O Δημήτρης Μπάσης ανήκει, κατά τη γνώμη μου, στους καλύτερους τραγουδιστές των νεότερων χρόνων. Διαθέτει μια φωνή με κρυστάλλινη χροιά αλλά και μια τεχνική κατάρτιση που σπάνια συναντάμε πια –το παιχνίδι σήμερα δεν παίζεται μόνο με το λαρύγγι, δυστυχώς. Οι ερμηνευτικές ικανότητές του, όμως, υπήρξαν αρκετές φορές αντιστρόφως ανάλογες της ποιότητας ή της καταλληλότητας του ρεπερτορίου που επέλεξε να υποστηρίξει. Και, φοβάμαι, αυτή η εντύπωση δεν αλλάζει με την κυκλοφορία του πρώτου προσωπικού του ζωντανά ηχογραφημένου άλμπουμ. Το Live είναι αν μη τι άλλο χορταστικό: 53 τραγούδια, απλωμένα σε τρία CD, με τη συνολική διάρκεια να αγγίζει τις 3 ώρες. Περιλαμβάνει ηχογραφήσεις πραγματοποιημένες τα τελευταία 2 χρόνια, σε συναυλίες το καλοκαίρι του 2008, στο Χάραμα τη σεζόν 2008-2009 και στο Cine Κεραμεικός το 2009-2010, με τον ερμηνευτή να συνοδεύει ορχήστρα αποτελούμενη από κιθάρα, πλήκτρα, μπάσο, τύμπανα, μπουζούκι, κανονάκι, βιολί και λαούτο. Ο Μπάσης επέλεξε κάποια, σχετικά λίγα, τραγούδια από την προσωπική δισκογραφία του και κάποια παραδοσιακά, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος προέρχεται από τον ευρύτερο χώρο του λαϊκού, αλλά και του «έντεχνου» τραγουδιού. Μια ματιά στο tracklist αποκαλύπτει το βασικό μειονέκτημα της εν λόγω κυκλοφορίας. Η συντριπτική πλειοψηφία των επιλογών είναι από όσα αποκαλούμε «κλασικά και αγαπημένα», τραγούδια που πλέον συναντάμε στα περισσότερα προγράμματα των νυχτερινών μαγαζιών και των μουσικών σκηνών: “Το Τελευταίο Βράδυ Μου”, “Μία Είναι Η Ουσία”, “Αυτή Η Νύχτα Μένει”, “Δε Θα Ξαναγαπήσω”, “Ξημερώνει Και Βραδιάζει”, “Αυτά Τα Χέρια”, “Βρέχει Φωτιά Στη Στράτα Μου”, “Ερωτικό”, “Υπάρχω” κ.ά. –δεν λείπει ούτε η, πανταχού παρούσα πλέον, “Πριγκηπέσα” του Σωκράτη Μάλαμα. Είναι κατανοητό και απολύτως θεμιτό να θέλει ο κάθε νεότερος ερμηνευτής να τα πει αυτά τα θρυλικά τραγούδια. Το ότι όμως κυκλοφορούν σε δίσκο αυτές οι εκτελέσεις, όταν μάλιστα δεν έχουν το παραμικρό να προσθέσουν στις ήδη υπάρχουσες, είναι σαφές ότι «αποδυναμώνει» την εκάστοτε προσπάθεια, υποβιβάζοντάς τη σε ένα απλό ντοκουμέντο. Μια καταγραφή ενός προγράμματος, η οποία λίγους θα ενδιαφέρει πέρα από όσους το παρακολούθησαν. Με την άνεση που πραγματοποιείται σήμερα, λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων, μια ζωντανή ηχογράφηση, έχουμε δυστυχώς το φαινόμενο να έχει γεμίσει η αγορά με κυκλοφορίες οι οποίες αφορούν μόνο τους σκληροπυρηνικούς οπαδούς των καλλιτεχνών και χρησιμεύουν για να «γεμίζουν» το χρονικό διάστημα μεταξύ των στουντιακών δίσκων –δίνοντας το «παρών» του καλλιτέχνη στα δισκάδικα. Δεν ακούγεται ως σημαντικό το Live του Δημήτρη Μπάση, δεν ξεφεύγει από τον παραπάνω κανόνα. Ακόμα και απολύτως τεχνικά να δει κανείς το ζήτημα, δεν θα έχει πολλά καλά λόγια να πει για τον δίσκο. Ο Μπάσης ερμηνεύει άψογα –κάποιες φορές μάλιστα το παρακάνει με την τελειότητα– και δεν είναι λίγες οι στιγμές που εντυπωσιάζει. Σε κάποια όμως από τα πιο γνωστά τραγούδια, ακούγεται απολύτως προσηλωμένος στις πρώτες εκτελέσεις –χαρακτηριστικό παράδειγμα ο “Αύγουστος”, όπου νομίζεις ότι ακούς τον Νίκο Παπάζογλου. Η ορχήστρα παίζει αρκετά καλά αλλά και τυπικά –δεν προσθέτει ούτε αφαιρεί από τα τραγούδια. Η ηχογράφηση, επίσης, ενώ κινείται σε ικανοποιητικά επίπεδα, δεν αποτελεί κάτι το εξαιρετικό ενώ η συμμετοχή του κοινού, ως συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, βρίσκεται σε υψηλά, τουλάχιστον για τα γούστα μου, επίπεδα ηχητικής έντασης. Θα μπορούσαν τα πράγματα να είναι διαφορετικά για το Live του Δημήτρη Μπάση. Λίγη περισσότερη φαντασία στην επιλογή του ρεπερτορίου –το λαϊκό μας τραγούδι διαθέτει πολλά κρυμμένα διαμάντια και κάποια στιγμή οι ερμηνευτές θα πρέπει να τολμήσουν περισσότερο– και μια κάπως μικρότερη έκταση θα είχαν λειτουργήσει σαφώς υπέρ του. Έτσι ως έχει, όμως, αποτελεί μια πολύ τυπική κυκλοφορία που ό,τι κερδίζει το οφείλει αποκλειστικά στη χαρισματικότητα του ερμηνευτή. Μένει να δούμε αν ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, ο οποίος έχει αναλάβει να γράψει το υλικό για την επόμενη στουντιακή εργασία του Μπάση, είναι ικανός να του δώσει μια γερή «σπρωξιά»... 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured