάει 200.000, και μερικοί άλλοι 100.000 ή 150.000 αντίτυπα. Σήμερα η οροφή είναι στα 2.000. Αυτό είναι εντυπωσιακό, δεν έχει ξαναγίνει σε καμία δουλειά, ούτε στους δημοσιογράφους, ούτε στην οικοδομή, ούτε πουθενά. Είναι η απόλυτη καταστροφή.

Ίσως πάντως είμαι ο πρώτος που το προέβλεψα, το 1999, με 12σέλιδο γράμμα μου στον Μίνωα Μάτσα. Είδα τότε τη μετάθεση ενδιαφέροντος του μεγάλου κομματιού που αγόραζε δίσκους, από τη μουσική στο διαδίκτυο. Δεν είναι η ευκολία του να κατεβάζεις, είναι κυρίως η μετάθεση του ενδιαφέροντος: άλλο παιχνίδι βρήκαμε. Άρα πρέπει να πάμε πριν το 1900 τώρα, τότε που δεν υπήρχε δισκογραφία και όλα κινούνταν γύρω από τις ζωντανές εκτελέσεις. Αυτό δυσκολεύει τα πράγματα, κυρίως ως προς την παρουσία καινούριων προσώπων. Διότι εγώ εξακολουθώ να ισχύω, έστω με λιγότερα χρήματα. Εσύ, όμως, αν ήθελες να βγάλεις μια δουλειά –ακόμα και εξαιρετική να ήταν– πού θα την έβγαζες; Και πώς θα την έκανες, με ένα home studio και μια κιθάρα; Δεν θα μπορούσε να βγει καλά.

Εγώ έγινα αυτός που έγινα γιατί έκανα σπουδαίες ηχογραφήσεις, συνεργασίες κλπ. Από όλους τους Μιχάληδες του κόσμου θα προκύψει τώρα ένας και όχι τριάντα, όπως πρέπει. Συνεπώς, εκείνοι που την πατάνε είναι οι νέοι άνθρωποι. Εμείς έχουμε ως όπλο το live. Το οποίο επίσης έχει χτυπηθεί από την κρίση, αλλά αυτό είναι πρόσκαιρο.

Μιας και αναφέρατε το live, τι παρουσιάζετε αυτόν τον καιρό στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, παρέα με τον Χρήστο Θηβαίο και τη Μαριάννα Πολυχρονίδη;

Στο Γυάλινο είναι μεγάλο το επίτευγμα, και θα μου επιτρέψεις να το πω έτσι. Δεν αναφέρομαι στο ότι γεμίζει ο χώρος, αυτό το έχω ξαναζήσει πολλές φορές. Σημαντικό να επιβεβαιώνεται, βέβαια, και μάλιστα μέσα στην κρίση. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι άλλο: Σάββατο, ο κόσμος καταπιεσμένος από το τρέξιμο της εβδομάδας μα και από την όλη κατάσταση, βγαίνει έξω με διάθεση να χαλαρώσει και να ξεσκάσει. Με το που κάθονται, πέφτει μια ανακοίνωση που λέει ότι στο πρώτο μέρος θα παρουσιαστούν 2 νέα έργα, το Στην Ομίχλη Των Καιρών και το Σιδερένιο Νησί του Θηβαίου, και παρακαλούμε να κλείσετε τα κινητά σας. Δεν ξέρω αν τα κλείνουν, ξέρω όμως ότι επί 1 ώρα και 20 λεπτά δεν ακούγεται κιχ. Δηλαδή η μουσική σκηνή μετατρέπεται σε θέατρο.

Στο δεύτερο μέρος, όπου παίζονται τα τραγούδια κοινού αισθήματος (Καββαδίας, Αλκαίος κλπ.), υπάρχει συνένωση της αίθουσας με τη σκηνή. Αυτό που πετύχαμε νομίζω είναι πρωτοφανές. Εμένα τουλάχιστον δεν μου είχε ξανατύχει, δεν το είχα ξαναδεί ούτε σε άλλους να γίνεται. Το θεωρώ σημαντικό, γιατί μπορώ να παρουσιάσω την καινούρια μου δουλειά. Ο κόσμος θέλει φυσικά να ακούει πάντα τα τραγούδια-ναυαρχίδες: την “Πιρόγα”, τη “Ρόζα” και τα υπόλοιπα. Αλλά θέλω κι εγώ να παρουσιάσω τα νέα τραγούδια. Αυτό επετεύχθη, και είμαι λοιπόν πολύ ευχαριστημένος.

015gMikrouts_5.jpg

Σας είδα για πολλοστή φορά στη σκηνή το περασμένο καλοκαίρι, μαζί με τον Μίλτο Πασχαλίδη. Παίζατε, τραγουδούσατε, κάνατε νοήματα, κάνατε πού και πού και μια παρατήρηση σε κάποιον μουσικό που έκανε λάθος. Τι περνάει απ’ το μυαλό σας εκείνη την ώρα, αναρωτιέμαι...

Θα σε πάω λίγο πίσω. Εκείνο που μπορώ να πω, γιατί δεν είναι αξιολογικό, είναι ότι στη γενιά μου ήμουνα μακράν ο πιο μορφωμένος μουσικά. Παρά ταύτα, ποτέ δεν σηκώθηκα να διευθύνω την ορχήστρα. Θεωρούσα ανόητο να διευθύνεις 6-7 μουσικούς. Όλοι οι συνθέτες της γενιάς μου κάνανε αυτή τη δουλειά (σ.σ.: δείχνει τις κινήσεις του μαέστρου με τα χέρια). Έλεγα στον μακαρίτη τον Μάνο Λοΐζο: «ρε 'συ, γιατί σηκώνεσαι να διευθύνεις;». «Ρε 'συ Θάνο, δεν παίζω πιάνο, κάπως πρέπει να είμαι», μου λέει. Αυτός ήταν δικαιολογημένος. Κάποιοι άλλοι που παίζανε πιάνο –δεν θέλω να πω ονόματα– παίρνανε τη μπαγκέτα για να διευθύνουνε δυο μπουζούκια και μια ντραμς. Εγώ, λοιπόν, ήμουν στο πιάνο. Από το 2000 και μετά καθόμουν στο πιάνο ως περφόρμερ. Και εκεί έπρεπε να δίνομαι, απ’ το πρώτο δευτερόλεπτο μέχρι το τελευταίο. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις, πολλές συναυλίες, η πλειονότητα, όπου δεν ξέρω τι γίνεται κάτω: δίνομαι τόσο πολύ, συνομιλώ με τους μουσικούς μου, συνομιλώ με το πιάνο, κάνω τις κινήσεις που ανέφερες κτλ. Όλο αυτό φαίνεται να περνάει με έναν τρόπο πολύ καλό.

Θα λέγατε ότι είστε αυστηρός με τους συνεργάτες σας;

Ναι, είμαι πολύ αυστηρός, αλλά με αγαπητικό τρόπο. Είμαι πολύ αυστηρός, επειδή είμαι πολύ πειθαρχημένος εγώ ο ίδιος. Δεν είναι τυχαίο ότι στις περίπου 20.000 ώρες στούντιο που έχω κάνει, δεν υπήρξε ούτε μία μέρα που να μην είμαι εκεί νωρίτερα από τους υπόλοιπους. Τη στιγμή που, κατά κανόνα, ο συνθέτης, ο σταρ, ερχόταν τελευταίος –για να μη σου πω το εξωφρενικό με τον Χατζιδάκι, ο οποίος παρουσιαζόταν 5 ώρες αργότερα γιατί ...κοιμόταν! Επίσης, είμαι απολύτως ακριβής στο τι ζητάω, χωρίς να σημαίνει κάτι τέτοιο ότι δεν αφήνω χώρο για αυτοσχεδιασμό ή για την προσωπικότητα του καθενός. Το ξέρουν αυτό όλοι όσοι δουλεύουμε μαζί κατά καιρούς, και κουρδίζονται πάνω στη συγκεκριμένη λογική.

Πάντως, έναν από αυτούς, τον Θύμιο Παπαδόπουλο, δεν τον αλλάζετε με τίποτα...

Ο Θύμιος Παπαδόπουλος είναι το alter-ego μου στο τραγούδι, και γενικότερα στη μουσική, 31 χρόνια τώρα. Ξέρει τη μουσική μου, και ειδικά την τραγουδιστική παραγωγή μου την ξέρει καλύτερα από εμένα. Είναι ο ίδιος πολυσύνθετος και σπουδαίος δεξιοτέχνης. Δεν νομίζω ότι θα καταφέρω ποτέ να του ξεπληρώσω όσα του οφείλω.

015gMikrouts_6.jpg

Πρόσφατα δεχτήκατε, με τον Μίλτο Πασχαλίδη, μια αγωγή από τον Δήμο Ιλίου. Τι γίνεται με αυτό;

Απίστευτο αυτό, σε όλα τα επίπεδα... Κατ’ αρχάς, εγώ δεν είχα υπογράψει καν κάποια σύμβαση. Αλλά εκείνοι ήθελαν να χρησιμοποιήσουν τη συναυλία μας στο πλαίσιο της Λευκής Νύχτας. Φάνηκε το επίπεδό τους, αφού η αντικατάστασή μας έγινε από κάποιο lifestyle γκρουπ. Και τώρα μας ζητάνε 240.000 ευρώ για διαφυγόντα κέρδη, από μια συναυλία η οποία θα είχε δωρεάν είσοδο! Είναι για γέλια η υπόθεση.

Είναι ακόμα σε εκκρεμότητα;

Μάλλον ναι...

Σας έβλεπα τις προάλλες στην εκπομπή Στην Υγειά Μας Ρε Παιδιά του Σπύρου Παπαδόπουλου. Τελικά η μουσική στην ιδιωτική τηλεόραση παρουσιάζεται από τη μία ως αρένα (διαγωνισμοί, talent shows κλπ.) και από την άλλη με μια λογική ταβέρνας...

Ναι, ταβέρνα είναι. Υπάρχει έλλειμμα γενικά, και στη δημόσια τηλεόραση. Μπορεί η τελευταία να έχει μερικές εκπομπές όπου μπορείς να παρουσιάσεις τη δουλειά σου (της Λένας Αρώνη, ας πούμε), αλλά δεν έχει εκπομπές ολοκληρωμένες για τη μουσική. Για την ιδιωτική τηλεόραση, τι να πεις... Για τη συγκεκριμένη πάντως εκπομπή που ανέφερες, υπήρξε μια αγαπητική ατμόσφαιρα ανάμεσα στους παρευρισκόμενους, καθώς ήταν όλοι τους συνεργάτες μου, η οποία συνδύαζε σεβασμό με μεγάλη οικειότητα. Και είναι θετικό ότι αυτό πέρασε και στους τηλεθεατές –αν κρίνω δηλαδή από κάποιους που μου μετέφεραν τις εντυπώσεις τους. Κάποτε είχα πει στον Σπύρο ότι δεν θα ήταν άσκοπο (και ανάλογα με τον καλλιτέχνη ή το θέμα) να προχωράει και σε άλλη φόρμα. Θεωρώ ότι έχει μια σοβαρότητα σαν άνθρωπος και είχε βρει ενδιαφέρουσα την ιδέα, αλλά προφανώς υπάρχουν θέματα παραγωγής αξεπέραστα. Λείπουν πάντως 2-3 ακραιφνώς μουσικές εκπομπές από την τηλεόραση, και τη δημόσια και την ιδιωτική.

015gMikrouts_7.jpg

Πρόσφατα αποκαλύφθηκε και το περίφημο πόρισμα για την ΑΕΠΙ. Σας εξέπληξαν τα συμπεράσματα;

Παρότι ξέραμε περίπου τι γινότανε, οι αριθμοί μας εκπλήσσουν. Το κακό είναι ότι, έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα με τα χρόνια, με όλα αυτά τα φοβερά και τρομερά, η ΑΕΠΙ εκ των πραγμάτων ήταν η μόνη που διέθετε ένα δίκτυο για να εισπράττει δικαιώματα. Γιατί πάρα πολλές φορές παιζόταν η μουσική μας και δεν πληρωνόμασταν, ούτε καν από τα μεγάλα τηλεοπτικά κανάλια. Μάλιστα, θεωρούνταν κάτι τέτοιο αυτονόητο. Αν έκλεινε λοιπόν η ΑΕΠΙ, ποιος μηχανισμός θα την αντικαθιστούσε; Έπρεπε να αναληφθούν πρωτοβουλίες.

Και είχαμε αναλάβει μία, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, με την ΕΜΣΕ. Εγώ μάλιστα υπέστην ίσως τη μεγαλύτερη ζημιά, προσπαθώντας να σταθεί η ΕΜΣΕ για να μπορεί να εισπράττει εκείνη τα δικαιώματά μας. 20 χρόνια έμεινα εκτός εκτελεστικών δικαιωμάτων. Αν είχα αυτά τα δικαιώματα, θα μπορούσα να ζήσω το υπόλοιπο της ζωής μου χωρίς να τρέχω στα κατσάβραχα. Αποτύχαμε τότε. Τώρα θα πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος. Αλλά ξέρεις τι θα πει δίκτυο είσπραξης δικαιωμάτων; Ποιος μπορεί να το κάνει και πώς; Είναι σύνθετο το θέμα και χρειάζεται πολλή προσοχή. Το καλύτερο θα ήταν να ελεγχθεί απολύτως η ΑΕΠΙ, να μην την αφήσουν να κλείσει, να τιμωρηθούν οι υπαίτιοι, και σιγά-σιγά να φτιαχτεί κάτι νέο και υγιές, το οποίο θα έχει τη δυνατότητα να κάνει τη συγκεκριμένη δουλειά.

Τι σχέδια, δισκογραφικά και συναυλικά, κάνετε αυτόν τον καιρό;

Θα ήθελα, με κάποιον τρόπο, να συνεχίσω και το καλοκαίρι ό,τι γίνεται στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο. Αλλά τότε θα υπάρχουν και 30 παραστάσεις του Καββαδία, που παρουσιάστηκε στο Badminton. Αν γίνονταν παράλληλα και 10-15 παραστάσεις με τον Χρήστο Θηβαίο θα ήταν πολύ καλό. Από τον Οκτώβρη και μετά έχω 3 πράγματα στο μυαλό μου, τα οποία έχουν ως επίκεντρο τη Λίνα Νικολακοπούλου. Το ένα είναι η παραγωγή κάποιων συναυλιών σε έναν μεγάλο χώρο, με βάση τη δουλειά της –όχι μόνο όσα κάναμε μαζί, αλλά με τη δική μου ματιά. Το δεύτερο είναι μια ενδεχόμενη κοινή μας δισκογραφική δουλειά, και το τρίτο, για το 2018 πια, να δούμε την περίπτωση ενός σύγχρονου πολιτικού καμπαρέ. Αυτό το τελευταίο δεν είναι εύκολο, είναι όμως, για μένα, πάρα πολύ ερεθιστικό.

015gMikrouts_8.jpg

Και μια ερώτηση, λόγω της ημέρας...

Τι έχει η μέρα;

Είναι του Αγίου Βαλεντίνου.

Α, μάλιστα!

Σας αφορά η γιορτή αυτή;

Όχι. Μη νομιστεί ότι υποτιμώ ό,τι συνηθίζεται. Για παράδειγμα, παρότι δεν είμαι θρήσκος, το Πάσχα με τρελαίνει. Ειδικά όταν πηγαίνω στο σπίτι μας στην Κρήτη, και βιώνω όλη αυτή την ατμόσφαιρα. Αλλά τον Βαλεντίνο μάλλον δεν τον είχα πολύ σε υπόληψη. Ούτε κι εκείνος φαίνεται! (γέλια).

Σύντομα θα γίνετε 70 ετών...

Στις 13 Απριλίου.

Δεν σας φαίνεται καθόλου. Προσέχετε στα θέματα υγείας, διατροφής κλπ.;

Δεν προσέχω. Και έχω και προβλήματα υγείας. Κάποια στιγμή πιθανόν να με εγκαταλείψουν οι δυνάμεις μου, πάντως πάνω στη σκηνή αναζωογονούμαι. Αυτό το «ζω και πεθαίνω», που ακούγεται βαρύγδουπο, συμβαίνει με μένα. Και έχω την αίσθηση ότι, αν εγκατέλειπα τη σκηνή για να συνεχίσω να δουλεύω εκτός συναυλιών, σιγά-σιγά θα άρχιζε να φαίνεται περισσότερο η ηλικία μου. Όταν είμαι εκτός σκηνής πονάει η μέση μου, όταν ανεβαίνω εκεί μου περνάει.

{youtube}-9NFtNVHtn4{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured