Νίκος Σαραφιανός

Είναι αλήθεια ότι σε τέτοια μουσικά ιδιώματα δεν έχουμε συνηθίσει να ακούμε μουσική γραμμένη για τσέλο, όπως στο έργο “Χορός Ασίκικος: 11 Σπουδές Για Σόλο Τσέλο” του Μίκη Θεοδωράκη. Ένα έργο που εμπνέεται από τους ρεμπέτικους δρόμους…

«Ο Θεοδωράκης είναι ένας συνθέτης με μεγάλη έμπνευση και μία τρομερή ευκολία να παράγει ιδέες. Ο Ασίκικος Χορός είναι ένα εξαιρετικά πρωτότυπο έργο, με γνήσια ελληνικό χαρακτήρα. Το πάντρεμα του λαϊκού ιδιώματος με ένα μέσο κατεξοχήν συνυφασμένο με τη λόγια δημιουργία όπως είναι το βιολοντσέλο, αποτελεί ένα τόλμημα. Η πηγαία σκέψη του Θεοδωράκη έχει δώσει σε αυτό το πάντρεμα μία φυσικότητα που γοητεύει. Η ελληνικότητα του έργου με οδήγησε σε σχεδόν αυτονόητες μουσικές επιλογές, όσον αφορά πολλές πλευρές της ερμηνείας. Η αμεσότητα με την οποία απευθύνεται π.χ. ένα ζεϊμπέκικο στον Έλληνα είναι καταλυτική σε αυτή την περίπτωση. Προσωπικά προτιμώ τον τίτλο «Ασίκικος Χορός» από τον όρο «σπουδές», ο οποίος βρίσκω ότι περιορίζει το περιεχόμενο του έργου στις δεξιοτεχνικές πτυχές του. Ναι, είναι έργα που προτείνουν σημαντικές τεχνικές προκλήσεις στο βιολοντσελίστα και αξιοποιούν στο μέγιστο τις δυνατότητες του οργάνου, αλλά το βάρος πέφτει κατά τη γνώμη μου στον ρητορικό μουσικό λόγο και τη θεατρικότητα. Επίσης, παρ’ όλο που και οι έντεκα χοροί φαίνονται ανεξάρτητοι μεταξύ τους, μου αφήνουν την αίσθηση μιας μεγάλης και σφικτής ενότητας».

Θα πίστευες ότι ο Θεοδωράκης είναι ένας διαχρονικός συνθέτης;

«Το σίγουρο είναι ότι μιλάει στην ελληνική ψυχή. Η έννοια της διαχρονικότητας ενός έργου τέχνης όμως είναι σχετική, καθώς εξαρτάται από την πορεία της ευαισθησίας της κοινωνίας μας. Κάποιες φορές αμφιβάλλω αν είναι εξασφαλισμένη ακόμα και η διαχρονικότητα της μουσικής του Μπετόβεν…». 

Είσαι μουσικός τόσο της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών όσο και του Νέου Ελληνικού Κουαρτέτου. Τι προτιμάς περισσότερο; 

«Τρέφω ιδιαίτερη αδυναμία στο κουαρτέτο και το ρεπερτόριό του, καθώς θεωρώ ότι ως είδος συνοψίζει τις βαθύτερες πνευματικές αναζητήσεις των συνθετών, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι η συμφωνική ορχήστρα δεν μου προσφέρει συγκινήσεις. Πρόκειται για δύο διαφορετικές εργασίες, οι οποίες όμως έχουν και κοινές απαιτήσεις σε δεξιότητες από τον μουσικό, όπως για παράδειγμα, η ανάγκη ταύτισης με τον συμπαίκτη, τα γρήγορα αντανακλαστικά και η ελαστικότητα. Από την άλλη, στο κουαρτέτο εγχόρδων, η μεγάλη πρόκληση είναι η συνεχής εναλλαγή ρόλων, το συνεχές πέρασμα από το συλλογικό στο ατομικό. Και αυτό απαιτεί αυξημένη πειθαρχία, ευελιξία και λήψη πρωτοβουλίας».

Γνώρισες από κοντά τον Θεοδωράκη κατά τη διαδικασία μελέτης του κομματιού;

«Ναι, είχα την τύχη να τον γνωρίσω από κοντά και να δουλέψουμε μαζί τον “Ασίκικο Χορό”. Πρόκειται για ένα άνθρωπο ο οποίος σε καθηλώνει με την παρουσία του. Κάθε φορά που τον επισκεπτόμουν είχε ένα σωρό απίστευτες ιστορίες να διηγηθεί για την αντίσταση, τον εμφύλιο και την εξορία, με έναν τρόπο μοναδικό. Οι μουσικές συμβουλές του ήταν καθοριστικές στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του “Ασίκικου Χορού” και είχαν πάντα ως άξονα την ελεύθερη έκφραση και τον λυρισμό. Διαπίστωσα ότι όφειλα να απαλλαγώ από ακαδημαϊσμούς και να στραφώ προς την απλότητα και την άνεση με την οποία τραγουδιέται και αναπνέει ένα δημοτικό ή ένα ρεμπέτικο τραγούδι. Αυτός ο τρόπος του να πλάθει κανείς τον χρόνο ήταν ένα πολύτιμο μάθημα για μένα. Αυτά συνιστούν μια υπέρβαση την οποία πρέπει να κάνει ο μουσικός προκειμένου να προσεγγίσει και να μεταδώσει πιο άμεσα το πραγματικό νόημα του έργου. Ιδίως στην περίπτωση του Ασίκικο που, όπως είπα πριν, εμπεριέχει πολλά δεξιοτεχνικά στοιχεία, θα ήταν παγίδα να απορροφηθεί ο μουσικός από αυτά και να τα προβάλλει ως το κύριο χαρακτηριστικό του κομματιού. Όταν ακούμε για παράδειγμα έναν Κρητικό λυράρη, δεν θαυμάζουμε τα δύσκολα περάσματά του, μα ακούμε το τραγούδι του και αφηνόμαστε στη γοητεία του. Η εμμονή στην τεχνική είναι μία συντεχνιακή διαστροφή των κλασικών».

Η εμμονή στην τεχνική είναι διαστροφή των κλασικών... Μπορείς να το εξηγήσεις αυτό περισσότερο;

«Πιστεύω ότι η τεχνική πρέπει πάντα να αποτελεί μέσο και όχι αυτοσκοπό για τον μουσικό εκτελεστή. Και ως μέσο για την ανάδειξη της μουσικής ιδέας, είναι απαραίτητη. Η «διαστροφή» συνίσταται σε μια εγωκεντρική τοποθέτηση του ίδιου του εκτελεστή ως προς το μουσικό κείμενο. Εφόσον δεχτούμε ότι η παρτιτούρα είναι ένα ημιτελές μέσο, ο μουσικός οφείλει συνεχώς να εμβαθύνει και να την αντιμετωπίζει με οξυδέρκεια ώστε να καταφέρει να την αποδώσει με ένα δόκιμο τρόπο».

Πώς βλέπεις τη μουσική δωματίου στην Ελλάδα;

«Πιστεύω ότι η μουσική δωματίου και γενικότερα οι συναυλίες στην Ελλάδα διέρχονται μία κρίσιμη καμπή. Το μουσικό δρώμενο χάνει σιγά-σιγά την αξία του σε μία κοινωνία που ολοένα και αποζητά το εύκολο και το εφήμερο. Από την άλλη, στο αστικό περιβάλλον η σιωπή τείνει να αποτελέσει πολυτέλεια. Αν το καλοσκεφτεί κανείς, παντού και πάντα βομβαρδιζόμαστε από κάποιο είδος μουσικής υπόκρουσης. Είναι απαραίτητη στον άνθρωπο η διαφορά δυναμικού μεταξύ της σιωπής και της μουσικής ούτως ώστε να αποζητά πλέον το μουσικό δρώμενο ως τροφή της ψυχής του. Εμείς οι μουσικοί έχουμε χρέος πιστεύω να είμαστε και να παραμένουμε ιδεαλιστές απέναντι σε ένα σύστημα που δείχνει να αδιαφορεί για τις τέχνες. Απαιτείται ουσιαστική παιδεία με ανθρωπιστικό κέντρο για να έρθει κοντά ο άνθρωπος σε όσα έχει πραγματικά ανάγκη».

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured