Εύη Χουρσανίδη

And so it's begun / a fairytale of one / a bleeding rose, a mind in pause. Είναι 2009 και το "Shine" των Cyanna, μέσα από την τότε καμπάνια της Vodafone, γίνεται λόγος να ακουστεί χιλιάδες φορές η φράση «δεν ήξερα ότι είναι ελληνικό συγκρότημα!» και γίνεται ο πιο χαρακτηριστικός ήχος αναμονής κλήσης της εταιρείας κινητής τηλεφωνίας. Τα χρόνια περνούν, ο frontman της μπάντας, Σπυρέας Σιντ, με σταθερό συνεργάτη τον αδελφό του Νίκο επιχειρούν στροφή στον ήχο μέσα από τους Cyanna Mercury,  η έμπνευση δε λείπει, ούτε οι κυκλοφορίες, εμφανίσεις και περιοδείες στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Παράλληλα, ο Σπυρέας διατηρεί πρωινή και νυχτερινή δουλειά, αφού εκτός από μουσικός, συνθέτης, τραγουδιστής (και στο παρελθόν ραδιοφωνικός παραγωγός) ασχολείται επαγγελματικά με τις εκφωνήσεις, εργάζεται σε εταιρείες -αλλά και ως ελεύθερος επαγγελματίας- ως γραφίστας και επιλέγει μουσική σε διάφορα μπαρ της Αθήνας ως DJ. Από το 2011 συστήνεται και ως Iam Nothe, τόσο για να υπογράφει τις δουλειές του ως web & graphic designer αλλά και ως σόλο καλλιτέχνης, που φέτος κυκλοφόρησε τον πρώτο δίσκο του, μετά από 4 χρόνια προεργασίας,  με τίτλο "The Grand Design".

Η σκέψη ότι το Iam Nothe διαβάζεται και "I am not he", παρότι λάθος γραμματικά, μας ιντρίγκαρε. Πώς είναι να περνάς όλη σου τη ζωή κατακερματισμένος σε διαφορετικούς ρόλους; Τι απαιτήσεις καταλήγεις να έχεις από την κάθε πτυχή του εαυτού σου, πόσο συγκρουσιακό είναι όλο αυτό και πού καταφέρνουν να συνυπάρξουν αρμονικά όλα σου τα εγώ; 

Περισσότερο ροή συνείδησης και λιγότερο συνέντευξη, με την τυπική έννοια του όρου, αυτή τη βαθειά υπαρξιακή, ψυχαναλυτική και φιλοσοφική συζήτηση με τον Σπυρέα Σιντ θα τη θυμόμαστε για καιρό: 

iam-nothe-header

Ο Iam Nothe είναι μια προβολή του εαυτού μου που ταυτόχρονα δεν είναι, δηλαδή μου δίνει το ελεύθερο της μη-ανάληψης ευθύνης, κάτι που είναι τόσο της μόδας σε αυτή τη χώρα την τελευταία δεκαετία. Είμαι ανοιχτός και στις ερμηνείες των αποδεκτών, όπως και στις διάφορες εκφορές του ονόματος, αν και μάλλον φαινεται να επικρατεί το Άημ Νόδη, όπως το λέω και εγώ. Το ποιος είμαι, σαν μουσικός τουλάχιστον, είναι μια δύσκολη ερώτηση που βασικά έχει μια διάρκεια, δεν απαντιέται άπαξ, άρα και η απάντηση ειναι πολύ ρευστή για να διατυπωθεί. Αυτή τη στιγμή είμαι ο Iam πάντως.

Τι ήθελα να γίνω όταν μεγαλώσω... Από σπουδές τελείωσα στο ΕΚΠΑ την Σχολή Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών, στον Δημόκριτο έκανα ένα μεταπτυχιακό στην Μικροηλεκτρονική, και από γλώσσες έχω κάνει αγγλικά και γερμανικά. Ο πατέρας μου υποθέτω ότι ήθελε απλά να γίνω αξιοπρεπής, τίμιος και ευτυχής. Αυτές οι λέξεις βέβαια για έναν άνθρωπο γεννημένο το 1952, με συντηρητικές καταβολές, σήμαιναν καποια αρκετά συγκεκριμένα πράγματα, που σήμερα έχουν νοηματοδοτηθεί και με άλλους τρόπους. Δεν νομίζω όμως ότι ήθελε να γίνω μουσικός ή καλλιτέχνης γενικότερα, απλά οι αρχές του ήταν αυτές του τύπου «να γίνεις ό,τι θες δικιά σου είναι η ζωή δεν θα σου πω εγώ τι να κάνεις», μια φιλελεύθερη αντίληψη που όμως συχνά αναιρείται από τα συντηρητικά ριφλεξ, γιατί όλοι οι γονείς επηρεάζουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την εξέλιξη και τον ψυχισμό των παιδιών τους όσο και να θέλουν να τα αφήσουν να ορίσουν μόνα τη ζωή τους.

Η μάνα μου από την άλλη, ήταν ένας άνθρωπος πιο παρεμβατικός. Ήθελε να γίνω «του Πολυτεχνείου», των πολλών γλωσσών, της Πληροφορικής, γενικά των θετικών επιστημών κάτι, με μεγάλη δουλειά, θέση, μισθό κτλ. Το γνωστό greek dream της ίδιας γενιάς. Η ίδια μεγάλωσε σε δύσκολες συνθήκες γιατί έχασε τον πατέρα της στα 7, αναγκάστηκε να δουλεύει πριν καν ενηλικιωθεί και η οικονομική ανασφάλεια την επηρέασε στη ζωή της πολύ. Οπότε ήθελε "no matter what" ο γιος της να μην έχει ανάγκη να ανησυχεί για αυτά. Η αλήθεια είναι ότι και γω από μικρός έδειχνα να τα καταφέρνω με ευκολία στις σπουδές και σε όλα αυτά που εκείνη με έσπρωχνε, οπότε και εκείνη πίεζε συνεχώς περισσότερο, και την ίδια στιγμή, ειδικά στην εφηβεία που εγώ άρχισα να παρουσιάζω έντονη τάση προς την άλλη πλευρά, προσπαθούσε κάπως να μειώνει την όποια ενασχόληση είχα ανεξάρτητα και παράλληλα, με τη μουσική, τα εικαστικά, τη γραφή, το οτιδήποτε καλλιτεχνικό, γιατί ανησυχούσε μην παρεκκλίνω. Την καλλιτεχνική δημιουργία την εκτιμούσε μεν, καθότι και η ίδια υπήρξε στα νιάτα της χορεύτρια και δασκάλα χορού, και είχε αρνηθεί και μια υποτροφία για σπουδές στο εξωτερικό, αλλά την είχε στο μυαλό της μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες και επίπεδο. Θεωρούσε ότι αυτά είναι μόνο για τους πλουσίους ή αυτούς που έχουν κύκλο από πριν, όχι για καποιον σαν εκείνη ή σαν εμένα. Τις πρόβες με τις μπάντες στο Γυμνάσιο και το Λύκειο πχ, όπως και αργότερα τα live και τα albums που έκανα με τον αδελφό μου, τα έβλεπε πάντα σαν κάτι παροδικό, σαν μια ανωριμότητα που επέμενε, συχνά προς έκπληξή της. Χαιρόταν που μας έβλεπε να κάνουμε πράγματα μαζί με τον αδελφό μου φυσικά, και στις -λίγες- «μεγάλες» επιτυχίες που είχαμε κατα καιρούς, καμάρωνε εννοείται. Είχε έρθει και σε παρα πολλά live μας, πολλές φορές κρυφά, αντίθετα με τον πατέρα μου που δεν ήρθε ποτέ. Αλλά όταν ήταν να μου μιλήσει για κάτι σοβαρό, για το μέλλον, για επαγγελματικές επιλογές ή άλλες τετοιου είδους, η μουσική, η τέχνη, όλα αυτά ξαναέπαιρναν την διακοσμητική τους θέση στην «αληθινή ζωή» που καποια στιγμή θα «έπρεπε» να ξεκινήσω.

Στο τέλος βέβαια, λίγο πριν φύγει, που ήξερε ότι εγώ έχω ξεκινήσει να φτιάχνω αυτό το album μόνος μου πλέον, οι ερωτήσεις της είχαν έναν άλλο τόνο. Με ρωτούσε πώς πάει σαν όντως να έχει αποδεχτεί ότι εγώ αυτό κάνω, αυτό είμαι. Και όλα τα άλλα που κάνω για βιοποριστικούς λόγους, δεν έχουν την πρωτεύουσα σημασία στη ζωή μου, όπως είχαν στη δική της. Δεν μπορώ και να είμαι σίγουρος βέβαια, ίσως έτσι θέλω να πιστεύω. Πάντως είναι πολύ κρίμα που έφυγε πριν προλάβει να το ακούσει τελειωμένο και ειδικά πριν δει το βίντεο του ομότιτλου, γιατί της το είχα πει όταν είχα βρει το φιλμ στα πράγματα του πατέρα μου, ότι θα το κάνω βίντεοκλιπ για καποιο τραγούδι του άλμπουμ. Τώρα, εγώ μικρός τι ήθελα να γίνω όταν μεγαλώσω τελικά, δεν θυμάμαι πια. Είμαι στη φάση που προσπαθώ να ξεκαθαρίσω τι θέλω να γίνω τώρα που μεγαλώνω, γιατί είναι μεγάλο ψέμμα αυτό το «όταν μεγαλώσεις», αφού αυτή η διαδικασία οριοθετείται μόνο από το θάνατο τον μεταφορικό ή τον κυριολεκτικό, αναλόγως ποιος έρχεται πρώτος.

Το "Iam Nothe" σαν alias, το επινόησα το 2011 όταν έκατσα και εφτιαξα socials κτλ σαν graphic και web designer για να έχω καπου τα δείγματα δουλειάς και τα στοιχεια επικοινωνίας για εκείνη την δραστηριότητα, μακριά από τα υπόλοιπα που είχαν να κάνουν κυρίως με τους Cyanna, που τότε ήταν αρκετά ενεργοί και δεν ήθελα να τα μπλέξω. Τότε πρωτοχρειάστηκε να πω «δεν είμαι αυτός που κάνει αυτό, είμαι ο άλλος που κάνει το άλλο», γιατί μπερδευόμουν και φοβόμουν ότι θα μπερδεύονται και οι άλλοι. Τώρα πια το διαχειρίζομαι αλλιώς. Γιατί μεγαλώνοντας, ένα από τα πιο θετικά πράγματα που προκύπτουν τελικά, είναι ότι παύεις να ανησυχείς για μαλακίες και φοβάσαι όλο και λιγότερα πράγματα. Απ' την άλλη βέβαια, αυτά τα λίγα που συνεχίζεις να φοβάσαι, είναι σημαντικότερα και πιο σκοτεινά. It is what it is.

Δεν θυμάμαι πότε συνειδητοποίησα ότι η φωνή μου είχε δύναμη. Ακόμα και όταν είχα φτάσει να έχω καθημερινή εκπομπή στο ραδιόφωνο, να κάνω εκφωνήσεις σαν επαγγελματίας, και να έχω μπάντα, δισκογραφία και ζωντανές εμφανίσεις, μέσα μου ένιωθα ότι όλο αυτό κάπως έχει γίνει κατα τύχη, και ότι περισσότερο έπαιζε ρόλο ο τρόπος που είχα να «τουμπάρω» τους ανθρώπους, παρά η φωνή μου και το όποιο ταλέντο νόμιζαν οι άλλοι ότι έχω. Δεν είχα τόσο πίστη στη φωνή μου μέχρι μια, σχετικά μεγάλη, ηλικία. Όμως με τα χρόνια κατάλαβα ότι, παρότι μπορώ να ειμαι συμπαθής συχνά, ταυτόχρονα μπορώ να γίνω εύκολα και πολύ αντιπαθής, άρα αποκλείεται να συμβαίνουν όλα επειδή «οι άλλοι περνάνε καλά μαζί μου». Γιατί προφανώς δεν περνάνε καλά μαζί μου πάντα, και συχνά καθόλου, άρα κάπου λογικά η φωνή μου έχει όντως κάτι που «κάνει τη δουλειά». Και η αντίληψη του πώς να τη χρησιμοποιώ, για να το πω πιο σωστά. Αυτό όμως, γίνεται με δουλειά, υπομονή και την εμπειρία που φέρνει ο χρόνος, οπότε η εμπιστοσύνη, που κάπως πλέον έχω χτίσει στον εαυτό μου και τη φωνή μου, είναι μια κατάκτηση και μια διαδικασία εν εξελίξει, δεν είναι μια «υπερδύναμη» με την οποία γεννήθηκα. Μάλιστα το 2017 που πέρασα πολύποδα στις χορδές και κόντεψα να την χάσω, ήταν μια από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ζωής μου, αν και με κλώτσησε και σε καποια σωστά σημεία προς τα μπρός.

Δεν ξέρω αλήθεια τι ισχύει, όσον αφορά τις διαφορετικές πτυχές του εαυτού μου, γιατί όντως υπάρχει ένας πόλεμος μέσα μου σε κάθε μια από αυτές τις καταστάσεις που εχω βρεθεί ή βρίσκομαι ακόμα. Νιώθω δηλαδή καποιες φορές αυτές οι διάφορες πτυχές να μην μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά και να επικρατεί καποια εις βάρος των άλλων. Θα πω όμως το εξής που είναι ειλικρινές αν και κοινότοπο: πάνω στην σκηνή όταν βρίσκομαι, όταν παίζω και ερμηνεύω ζωντανά τραγούδια που έχω γράψει ή αγαπήσει, είμαι όσο πιο κοντά έχω καταφέρει να βρεθώ σε μια συνεκτική εκδοχή των εαυτών μου.

Το φαίνεσθαι, όντας για αρκετά χρόνια με το ένα πόδι σε ακαδημαϊκά και day-job περιβάλλοντα, και με το άλλο στην μουσική, την τέχνη και όλα τα παρελκόμενα ενός τετοιου τρόπου ζωής, ήταν κάτι το οποιο με βάραινε γιατί πήγαινε κόντρα στη φύση μου. Γνωρίζω πολλούς μουσικούς και καλλιτέχνες που αυτά τα συνδυάζουν, αλλά εγώ δεν μπόρεσα ποτέ να βρω τη χρυσή τομή και να διατηρώ μια ακεραιότητα στην δημιουργία. Επίσης φύσει εσωστρεφής από την μια, αλλά με ευκολία έκφρασης λόγω ενασχόλησης με την τέχνη από την άλλη, δημιουργείται ένα άθροισμα, μια αντιφατική ανάπτυξη προσωπικότητας, με αντιδιαμετρικές εκφάνσεις του εαυτού, που μέχρι καποια ηλικία δεν είχα καταφέρει να διαχειριστώ καλά. Θέλω να πιστεύω ότι τώρα κάπως τα καταφέρνω καλύτερα.

Ο εαυτός μου, για τον οποιο μιλάω στο τρίτο πρόσωπο συχνά με επικριτικό ύφος, ενώ επίσης μιλάω μαζί του στο μυαλό μου στο δεύτερο πρόσωπο πάλι πιο συχνά απ' όσο θα έπρεπε, εκείνες τις στιγμές είναι ένας δυνάστης. Του δίνω τη θέση του κριτή και του ελέγχου. Η μάχη μου επίσης είναι με την υπερανάλυση, την υπερβολική σκέψη που μεγαλώνει τα πράγματα δηλαδή, και με την αμφιθυμία και την καταπίεση που προκαλούν οι απόλυτες αξίες που μου φυτεύθηκαν κατα καιρούς ή που υιοθέτησα μεγαλώνοντας χωρίς να το καταλαβαίνω. Ως ψυχαναγκαστικός φυσικά όλα αυτά γίνονται παρα πολύ μεγάλα και δύσκολα, αλλά ταυτόχρονα σε περιόδους δημιουργικότητας και εστίασης λειτουργώ μια χαρά. Όταν όμως το μάθημα τελειώνει, επιστρέφω σε μια κατάσταση αβεβαιότητας και αυτοαμφισβήτησης. Αυτό βεβαια με έχει πάει και μπροστά, σαν καλλιτέχνη ειδικά, αλλά και σαν άνθρωπο γιατί δεν επαναπαύομαι και δεν ικανοποιούμαι εύκολα. Μπορεί να γίνει εξουθενωτικό όμως.

Τι θα έλεγε ο Iam Nothe στον Σπυρέα των Cyanna... Ο Iam Nothe θα έκανε πολύ καλύτερη συμφωνία, θα διάβαζε πολύ πιο προσεκτικά τα πάντα, θα διεκδικούσε όρους που του κάνουν, και δεν θα υπέκυπτε σε εκβιασμούς, από οικονομική ανασφάλεια και φοβικότητα της νιότης, και σίγουρα, αν δεν τον ικανοποιούσαν τα προσφερόμενα, θα έλεγε απλά όχι. Αλλά ναι, φυσικά και θα έδινα κομμάτι σε διαφήμιση αν πληρούσε τους όρους που θα είχα τόσο σε αισθητικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Από την άλλη βεβαια, νομοτελειακά, δεν νομίζω ότι υπάρχει κομμάτι του Iam Nothe που θα μπορούσε να κάνει ό,τι έκανε το "Shine" των Cyanna, άρα τα πράγματα καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από τις εκάστοτε προσδιαγραφές που θέτει το ίδιο το έργο. Δεν υποτιμώ το "Shine", είναι ένα τραγούδι που έγραψα όταν ήμουν 21 και έχει μια ομορφιά αυτό. Απλά, δεν νομίζω ότι εκεί που βρίσκομαι τώρα, τα τραγούδια που γράφω, θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τετοιες διαφημίσεις. Θα ήθελα όμως να δώσω ένα κομμάτι σε μια ταινία, σε μια σειρά, σε μια σκηνή τελοσπάντων, που θα μου άρεσε να δω ως θεατής. Ο Σπυρέας εκείνων των χρόνων ήταν μια μπάλα ενέργειας, που δεν μπόρεσε να εξαντλησει τις δυνάμεις του εγκαίρως, ώστε να πάρει ανάσα, και τα δωμάτια που μπόρεσε να μπει δεν τον άφησαν να αναπνεύσει. Θα ήθελα να μπορέσω να του πω να ηρεμήσει και να προσπαθήσει να απολαύσει αυτά που του δίνονταν τότε σαν outlets έκφρασης όπως ήταν, πριν καεί, και να σταματήσει να δαγκώνει τον αέρα περιμένοντας να βγει ζουμί. Αλλά αποκλείεται εκείνος ο Σπυρέας να με άκουγε. Μου λείπει πάντως πολύ συχνά, γιατί είχε μια δύναμη που δεν σταματούσε μπροστά σε τίποτα, όσο κι αν απογοητευόταν, όσο κι αν πόναγε η σύγκρουση με το τσιμέντο της τότε εποχής. Τώρα εγώ... ούτε καν. Βαριέμαι πολύ πιο εύκολα και δεν επιμένω όταν κάτι δεν τραβάει.

Όταν εμφανίζομαι live,  υπερτερεί συχνά η τελειομανία, και καμιά φορά έχει συμβεί το να μην αφεθώ καθόλου στο βίωμα της εμπειρίας, λόγω μέτριων συνθηκών για το γούστο μου. Αλλά στο μυαλό μου έχουν σβησει αυτά, περισσότερο συμβαίνει το άλλο. Πάνω στη σκηνή συνήθως όλα οδηγούν σε μια απολαυστική υπέρβαση, έστω για λίγο. Τώρα βεβαια έχω μείνει μακριά παρα πολύ καιρό, δεν έχω ξαναπεράσει τέτοια παύση, οπότε δεν ξέρω πώς θα μου βγει και αν υπάρχει ακόμα μέσα μου αυτή η ενέργεια. Γι' αυτό και δεν σκοπεύω να ανέβω στη σκηνή αν δεν ειναι σωστές οι συνθήκες. Θα δούμε πότε και πώς. Όταν και αν γίνει αυτό όμως ο δίσκος θα αποδοθει όπως πρέπει, μαζί με καποια τραγούδια από τη δισκογραφία των Cyanna και των Cyanna Mercury που θέλω να ξαναπώ.  

Ξέρεις, στο πρώτο τραγούδι του δίσκου υπάρχει ένας στίχος που λέει πολλά με λίγα: "All the lives I never led / They're like stones around my neck / And this road I commit to / Is a loop". Όπως επίσης στο ομότιτλο, τα verses νομίζω πέτυχαν αυτό που ήθελα να πω, για το πώς σχεδιάζονται λάθος οι μεγάλες ζωές και οι φιλοδοξίες, ειδικά για ένα νέο παιδί όπως ήμουν εγώ κάποτε. Και ο στίχος που ξεκινάει το "Path Of Least Resistance" ("Everyone I know is on a treadmill / But everyone pretends they know it all") είναι λογικά ο πιο φολκ στίχος που έχω καταφέρει να γράψω. Τατουάζ δεν νομίζω να χτυπήσω ποτέ στίχους μου, τέτοια αυτοαναφορικότητα δεν θα την άντεχα.

 https://open.spotify.com/album/3RbZQAjkSpQd6T6uKaDnam 

Το The Grand Design του Iam Nothe κυκλοφορεί ψηφιακά. Εδώ η κριτική του Avopolis, από την Ευτυχία Διαμαντή.

iam-nothe-the-grand-design-artwork-smaller

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured