H κίνηση του David Vincent να κάνει περιοδεία υπό το όνομα I Am Morbid, εξαργυρώνοντας την (καίρια) συμμετοχή του στους 4 πρώτους δίσκους των Morbid Angel, μπορεί να φαίνεται (και να είναι) καιροσκοπική –δεν είναι άλλωστε ούτε ο πρώτος, ούτε ο τελευταίος που κάνει κάτι τέτοιο: ο Ross The Boss αποτελεί ένα από τα πιο πρόσφατα παραδείγματα. Αυτό όμως δεν μειώνει το ειδικό βάρος ενός εκ των μεγαλύτερων λαρυγγιών που έχουν περάσει από τον ακραίο ήχο, ούτε φυσικά το μεγαλείο του να ακούς live κομμάτια που όρισαν το death metal. Συν τοις άλλοις, έχουν ήδη περάσει 13 χρόνια από την τελευταία φορά που είχα δει Morbid Angel (σε εκείνη την τιμιότατη συναυλία στο Ρόδον, όπου ο Trey είχε σβήσει και γενέθλια κεράκια επί σκηνής), οπότε η κατάβαση προς το Κύτταρο κατέστη σχεδόν επιβεβλημένη.

83tMorbid_2.jpg

Τη βραδιά άνοιξαν οι πιτσιρικάδες Nuclear Terror, οι οποίοι –όπως γίνεται φανερό κι από το όνομά τους– επιδόθηκαν σε αγνό, αμερικάνικο thrash, ριζωμένο στα 1980s. Με φανερές επιρροές από Exodus, Slayer και Megadeth, το κουαρτέτο απέδωσε με νεανική ενέργεια υλικό από το EP και το επερχόμενο ντεμπούτο του, σε ένα set διάρκειας γύρω στο μισάωρο. Παρά την πολύ μικρή προσέλευση κοινού εκείνη την ώρα και το στρίμωγμα επί σκηνής (τόσο αυτοί όσο και οι Mortal Torment παίξανε στο μπροστινό μισό, μιας και πίσω τους δέσποζαν τα άδεια τύμπανα των I Am Morbid), απέδειξαν πως το thrash metal είναι κατεξοχήν συναυλιακή μουσική. Ο τραγουδιστής (εκτελών επίσης χρέη μπασίστα) ήταν το λιγότερο ενθουσιώδης, με μια κάποια έφεση προς τις τσιρίδες (ακόμη και στη σύσταση των κομματιών) και τις μελωδικές χροιές (πιο κοντά στους Overkill παρά στους Slayer, για να πάρετε μια ιδέα). Με αρκετά δουλεμένες και ευκίνητες συνθέσεις, και με σύμμαχο τον καλό ήχο, οι Αθηναίοι μου άφησαν αρκετά θετικές εντυπώσεις.

83tMorbid_3.jpg

Τους Mortal Torment τους έχω δει 3 φορές έως τώρα, και ξέρω έτσι από πρώτο χέρι πόσο λειτουργικό είναι το υλικό τους επί σκηνής. Αυτό βέβαια έχει να κάνει και με την εξαιρετική σκηνική παρουσία, αφού κάθε τους live μετατρέπεται ουσιαστικά σε γλέντι: στην Καρδίτσα, όπου τους έχω πετύχει σε εξωτερικό χώρο, υπήρχαν από ιπτάμενα σωσίβια μέχρι παίξιμο με τα εσώρουχα. Αυτή τη φορά ήταν λίγο πιο κόσμιοι (λόγω και της support θέσης, όσο και του περιορισμένου σκηνικού χώρου), αλλά αυτό δεν επηρέασε την επαγγελματική απόδοση του brutal death (με grind πασπαλίσματα) υλικού τους, το οποίο ήταν ένα δισκογραφικό ποτ-πουρί. Ο Νάκος είναι χαρισματικός frontman και αρρωστημένα κτηνώδες λαρύγγι (ειδικά τα γουρουνίσια γρυλίσματά του, είναι άξια ακαδημαϊκής μελέτης). Σε συνδυασμό δε με τον θηριώδη ήχο που εξέπεμπε η λοιπή μπάντα, οδήγησε σε ένα αποτέλεσμα που θύμιζε σπασμωδικές κινήσεις οντότητας παγιδευμένης σε ανομολόγητο βούρκο. Αρχοντικό death (ή gyros, όπως λέγανε οι ίδιοι κάποτε) metal χωρίς κόμπλεξ και σοβαροφάνεια, ιδανικό για live.

83tMorbid_4.jpg

Η tracklist της περιοδείας των I Am Morbid έχει κυκλοφορήσει προ καιρού, οπότε ήξερα πάνω-κάτω τι θα παιζόταν. Αυτό βέβαια δεν αφαίρεσε κάτι από τη γνήσια ευτυχία του να ακούς τις πρώτες νότες του “Immortal Rites” (με το οποίο και μπήκε η παρέα του Vincent) –έστω κι αν η υμνική φωνητική συνοδεία κάποιων riffs του συγκεκριμένου έπους μάλλον άστοχη ήχησε στα αυτιά μου. Ανελέητη συνέχεια με φανταστική εκτέλεση του αρρωστημένου “Fall From Grace”, και τα 3 υπόλοιπα μέλη της μπάντας αποδεικνύονται ως εξαιρετική στελέχωση.

83tMorbid_5.jpg

Η setlist ήταν ονειρωκτικής εμβέλειας για κάθε οπαδό της χρυσής περιόδου των Morbid Angel, καλύπτοντας τη δισκογραφία από το Altars Of Madness (1989) έως το Domination (1995), και θυμίζοντας γιατί οι Αμερικανοί του τότε ήταν η καλύτερη death metal μπάντα που έχει περάσει από τον πλανήτη.  Ο Vincent ήταν αρκετά ομιλητικός ανάμεσα στα κομμάτια, δίχως να αποπνέει τον αέρα υπεροψίας που παλιότερα κάλυπτε την αύρα του. Ο ήχος, παρά τα προβλήματα (για τα οποία θα μιλήσω οσονούπω) διέθετε εκπληκτικό όγκο, με έμφαση στο ρυθμικό στέλεχος και τα (έστω και κάπως υπερβολικά υλοποιημένα) σόλο.

83tMorbid_6.jpg

Τα πράγματα βέβαια δεν ήταν αψεγάδιαστα. Τα φωνητικά στην αρχή ακούστηκαν αρκετά βουλιαγμένα εντός της πολύ δυνατής rhythm section, ενώ και οι ρυθμικές κιθάρες παλινδρομούσαν σποραδικά, αν και κάπου στη μέση του set τα πράγματα στρώσανε. Οι παρεμβολές εντός των κομματιών, παρόλο που εξανθρώπιζαν το σύνολο, λειτουργούσαν εις βάρος της δυναμικής, ιδιαίτερα όταν μιλάμε για σαρωτικό death metal. Η rock star υπερβολή των μελών, επίσης, θα ταίριαζε περισσότερο σε κλασικό heavy σχήμα, παρά στο κατά βάση occult death των Morbid Angel. Τέλος το set κόπηκε κάπως απότομα μιας και οι Αμερικανοί έπρεπε να προλάβουν την πτήση τους· κάτι κατανοητό μεν, αλλά οριακά ενοχλητικό και όχι ιδιαίτερα επαγγελματικό.

83tMorbid_7.jpg

Εν κατακλείδι μιλάμε για μια γραφική (με την καλή, αλλά και την κακή έννοια) βραδιά ακραίου metal, η οποία χαρακτηρίστηκε από την πολύ μικρή προσέλευση κόσμου, από δυο support που ζεστάνανε τους παρευρισκομένους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, και από έναν Vincent σαφώς ανθρώπινο και φιλικό, μακριά από την απόκοσμη αύρα την οποία είχε κάποτε ως frontman του μεγαλύτερου death metal συγκροτήματος. Μια παρεΐστικη γιορτή που τελικά ήταν αρκούντως απολαυστική για όσους αποφασίσαμε να την τιμήσουμε.

{youtube}lZXAiEmGPM0{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured