Η documenta 14 σείει την πρωτεύουσα τον τελευταίο καιρό, έχοντας γίνει το πιο αμφίλογο ζήτημα των ημερών. Η επιλογή της μεταφοράς μίας εκ των σημαντικότερων εκθέσεων σύγχρονης τέχνης στην Αθήνα της κρίσης έχει δημιουργήσει σούσουρo, με μερίδα του κοινού να αντιμετωπίζει τη documenta ως το σωτήριο Ύδωρ που ήρθε να μας σώσει από ό,τι κάποιοι αντιλαμβάνονται ως ξηρασία της εγχώριας τέχνης και τους υπόλοιπους ή να στέκουν σε καταστάσεις όπως η καταγγελία των εργαζομένων της έκθεσης για την αλλαγή των συμβάσεών τους ή να την καταδικάζουν σαν μοντερνιστική αηδία, κενή περιεχομένου –ακόμα και ως crisis porn (βλ. Γιάνης Βαρουφάκης).

Καθώς όμως ο μεγαλύτερος κίνδυνος της κριτικής είναι ο a priori αφορισμός, βρεθήκαμε στην αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης του Μεγάρου Μουσικής για να παρακολουθήσουμε το αφιέρωμα στον Γιάννη Χρήστου που στήθηκε εκεί υπό την αιγίδα της documenta και τον τίτλο project 21.

Το έργο του Γιάννη Χρήστου αποτελεί μία ουσιαστική κίνηση προς τον εσώτερο εαυτό, ένα παράγωγο υψηλής διανόησης περί της μουσικής, της φιλοσοφίας και της μεταφυσικής. Το project 21 αποτελεί μία εκ των 130 συνθέσεων που συντελούν τις Αναπαραστάσεις, σχεδόν όλες τους καταδικασμένες να μείνουν ανολοκλήρωτες, λόγω του πρόωρου θανάτου του συνθέτη. Και αυτή η αίσθηση του ανολοκλήρωτου μεταφράστηκε και στη σκηνή του Μεγάρου από τον Rupert Huber και τους Spinario Ensemble.

95wChristou_2.jpg

Μεταφορά μίας μουσικοθεατρικής, φιλοσοφικής θεώρησης των σχηματισμών της ζωής, η σύνθεση αυτή ονομάζεται ως αναπαράσταση από τον ίδιο τον Χρήστου: μία έννοια που κυκλώνει τη μετατροπή προϊστορικών και μυστηριακών τελετουργιών, μέσω ενός ψυχοδραματικού τρόπου. Η σκηνή της αίθουσας Λαμπράκη ήταν επομένως λιτή, με μόνα σκηνογραφικά/λειτουργικά στοιχεία ένα γιγάντιο μεμβρανόφωνο νταούλι (στεκούμενο μνημιωδώς στη μέση) κι ένα μικρότερο γκονγκ στη δεξιά άκρη.

Η παράσταση ξεκίνησε με ένα γεμάτο τρίλεπτο ησυχίας, σχεδόν ευθείας αναφοράς στο 4΄33” του John Cage (που όπως μάθαμε από το έντυπο της documenta αποτελεί πηγή έμπνευσης του Spinario Ensemble). Στη συνέχεια, ένα ξεδιπλούμενο, υφασμάτινο κύμα ξεκίνησε την αργή του πορεία από το πίσω μέρος της δυστοπικής ερήμου της σκηνής, κινούμενο προς τη φωτισμένη της άκρη εν μέσω μαγνητοφωνημένων συρισμών, που γρήγορα μεταβλήθηκαν σε βογκητά και σε δυσοίωνες μυστικιστικές κραυγές από την αρχική ανάσα του ανέμου την οποία μιμούνταν.

Οι υφασμάτινοι, μεταβαλλόμενοι λοφίσκοι σύντομα έδειξαν να κρύβουν τους πέντε κύριους συντελεστές της παράστασης, οι οποίοι ξεπρόβαλλαν μέσα από το κουκούλι σε μία ελαφρώς χοντροκομμένη αναπαράσταση του τοκετού. Από την πρώτη στιγμή φάνηκε πως το θέαμα θα ήταν μία σπουδή στην υπομονή για μεγάλο μέρος του κοινού, με ανθρώπους να σχολιάζουν μεγαλοφώνως τα τεκταινόμενα, μιμούμενοι σκωπτικά τον επί σκηνής ρόχθο. Μία σειρά υπόκωφων χτύπων έφερε τους performers στα πόδια τους: με τη θέα τους μέσα σε ολόσωμες μαύρες φόρμες και λευκό face paint, είχαμε την πρώτη αφορμή για απανωτές αποχωρήσεις.

95wChristou_3.jpg

Τα πέντε μέλη του σχήματος επιδόθηκαν έπειτα σε μία χορωδία δυσφορίας και μεταπράξεων, μεταμορφώνοντας τη σκηνή σε ένα ατονικό και μετα-σειραϊκό (όπως το έλεγε ο ίδιος ο Χρήστου) μουσικοθεατρικό αφήγημα. Οι δύο γυναίκες ισορροπούσαν μεταξύ μανίας και εσωστρέφειας, ενώ οι δύο άντρες στα δεξιά έδιναν τον μανό και βραδυκίνητο αντίποδα. Παράλληλα, στο κέντρο, ένας ακόμα άντρας έκρουε το δερμάτινο τύμπανο. Τους βοκαλισμούς έσπασε η κρούση του γκονγκ με τον έντονα διαπεραστικό του ήχο να ανεβάζει τους παλμούς των θεατών, δίνοντας μας ίσως το πιο συναρπαστικό κρεσέντο της βραδιάς. Το μεγαλύτερο μέρος της παράστασης κάλυψε η ακόλουθη δραματοποίηση, με το πρόσωπο μακροσκελών ηχογραφήσεων που είχαν αναφορές σε παγανιστικές ρίζες.

Προς το τέλος, εμφανίστηκε πίσω από το τύμπανο ένας μικροσκοπικός κύριος, ο οποίος άρχισε να χτυπάει ρυθμικά ένα μικρό νταούλι και να ψάλλει σε σχεδόν ινδουιστικούς  τόνους, τραβώντας τους λοιπούς συντελεστές σε έναν πρωτόγονο κύκλο γύρω από μία αθέατη φωτιά. Το πέρας της παράστασης συνοδεύτηκε από μαζική αποχώρηση μεγάλης μερίδας του κοινού κατά το χειροκρότημα, μάλλον ως διαμαρτυρία κι ένδειξη αποδοκιμασίας για το δύστροπο άκουσμα.

95wChristou_4.jpg

Το θέαμα που αντικρίσαμε και κυρίως οι ήχοι που παρουσιάστηκαν υπήρξαν γυμνοί, σχηματικοί και ανεπαρκείς. Οι μισοτελειωμένες μουσικές σκέψεις του Χρήστου δεν αποδόθηκαν, ούτε ολοκληρώθηκαν όσο υπερβατικά τους άξιζε. Παρόλαυτα, οι αντιδράσεις του κοινού δεν φάνηκε να έχουν καμία κριτική σκέψη ως θεμέλιο, ούτε φάνηκαν να είναι απότοκο σκέψης ανθρώπων που είχαν έστω και την παραμικρή επαφή με το έργο του Χρήστου. Σε έκαναν έτσι να αναρωτιέσαι αν η συντριπτική πλειονότητα του κοινού της documenta δεν είναι κάτι άλλο από αδαείς, απαίδευτους και απολίτιστους φασέους.

Έναντι κατακλείδας, θέλω απλά να θέσω τον προβληματισμό μου περί της χρησιμότητας της ανάπτυξης μίας ισορροπίας. Μίας γόνιμης ισορροπίας, που δεν καταδικάζει τη documenta πριν καν παραβρεθεί στα δρώμενά της ή λόγω της απόρριψης της εννοιολογικής της διάστασης –ίσως και της στρυφνότητάς της– αλλά που αντίστοιχα δεν αντιμετωπίζει την έκθεση σαν το μάννα εξ Έσσης, το οποίο ήρθε να ταΐσει με Υψηλή Τέχνη τους πολιτισμικά λιμασμένους Έλληνες· ειδικά στις περιπτώσεις που αυτό γίνεται με αυτοαναφορική, υπεροπτική και ερμητική γλώσσα.

Μία τέτοια ισορροπία μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της ανασκαφής και της διάθεσης να βουτήξεις μέσα στον θεσμό. Και με το να είσαι έτοιμος να παιδευτείς, ώστε να δεις τα πάντα γύρω σου με κριτική (κι όχι επικριτική) ματιά.

{youtube}Q4kZSIvtvpc{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured