Δεν ανήκει στους έντεχνους, αν και συνεργάζεται αποκλειστικά με αυτούς. Επίσης δεν ασχολείται με την ποπ με τον τρόπο που ασχολείται η πλειοψηφία των συναδέλφων της. Για τους λόγους αυτούς, η Ανδριάνα Μπάμπαλη μου δίνει την εντύπωση ότι ασφυκτιά στα στενά όρια της ελληνικής μουσικής πραγματικότητας. Όταν μάλιστα δηλώνει θαυμάστρια της Αρλέτας ενώ παράλληλα θα ήθελε να τραγουδά ασταμάτητα bossa nova απλώς επιβεβαιώνονται οι σκέψεις μου γι αυτήν. Αφορμή για τη συνέντευξη αυτή στάθηκε η αναγγελία της συναυλίας της στο Almaz (Τριπτολέμου 13, Γκάζι) την Κυριακή 13 Δεκεμβρίου. Το ντροπαλό κορίτσι με την αιθέρια φωνή που έπαιζε, πριν μερικά χρόνια, κρουστά στη μπάντα του Νίκου Πορτοκάλογλου έχει αλλάξει. Δεν μασάει τα λόγια της, έχει θέσεις για τα πράγματα, μιλάει με σαφήνεια και χωρίς φιοριτούρες. Λόγοι αρκετοί ώστε να ανέβει ένα ακόμα σκαλί στην εκτίμηση μας...

 

Μου κάνει ιδιαίτερη εντύπωση όταν σε ακούω σε αφιέρωμα για τη Βίκυ Μοσχολιού και μετά σε cult αφιέρωμα των ελληνικών 1980s. Κινείσαι με μία ιδιαίτερη ισορροπία μεταξύ της έντεχνης μουσικής και της ελληνικής ποπ. Ποιο είναι όμως αυτό το είδος μουσικής που θα μπορείς να το τραγουδάς χωρίς να βαρεθείς ποτέ;

 

Bossa nova! Θα ήθελα να είμαι η Astrud Gilberto... Μου αρέσουν τα μελωδικά και όχι φανφαρόνικα πράγματα, καθώς και η jazz.

 

Τραγούδησες για διαφημιστικό της Lacta, συνεργάστηκες με τον Νταλάρα και τον Ρέμο στη μεγαλύτερη πίστα της Αθήνας, συμμετείχες στον δίσκο των Pallyria και της Στέλλας Γαδέδη. Μου δίνεις την εικόνα ότι δεν ανήκεις σε όσους βάζουν διαχωριστικές γραμμές στις μουσικές τους επιλογές...

 

Το «Νταλάρας-Ρέμος» αποτέλεσε εξαίρεση. Δυσάρεστη θα έλεγα, όχι μόνο για μένα, αλλά για όλους τους συμμετέχοντες, όπως έχουν παραδεχτεί άλλωστε πολλές φορές δημόσια. Συμφώνησα να κάνω κάτι τελείως διαφορετικό, που δεν έγινε ποτέ. Από εκεί κι έπειτα έκανα επιλογές οι οποίες δεν αναιρούν η μια την άλλη. Έχω όρια φυσικά, αισθητικής φύσεως, και ποτέ δεν κυνήγησα τα φράγκα. Τα τελευταία χρόνια έχω σχεδόν απομονωθεί, θέλω να συνεργάζομαι μόνο με δυο στενούς φίλους.

 

Αν ρωτούσα την Αρβανιτάκη, την Ασλανίδου, την Κανά ποιες είναι οι γυναικείες φωνές πρότυπα για αυτές, λίγο-πολύ θα μάντευα τις απαντήσεις τους. Μια ερμηνεύτρια όπως εσύ, που με τίποτα δεν θα την χαρακτήριζα λαϊκή, δεν μπορώ να καταλάβω ποιες ελληνικές γυναικείες φωνές στάθηκαν πρότυπο γι αυτήν.

 

Δεν είχα ποτέ ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους τραγουδιστές. Αγαπώ πολύ την Αρλέττα για τη μοναδικότητά της. Δεν με εντυπωσιάζουν πια οι φωνητικές ακροβασίες.

 

Με το πρόσφατό σου άλμπουμ Rose Tattoo επαναπροσδιορίζεις παλαιότερα τραγούδια – τον τελευταίο καιρό πολλοί συνάδελφοί σου έχουν ακολουθήσει την ίδια λογική στη δισκογραφία. Ποια ανάγκη σε οδήγησε να φτιάξεις ένα τέτοιο δίσκο;

 

Η αγάπη μου για το ρεπερτόριο αυτής της εποχής!

 

Ναι, η ρετρό αισθητική και η ρομαντική διάθεση του Rose Tattoo είναι προφανής. Τι υπάρχει όμως σε αυτά τα τραγούδια που σε έκανε να θεωρείς ότι μπορεί να αφορούν το σημερινό ακροατήριο;

 

Στο Rose Tattoo ξανασυστήνουμε τραγούδια τα οποία είναι άγνωστα νομίζω στη νεότερη γενιά. Αν πάντως κρίνω απ’ ό,τι παίζεται στην πλειοψηφία των ραδιοφωνικών σταθμών, μάλλον δεν την αφορούν...

 

Ένα από τα στοιχεία που αναδεικνύουν τα καινούργια σου τραγούδια, πέραν των ερμηνειών σου, είναι η ενορχήστρωση του Μίνου Μάτσα. Είχες ενεργό ρόλο στη διαδικασία αυτή;

 

Στην ενορχήστρωση όχι. Γενικά θεωρώ σωστό ο καθένας να έχει τον ρόλο του. Έχω δει πολλές φορές τραγουδιστές να παριστάνουν τάχαμου τους ενορχηστρωτές και να καταστρέφουν το τελικό αποτέλεσμα. Γνώμη (κι αυτή συνετά) έχω για όσα γράφω εγώ.

 

Σε εποχή κρίσης οι μεγάλες δισκογραφικές-πολυεθνικές λύνουν τα συμβόλαια με τους τραγουδιστές και κρατούν στο δυναμικό τους αυτούς που πραγματικά θεωρούν ισχυρά χαρτιά. Ανήκοντας και συ στο δυναμικό της ΕΜΙ, έχεις συνειδητοποιήσει ότι είσαι μια καλλιτέχνης με διευρυμένο πια κοινό;

 

Έχω ακούσει πολύ όμορφα και συγκινητικά πράγματα από ακροατές και έτσι συνεχίζω. Δεν ξέρω αν έχω διευρυμένο κοινό, αλλά όσο και να είναι το σέβομαι.

 

Η γενιά του 2000 συχνάζει στα μπαράκια του Γκαζιού και του Μεταξουργείου, διαβάζει free press, αρχίζει να κυκλοφορεί με ποδήλατο στους δρόμους της Αθήνας, έχει οικολογικές ανησυχίες και αμείβεται με 700€. Νιώθεις ότι ανήκεις σε αυτή τη γενιά; Είσαι εκφραστής της με τα τραγούδια σου;

 

Αν και δεν ανήκω πια στη γενιά των 20κάτι, είμαι κοντά τους και χαίρομαι που είναι πολύ περισσότερο συνειδητοποιημένοι σε κάποια πράγματα από παλιότερες γενιές. Είναι σκληρή εποχή να ξεκινά κανείς τώρα, αλλά τελικά κάθε εποχή έχει τη σκληρή πλευρά της. Όσο περισσότερα ζόρια τόσο μεγαλύτερη προσπάθεια και πείσμα λέω εγώ. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την ατάκα του Μπενίνι, όταν πήρε το Οσκαρ: «Ευχαριστώ τους γονείς μου για τη φτώχεια».

 

Τόση πληροφορία μέσω διαδικτύου, τόσες μουσικές και όμως το αυτί του ακροατή συνεχίζει να είναι αδηφάγο. Ζητάει συνέχεια περισσότερα και νέα πράγματα. Τι στάση κρατάει τελικά ο καλλιτέχνης απέναντι σε αυτήν την ατέρμονη ανάγκη για το καινούργιο; Την έχεις νιώσει αυτήν την πίεση της παραγωγικότητας;

 

Το νιώθω συνέχεια πως θέλω να δοκιμάσω κάτι καινούργιο. Αυτό είναι το θέμα άλλωστε, να εξελισσόμαστε μαζί με την τέχνη μας. Δεν βιάζομαι όμως, δεν ανήκω στην κατηγορία που θέλει κάθε μήνα νέο τραγούδι για να βγει στο «μαγαζί». Επεξεργάζομαι τα «θέλω» και προχωράω.

 

Τρεις προσωπικοί δίσκοι με νέο υλικό, ένας με διασκευές, μήπως το επόμενο δισκογραφικό βήμα θα είναι οι καλύτερες live στιγμές σου;

 

Όχι, θέλω νέο υλικό τώρα, κάτι διαφορετικό! Θέλω να επανεφεύρω τον εαυτό μου. Βαρέθηκα λίγο...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured