Πρώτη ιστορία: Η ταινία ξεκινάει με έναν χωρικό της Σικελίας του 15ου αιώνα (Pierre Clementi), ο οποίος αναζητά σε μια έρημο το φαγητό του (τελικά βρίσκει μια πεταλουδίτσα και αργότερα ένα φιδάκι, τα οποία και καταβροχθίζει). Δεύτερη ιστορία: Βρισκόμαστε στη Γερμανία του ΄68. Ένας ιδεαλιστής και επηρεασμένος από τις ιδέες του Μάη του ΄68 νεαρός (Jean-Pierre Leaud) αντιμετωπίζει έντονα ψυχολογικά προβλήματα, γιατί αφενός δεν έχει καμία επικοινωνία με τους γονείς του και, αφετέρου, η φίλη του δεν του κάθεται.
Ο Vittorio Accattone είναι σωματέμπορος και ζει εκμεταλλευόμενος τη Maddalena ενώ ο ίδιος περνάει την ώρα του με άλλα ρεμάλια στις υποβαθμισμένες συνοικίες της Ρώμης. Όταν η Maddalena μπαίνει στη φυλακή ο Accattone βρίσκεται σε απελπιστική θέση.
Ένα στέλεχος καναλιού, που έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στη δουλειά του, περνάει τις μέρες του παρακολουθώντας βίαια προγράμματα στις έξι οθόνες του γραφεί του, ενώ τα βράδια παραμελεί την αποθαρρημένη του σύζυγο.
Η Μάμα Ρόμα είναι μιά μεσόκοπη πόρνη, η οποία μετά το γάμο του προαγωγού της, του Κάρμινε , με μιά χωριατοπούλα, αισθάνεται ότι απελευθερώνεται απ’αυτόν και αποφασίζει να εγκαταλείψει το επάγγελμα, για να εγκατασταθεί στη Ρώμη.
Η παράνομη σχέση μεταξύ του Μπερνάρ (Ζεράρ Ντεπαρντιέ) και της Ματίλντ (Φανύ Αρντάν), γραμμένη από το χέρι του ίδιου του Τρυφώ, αποτελεί μια από τις σημαντικότερες κινηματογραφικές στιγμές του Γάλλου σκηνοθέτη. Με πολύ δυνατό καστ και πολλές διακρίσεις η ταινία είναι μια από τις πιο δημοφιλείς και αισθησιακές ερωτικές ιστορίες της μεγάλης οθόνης. Ο Τρυφώ, θαυμαστής του Ά. Χίτσκοκ, χρησιμοποιεί αρκετά Χιτσκοκικά στοιχεία όπως η ενοχή και το πάθος, αποτίοντας φόρο τιμής στο σινεμά του σασπένς.
Ο Αμερικανός παραγωγός Τζέρεμι Πρόκος (Τζακ Πάλανς) προσλαμβάνει τον γνωστό Αυστριακό σκηνοθέτη Φριτς Λανγκ (υποδύεται τον εαυτό του στην ταινία) προκειμένου να μεταφέρει στον κινηματογράφο την Οδύσσεια του Ομήρου. Δυσαρεστημένος με την «καλλιτεχνική» προσέγγιση που ακολουθεί ο σκηνοθέτης, προσλαμβάνει τον Πωλ Ζαβάλ (Μισέλ Πικολί), συγγραφέα αστυνομικών ιστοριών και θεατρικών έργων, για να επεξεργαστεί το σενάριο. Η σύγκρουση μεταξύ καλλιτεχνικής έκφρασης και εμπορικής απήχησης ακολουθεί μια παράλληλη πορεία με την προοδευτική αποξένωση του Πωλ από τη σύζυγο του Καμίλ (Μπριζίτ Μπαρντό) η οποία φαίνεται να ξεκινά από τη στιγμή που ο Πωλ αφήνει την Καμίλ μόνη με τον εκατομμυριούχο παραγωγό.
Ο Ντέιβιντ Χάξλεϊ είναι ένας κλασικός, αφηρημένος επιστήμονας, ένας παλαιοντολόγος, που χρόνια συναρμολογεί τον σκελετό ενός βροντόσαυρου στο μουσείο που εργάζεται. Έχει σχεδόν τελειώσει το έργο του, μόνο που του λείπει… ένα τελευταίο κόκκαλο. Ταυτόχρονα, το μουσείο του περνά οικονομικές δυσκολίες και ο ίδιος ετοιμάζεται να παντρευτεί την αυστηρή συνάδελφο Άλις. Γι’ αυτό, ο Ντέιβιντ αποφασίζει να συναντήσει μια πολύ πλούσια κυρία της υψηλής κοινωνίας, την κυρία Ράντομ, η οποία σκέφτεται να δωρίσει 1 εκατομμύριο δολάρια στο μουσείο. Πριν όμως την συναντήσει, πέφτει πάνω στην ανιψιά της κας Ράντομ, τη νεαρή και όμορφη Σούζαν, η οποία είναι το αντίθετο από αυτόν: γεμάτη τρέλα, ζωντάνια και αυθορμητισμό, η καλοαναθρεμμένη πλουσιοκόρη έχει μάθει να κάνει ό,τι της έρθει στο κεφάλι και παρασέρνει τον Ντέιβιντ στις δικά της καπρίτσια. Και σαν να μην έφτανε αυτό, η Σούζαν μόλις έχει παραλάβει από το εξωτερικό ένα πολύ εξωτικό κατοικίδιο: μια εξημερωμένη λεοπάρδαλη! Η Σούζαν επιστρατεύει τη βοήθεια του Ντέιβιντ για να παραδώσει την παιχνιδιάρα λεοπάρδαλη στην θεία της και όλα μπλέκονται σε μια τρελή και απίστευτα κωμική και μπερδεμένη κατάσταση, που περιλαμβάνει τη λεοπάρδαλη, την πλούσια θεία, το κόκκαλο, και… φυσικά τον έρωτα, καθώς η χημεία ανάμεσα στους δύο τόσο διαφορετικούς νέους, τη Σούζαν και τον Ντέιβιντ, θα είναι εκρηκτική!
O Γιώργος αποφυλακίζεται μετά από 15 χρόνια εγκλεισμού για ένα φόνο που ομολόγησε ότι διέπραξε στο χωριό όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε. Είναι 48 ετών και αποφασισμένος να κάνει μία καινούρια αρχή στην Αθήνα, μία πόλη άγνωστη γι' αυτόν. Οι άμεσοι στόχοι του: να πουλήσει το πατρικό του σπίτι και να βρει το γιο του, Λεωνίδα, του οποίου τα ίχνη έχει χάσει από τη μέρα της καταδίκης του. Το βράδυ της αποφυλάκισής του διανυκτερεύει σ' ένα φτηνό ξενοδοχείο στην Ομόνοια. Εκεί γνωρίζει τη Στρέλλα, μία όμορφη νεαρή πόρνη τρανσέξουαλ. Στη νέα του ζωή όλα επιτρέπονται κι έτσι αποφασίζει να περάσει το βράδυ μαζί της.
Η ιδιόμορφη ομορφιά της, η λαχτάρα της για ζωή και το κυνικό της χιούμορ τον γοητεύουν. Λίγες μέρες μετά θα την ξανασυναντήσει και δε θα αργήσουν να μείνουν μαζί. Ωστόσο οι λογαριασμοί του Γιώργου με το παρελθόν είναι ακόμα ανοιχτοί. Μία άλλη «φυλακή» τον περιμένει.
Μαζί με τη Στρέλλα θα πρέπει να βρουν τον δρόμο προς την έξοδο.
Μια σοκαριστική ιστορία, από τον σπουδαιότερο εν ζωή Μεξικανό σκηνοθέτη, Αρτούρο Ρίπσταϊν. Ένας πατέρας, θέλοντας να προφυλάξει τα τρία του παιδιά από την κακία του κόσμου, τα κρατάει κλεισμένα στο σπίτι για 18 ολόκληρα χρόνια, μαζί με τη γυναίκα του. Οι δύο γονείς, μαζί με τα παιδιά, ασχολούνται με την παραγωγή ποντικοφάρμακου, με το οποίο ο πατέρας εξασφαλίζει το οικογενειακό εισόδημα. Η ζωή για τα παιδιά είναι σκληρή, ο πατέρας τα έχει σε αυστηρή πειθαρχία. Τους επιβάλλει διάφορες παράλογες απαγορεύσεις και καταπιέζει το σεξουαλικό ξύπνημα των παιδιών. Τα παιδιά ζουν έτσι σε ένα εντελώς διαστρεβλωμένο, απομονωμένο, κλειστό σύμπαν, χωρίς να έχουν καθόλου γνώση του έξω κόσμου, παρά μόνο του κόσμου που έχει φτιάξει γι’ αυτά ο πατέρας τους. Κάθε προσπάθειά τους να ξεφύγουν από αυτή την κατάσταση φαίνεται μάταια… Θα μπορέσουν να απελευθερωθούν από αυτή την ασφυκτική κατάσταση;
Στην ταινία εκτυλίσσονται τέσσερις διαφορετικές ιστορίες, με συνδετικό κρίκο τις όχθες ενός ποταμού. Τρεις ληστές κλέβουν ένα σταυρό και, ενώ προσπαθούν να περάσουν το ποτάμι, ο ένας (Τίτος Βανδής) χάνεται μαζί με το λάφυρο. Ένας στρατιώτης (Ανέστης Βλάχος), λίγες μέρες πριν απολυθεί, συνομιλεί, μέσω της μουσικής του μπουζουκιού και του τραγουδιού, με έναν αντίπαλο της άλλης όχθης και δέχεται τα πυρά του. Η κόρη ενός στρατιωτικού φεύγει από το σπίτι της και γίνεται φίλη ενός κτηνοτρόφου (Βαγγέλης Ιωαννίδης). Ένα ερωτευμένο ζευγάρι δραπετεύει και καταφεύγει στο ποτάμι, γλιτώνοντας σαν από θαύμα το θάνατο σε ένα ναρκοπέδιο, και ο πατέρας (Γιώργος Εμιρζάς) της κοπέλας δίνει τη συγκατάθεσή του για να παντρευτούν.