xarisadm

Από μόνο του, το εξώφυλλο θα ήταν αρκετό για να κάνει τον πρώτο δίσκο των King Crimson να μείνει στην ιστορία. Όχι απλά γιατί έμελλε να γίνει εμβληματικό για τη ροκ εικονογραφία, αλλά ακριβώς λόγω της σημειολογίας του. Το ημερολόγιο δείχνει 1969 και οι αυταπάτες του flower power κινήματος –που έχει υπάρξει βάπτισμα του πυρός για την ελευθεριότητα των baby boomers– σβήνουν μαζί με τη δεκαετία, ανοίγοντας την πόρτα στα 1970s. Κάτω από την κάσα της τελευταίας στέκεται ένας άντρας, που φωνάζει για να ακουστεί. Φωνάζει για το τέλος της αυταπάτης και για τον φόβο απέναντι σε ό,τι έπεται. Μπορείτε να τον βαφτίσετε “21st Century Schizoid Man”. Τουλάχιστον αυτό έκαναν οι King Crimson.

Ας υποθέσουμε πως οτιδήποτε νέο γεννιέται πράγματι από τη ρήξη με κάτι παλιό· ακριβώς σαν μια τέτοια ριπή ανοίγει και το προαναφερθέν κομμάτι το In The Court Of The Crimson King. Το θέμα του «σκάει» στα ηχεία δημιουργώντας την εντύπωση ότι γίνεσαι μάρτυρας μιας ηχητικής επίθεσης in media res. Και η πολεμική της μπάντας είναι φτιαγμένη βάσει σχεδίου: το βαρύ και αργόσυρτο θέμα, μαζί με την έντονη παραμόρφωση των φωνητικών, λειτουργούν ως ένας πρωτο-μέταλ καμβάς, πάνω στον οποίον το άλτο σαξόφωνο του Ian McDonald και η κιθάρα του Robert Fripp σταδιακά εξωκοίλουν όλο και πιο πολύ σε τζαζ φόρμες. Σαν να ακολουθούν δηλαδή την ψυχολογική μετάπτωση του “21st Century Schizoid Man”, με το σαξόφωνο να λειτουργεί άνετα ως μεταφορά για τη δική του ...εξπρεσιονιστική κραυγή.

65Prcd_2.jpg

Η παραπάνω χρήση λεξιλογίου –η οποία θα ταίριαζε σε πεδίο μάχης– δεν είναι τυχαία. Με καλά καμουφλαρισμένη ποιητική γλώσσα, οι King Crimson επιστρέφουν εδώ (ξανά και ξανά) στον εφιάλτη του πολέμου του Βιετνάμ, παρουσιάζοντας έναν homo universalis, που έχει αμαυρωθεί από τον Θείο Σαμ. Μόνο που εδώ ο Θείος Σαμ έχει τη μορφή του Crimson King. Αυτής της στρογγυλής, ευδιάθετης φάτσας, η οποία μας κοιτάει από το εσώφυλλο σαν  κήρυκας που με το ένα χέρι καλεί σε προσηλυτισμό και με το άλλο κάνει σαφή μια ειρωνική θρησκευτική αναφορά, κρατώντας το σαν άγιος. Να μην είναι άλλωστε και ο στίχος «I talk to the wind / My words are all carried away / I talk to the wind / The wind does not hear, the wind cannot hear» (από το “I Talk To The Wind”) ένα σχόλιο πάνω στην πίστη;

65Prcd_3.jpg

Μην ξεχνάμε ότι, όπως είπαμε, μιλάμε για την εποχή του φόβου. Η πιο λυρική στιγμή του δίσκου είναι λοιπόν και η πιο ευάλωτη· στο “Epitaph”, τα πάντα είναι ζοφερά. Ο αφηγητής/τραγουδιστής Greg Lake ανοίγει όλα τα πέπλα και το λέει ευθέως, ανάμεσα σε γερές δόσεις από mellotron: «I fear tomorrow I’ll be crying». Kαι η ποιητικότητα συνεχίζει να μένει προς στιγμήν στην άκρη για το ξέσπασμα θυμού «Knowledge is a deadly friend / If no one sets the rules / The fate of all mankind I see / Is in the hands of fools». Ωστόσο το τραγούδι θα μπορούσε να μνημονεύεται ακόμη και σε πέντε δεκαετίες από τώρα για τη φράση «Confusion will be my epitaph». Η οποία, για διαφορετικούς λόγους, λειτουργεί ως ένα σημαίνον με διαχρονικά σημαινόμενα για τον σύγχρονο, σχιζοειδή άνθρωπο.

Αλλά οι συμβολισμοί των King Crimson δεν μένουν μόνο στο παρόν τους –φτάνουν μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 1900, αγγίζοντας και τον αποκρυφισμό. Στο “Moonchild” λ.χ. γίνεται σαφής αναφορά στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Aleister Crowley (1917): ένας πόλεμος μεταξύ μάγων για τη διεκδίκηση ενός αγέννητου μωρού με μαγικές ικανότητες. Το τραγούδι μοιάζει να σέρνεται σαν εξαντλημένο σώμα. Αποσπασματικοί, έρποντες ήχοι στη μέση της σύνθεσης (οι οποίοι ακούγονται σαν πειραματισμοί) δομούν ένα ηχοτοπίο που μοιάζει όλο και πιο πολύ σαν μια απέλπιδη ανάσα, η οποία δεν μπορεί στιγμή να ξεφύγει από τη δυστοπία. Έως ότου φτάσει το τελευταίο λεπτό, όπου, μέσα από το αρπέζ της κιθάρας και τα κουδουνάκια, έρχεται μια παιδική γλυκύτητα να υπογραμμίσει την αθωότητα αυτού του “Moonchild”.

65Prcd_4.jpg

Η αυλαία θα πέσει με τον ήρωα/ηγέτη, ο οποίος δίνει το όνομα στους δημιουργούς και στο έργο. Βρισκόμαστε άλλωστε στον καιρό του Ψυχρού Πολέμου, οπότε η αυλή του Crimson King «χωράει» όλη τη φρικτή παράνοια της εποχής, ακόμη κι αν οι στίχοι τοποθετούνται στον Μεσαίωνα. Μια φυλακή, της οποίας γινόμαστε κοινωνοί σαν μέσα από το πανοπτικό του Φουκώ, ένας γελωτοποιός που κινεί τα νήματα στις μαριονέτες, κλειδοκράτορες ονείρων, καθώς και ο ιμπεριαλισμός σε μορφή ...κηπουρούThe gardener plants an evergreen / Whilst trampling on a flower»), συνθέτουν ένα οπτικό κολάζ το οποίο ξεσπάει μουσικά στο ρεφρέν του ομώνυμου κομματιού του δίσκου.

Τα δεύτερα φωνητικά, μα και ο τρόπος με τον οποίον ο Lake ανεβάζει σταδιακά την ένταση στο κουπλέ πριν από το ξέσπασμα, μαζί με το mellotron που κινεί τη μελωδία, συγκαταλέγονται ανάμεσα στις πιο τρανές αποδείξεις του γιατί ο εν λόγω δίσκος αποτελεί (μεταξύ άλλων) έναν από «εκείνους τους prog δίσκους που αρέσουν ακόμη και σε όσους έχουν αλλεργία στο είδος». Και φανερώνουν το πόσο επιτηδευμένα αντιδραστικοί υπήρξαν αδίκως στην εποχή του κριτικοί όπως ο Robert Christgau, ο οποίος χαρακτήρισε το άλμπουμ «μια υποκατάστατη μαλακία», προσθέτοντας ένα + δίπλα στο D της βαθμολογίας του· απλά και μόνο γιατί, όπως έλεγε, ο δίσκος άρεσε στον Pete Townshend.

65Prcd_5.jpg

Μακριά από τέτοιους εμπαθείς σνομπισμούς, ας κρατήσουμε το εξής: από τα συντρίμμια μίας μελανής στιγμής της ιστορίας του 20ου αιώνα, οι King Crimson απογειώνουν ένα είδος που τα αμέσως επόμενα χρόνια θα υπάρξει κάτι παραπάνω από παραγωγικό (ίσως και περισσότερο από ό,τι χρειαζόταν ή άντεχε). Κι εάν το όποιο πανκ έθιξε την πολιτική κατάσταση στην Αγγλία σχεδόν μια δεκαετία αργότερα, λειτουργώντας σαν μουσικά εφήμερα, εδώ οι King Crimson κοιτούν στα τεκταινόμενα των καιρών τους μέσα από progressive ακροβασίες, για να σχολιάσουν τον σύγχρονο άνθρωπο εν γένει. Δεν κοιτούν δηλαδή μόνο τα άμεσα αποτελέσματα του πολέμου στο Βιετνάμ, αλλά και τις μακρόχρονες ψυχολογικές συνέπειες των Green Berets. Να το πούμε όμως και αλλιώς: αν το πανκ δημιουργεί μια αντανακλαστική αντιδραστικότητα, η οποία σε κάνει να θες να πάρεις την κατάσταση στα χέρια σου, στίχοι σαν των King Crimson σε βάζουν να σκεφτείς γιατί θες να πάρεις την όποια κατάσταση στα χέρια σου. Κι αυτό προηγείται της όποιας δράσης.

Οι King Crimson γεννήθηκαν πριν από ακριβώς 50 χρόνια, στις 13 Ιανουαρίου του 1969, στο Φούλαμ. O Οκτώβρης και τα επίσημα γενέθλια του δίσκου μπορεί να είναι ακόμη κάποιους μήνες μακριά, αλλά η μπάντα τον γιορτάζει από τώρα, έχοντας μάλιστα στα σκαριά τα κλασικά εικονογραφημένα: περιοδεία, ειδικές εκδόσεις, ακυκλοφόρητα κομμάτια. Το αν κάτι τέτοιο μοιάζει επίκαιρο ή ...οικονομικά αναγκαίο το αφήνουμε στην προσωπική (νοσταλγική;) κρίση του καθενός. Πάντως σε πρώτο χρόνο και πίσω στο 1969, θα έπρεπε να περάσουν 4 χρόνια για να ακούσουμε τον δίσκο του είδους που θα τον δρασκέλιζε διαχρονικά. Αν αναρωτιέστε ποιος είναι, θα τον βρείτε υπό το πρίσμα της σκοτεινής πλευράς του Φεγγαριού.

{youtube}EXsUkzH5KyU{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured