Με έντονη γεύση 1990s μας καλωσόρισε το Release Athens στην 3η του μέρα. Με ένα πολλά υποσχόμενο line-up, η Πλατεία Νερού θα περίμενε κανείς να έχει γεμίσει ασφυκτικά μέχρι το τέλος της ημέρας, αλλά ο μουρτζούφλης καιρός μάλλον αποθάρρυνε κάποιον κόσμο, με την προσέλευση να κρίνεται χλιαρώς ικανοποιητική. Αλλά όλα αυτά είναι εν τέλει ψιλά γράμματα όταν μιλάμε για το ελληνικό φεστιβάλ που φιλοξένησε ένα από τα αρτιότερα sets της παγκόσμιας μουσικής σκηνής, σε κηδεμονία της PJ Harvey.

1Rls3_2.jpg

Πρώτοι σε σειρά, με καθυστέρηση μόνο 10 λεπτά και μπροστά σε ένα κοινό που μετρούσε μόλις τους τρεις και μετά βίας τον κούκο, έπαιξαν οι δικοί μας Noise Figures. Το ντουέτο έδωσε ένα άρτιο performance, με τον ντράμερ/τραγουδιστή Γιώργο Νίκα να δίνει μία «διεθνιστική» προσέγγιση στο performing, χάρη κυρίως στην άριστη άρθρωσή του. Ενδιαφέρουσες υπήρξαν επίσης και οι φωνητικές στρώσεις που δημιουργούνταν με την αρωγή του κιθαρίστα Στάμου Μπάμπαρη, αν και σε πολλά σημεία φάνηκαν αρκετά επίπεδες.

1Rls3_3.jpg

Κάπου στα μέσα του set, ωστόσο, η ατμόσφαιρα κατέληξε κάπως ελαφριά, με τον ήχο να παίρνει κατεύθυνση soundtrack αμερικάνικης teen κωμωδίας. Οι μελωδικές γραμμές της μπάντας είχαν δηλαδή τόσα κοινά σημεία, ώστε κατέληγαν ελαφρώς κουραστικές. Η μπάντα προσμετρά πάντως στα θετικά της τον ρυθμό που έδινε ο Νίκας, όπως και κάποιες stoner πινελιές οι οποίες δεν απομακρύνθηκαν ποτέ από τη γενικότερη αισθητική του διδύμου, χάρη στα μαλακότερα φωνητικά.

1Rls3_4.jpg

Έπειτα ακολούθησαν οι Closer, με ένα live set γεμάτο αναφορές, αλλά άδειο από έμπνευση. Ο κόσμος στο μεταξύ διπλασιάστηκε –κάτι μάλλον αναμενόμενο, μιας και ο ουρανός καθάριζε και η ώρα περνούσε. Η αρχική αμηχανία ήταν πάντως ξεκάθαρη και μεταφράστηκε στα περισσότερα μέλη του συγκροτήματος, με τον frontman Ανδρέα Παππά να ρέπει επικίνδυνα προς την υπερβολή.

1Rls3_5.jpg

Η Βάσω Νικολοπούλου ήρθε να δώσει την πιο χαρούμενη νότα (τόσο με τον χορό της, όσο και με την πολύχρωμη φούστα της), αλλά ερχόταν σε πλήρη αντίθεση τόσο με τον πριζωμένο Ανδρέα Παππά, όσο και με το ελαφρώς αβάν γκαρν φραζάρισμα του Βαγγέλη Παππά, κάνοντάς μας έτσι να αναρωτιόμαστε για τη συνεκτικότητα της αισθητικής του συνόλου. Όλως παραδόξως, το κοινό φάνηκε στην πορεία να εκτιμάει την προσπάθεια της μπάντας και αφέθηκε έτσι στους ήχους της. Στην Πλατεία Νερού οι Closer παρουσίασαν και υλικό από τον νέο τους δίσκο, ο οποίος κυκλοφόρησε χθες.

1Rls3_6.jpg

Τρίτοι σε σειρά, οι Slowdive: η πρώτη ουσιαστικά συγκλονιστική εμπειρία της 3ης μέρας του Release Athens. Οι Βρετανοί κατάφεραν να τετραπλασιάσουν το κοινό, δημιούργησαν δε ευθύς αμέσως καλή ενέργεια, με επαγγελματισμό, αλλά και με ευαισθησία. Τα shoegaze κύματά τους λειτούργησαν απολύτως καταλυτικά, με τον κόσμο να ανταποκρίνεται θερμά και να συντονίζεται στον μακρόσυρτο, spacy ήχο τους. Οι αρμονίες στα φωνητικά λειτούργησαν συνεργιστικά με τo κρεσέντο των κιθαρών, σε μία επαναληπτικότητα που περισσότερο βοήθησε, παρά έβλαψε το set. Το "Souvlaki Space Station" καθώς και το "She Calls" υπήρξαν στιγμές αγνής απόλαυσης, ειδικά για τις πρώτες σειρές.

1Rls3_7.jpg

Η ηχητική ατμόσφαιρα των Βρετανών λειτούργησε όμως συνεργιστικά και με τον καιρό, με τις τελευταίες αχτίδες του ήλιου να «καίνε» τους ήχους τους, μεταφέροντάς μας σε μία μουσική κινούμενη άμμο και ξυπνώντας ολιστικά τις αισθήσεις. Η μπάντα απέδειξε πως ξέρει να χειρίζεται αριστοτεχνικά το slow tempo, χωρίς να αφήσει ουσιαστικές κοιλιές στο πρόγραμμα. Η frontwoman Rachel Goswell υπήρξε σαφής εστία της επί σκηνής παρουσίας των Slowdive, τόσο γιατί εμφανίστηκε ντυμένη στα κοραλί, όσο και λόγω της λεπτότητας των εκτελέσεών της. Το set έκλεισε με μία εξαιρετική διασκευή στο "Golden Hair" του Syd Barrett, με την Goswell να ξεκινάει σε εξομολογητικούς τόνους και καβαλώντας αρχικά τη μουσική, καταλήγοντας όμως να γίνεται ένα με τον shoegaze ορυμαγδό των Βρετανών.

1Rls3_8.jpg

Περίεργη εμπειρία υπήρξε το set των Brian Jonestown Massacre. Μία μπάντα γνωστή για τα μακροσκελή και moody τραγούδια της, στην οποία φάνηκε να μην έφτασε ο πεπερασμένος χρόνος που της δόθηκε, προκειμένου να επικοινωνήσει επαρκώς τη μουσική της γλώσσα. Προσωπικά, το βρήκα αδύνατον να χαθώ στην trance-like διάθεση που μάλλον προσπάθησαν να φτιάξουν οι 7 μουσικοί. Κάτι που σημείωσε και ο frontman τους, όταν με σκωπτική διάθεση σχολίασε το ατύπως μικρό χρονικό περιθώριο το οποίο τους δόθηκε. Με την Πλατεία Νερού να αρνείται να συντονιστεί μαζί τους, η ανάπτυξη ατμόσφαιρας υπήρξε σχεδόν αδύνατη. Πράγμα απογοητευτικό, αν λάβει κανείς υπόψη τη φήμη περί μυσταγωγικής διάθεσης που χαρακτηρίζει τα live τους σε κλειστούς χώρους.

1Rls3_9.jpg

Η επαναληπτική αντιμετώπιση που εμφάνισαν στις ενορχηστρώσεις άφησε τον κόσμο μάλλον κουρασμένο, με τη «γαλαρία» να δημιουργεί πηγαδάκια, στα οποία δεν συζητιόταν η συναυλιακή εμπειρία, αλλά οι φαβορίτες του Anton Newcombe. Ως highlight του set ξεχώρισε πάντως το "Anemone", με τη νωχελική του μελωδία να αποτελεί τον πιο σίγουρο τρόπο για να επικοινωνήσουμε κάπως με τις διαθέσεις των Αμερικανών. Επίσης, σημειώνω ως προσωπικό αγαπημένο μέλος τον Joel Gion, μιας και το ιδιαίτερο δίπολο πάνω στο οποίο ισορρόπησε με το ντέφι του θύμιζε κάτι μεταξύ νεράιδας του δάσους και leprechaun που φυλάει το κιούπι με τα χρυσά νομίσματα. Σαφέστατα αξιολάτρευτος.

1Rls3_10.jpg

Κι έπειτα ήρθε Εκείνη. Με μια καριέρα χτισμένη στην πολυμορφία, η PJ Harvey δείχνει να απεχθάνεται την επανάληψη. Έχει όμως καταφέρει, μ' έναν μοναδικό τρόπο, να μη γίνεται στρυφνή ή δυσπρόσιτη, αλλά να αναπτύξει μία ταυτότητα βασισμένη πάνω σε αυτήν την πολυτυπία. Δεν πειραματίζεται άλλωστε για να της αποδοθεί ο τίτλος της cutting edge δημιουργού, αλλά γιατί μάλλον έχει μία ακόρεστη δίψα για εξέλιξη και μάθηση. Τα θεμέλιά της βρίσκονται λοιπόν εκεί και κρατούν καλά, αλλά εκείνο που αναπτύσσεται πάνω τους ψηλώνει προς κάθε διαφορετική κατεύθυνση.

Κι έτσι καταλήγει να παρουσιάζει ένα πρόγραμμα που ξεπερνά τις αυστηρές δομές μιας ροκ συναυλίας και μεταβαίνει σε happening με στοιχεία θεατρικά, χωρίς όμως να γίνεται θεατράλε. Αντιμετωπίζει δηλαδή την εμφάνισή της σαν δρώμενο, προσφέροντας κάτι για κάθε ακροατή, όσο βαθιά κι αν έχει διάθεση ο τελευταίος να σκάψει. Συνδυάζει επίσης κι αναμιγνύει αιθέριες μελωδικές φόρμες με ένα πρωτοφανώς σκαιό περιεχόμενο, καθώς και με εμβατηριακές ρυθμικές δομές. Έτσι, σε φτάνεις να αναρωτιέσαι αν η ίδια είναι η ενσάρκωση της μουσικής της ή αν η μουσική της αποτελεί τη μελοποιημένη έκφραση του χαρακτήρα της.

1Rls3_11.jpg

Για την παρούσα περιοδεία που την έφερε ως την Πλατεία Νερού, η ιδιοφυής Βρετανίδα έχει καταφέρει να δημιουργήσει μία ενωτική παράσταση: ένα δέσιμο εικόνας και ήχου. Συνδέει έτσι επιτυχώς τα τραγούδια των προηγούμενων δίσκων με τις υφές του τωρινού, δημιουργώντας ένα ύφασμα χωρίς ραφές, με ειρμό και με συνεκτική αφήγηση. Η δυνατότητά της να ακολουθεί τον μίτο του υλικού της και να προσαρμόζει διαφορετικούς ήχους και συστατικά σε ένα ομοιογενές σόου είναι μνημειώδης και η συναυλία της Τρίτης στάθηκε το τέλειο παράδειγμα. Οι θεματικές της, όσο ευρείες και να είναι, με την αριστοτεχνική της ενορχήστρωση και τις ευφυέστατες μεταγραφές, ήρθαν και φώλιασαν κάτω απ’ την ομπρέλα του κοινωνικού και πολιτικού σχολιασμού.

1Rls3_12.jpg

Ενός σχολιασμού επίκαιρου και τρομερά εντοπισμένου στο ελληνικό τοπίο. Κι αν θέλετε τη γνώμη μου, το αφήγημα της PJ καλά θα κάνει να φτάσει τα αυτιά του κοινού και να τρυπώσει μέσα τους. Ακούσαμε ένα set φορτωμένο με τραγούδια του The Hope Six Demolition Project, τα οποία –ως ήταν αναμενόμενο– περπάτησαν απολύτως εναρμονισμένα με εκείνα από το αριστουργηματικά περίτεχνο Let England Shake (2011). Κι έπειτα ήρθαν στιγμές από το παρελθόν να διανθίσουν τη μεταβατική εμπειρία, είτε μιλάμε για την αλλόκοτη ενδοσκόπηση του "When Under Ether", είτε για τη σκληρή performance του "50ft Queenie". Kαι όλο αυτό μεταφράστηκε σε ένα διήγημα με αρχή, μέση και τέλος. Χωρίς δισταγμό, χωρίς νωθρότητα, χωρίς στιγμή χαλάρωσης.

1Rls3_13.jpg

Αυτό που διακατέχει την PJ Harvey, είναι η βεβαιότητα. Είναι σίγουρη για τον κάθε βηματισμό της, την κάθε νότα που ξεστομίζει, κάτι που μεταφράζεται σε κοφτές –αλλά και κοφτερές– κινήσεις. Μοιάζει δηλαδή απολύτως βέβαιη για το σχήμα, το χρώμα και τη γεύση που θέλει να δώσει στον κάθε ακροατή και εκτελεί το set της με τέτοιον τρόπο, ώστε δεν αφήνει καμία αμφιβολία περί του αποτελέσματος. Έχει επίσης τη σιγουριά καλλιτέχνη που έχει γεμίσει στάδια, τη σιγουριά μουσικού που το ταλέντο του έχει διατυμπανιστεί στις κριτικές, του ανθρώπου που αφουγκράζεται τον κόσμο, αλλά και της γυναίκας η οποία έχει ερωτευτεί και την έχουν ερωτευτεί αχαλίνωτα. Σκύβει και ελίσσεται ζωηρά και περπατάει πάνω στη σκηνή, σε ισχνά μα γεμάτα νεύρο και δύναμη πόδια, σαν κάποιο περίεργο ζώο που περιεργάζεται και αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του.

1Rls3_14.jpg

Τα φωνητικά της υπήρξαν αριστοτεχνικά, εξερευνώντας όλο το φάσμα της κοντράλτο έκτασης. Η ίδια ανέβαινε τις οκτάβες χωρίς καμία εμφανή προσπάθεια, χωρίς αλλαγή στη στάση και στο ύφος και χωρίς γκριμάτσες ή πρόδηλη καταβολή προσπάθειας. Η φωνή της μεταφερόταν από τους λαρυγγισμούς των πρώιμων δίσκων της στα ένρινα ύψη των καινούριων, άλλοτε σε θέση επίθεσης, άλλοτε παρακαλώντας με ηθελημένα παράφωνα glissando, πότε εξιστορώντας με πρωτοφανή αποστασιοποίηση και πότε –σε στιγμές απόκοσμης έντασης– ολολύζωντας και τρέμοντας με τρικυμιώδες συναίσθημα.

1Rls3_15.jpg

Το τελετουργικό που τελέστηκε στην Πλατεία Νερού ήταν ισομερώς οργανικό και ανόργανο. Παρότι η απόλυτη ακρίβεια της θεατρικότητας θύμιζε καλολαδωμένη μηχανή –έμβολα και πιστόνια που αγκομαχούν σε ένα σχεδόν βιομηχανικό θέαμα– η οργανικότητα της συναυλίας πήγαζε απ’ τον πυρήνα των κινήσεων, την αδιάλειπτη μετακίνηση των μουσικών, τις μελωδίες και, τέλος, από Αυτήν. Ντυμένη στα μαύρα, με τις δημιουργίες της Ann Demeulemeester να συμπληρώνουν εξαιρετικά την καλλιτεχνική κατεύθυνση της συναυλίας, η PJ διατήρησε την περσόνα της, κρατώντας ένα προφίλ συγκεντρωμένο, προσηλωμένο στην κοινώνηση του περίτεχνου οράματός της και κάπως αποστασιοποιημένο από το στερεότυπο αλισβερίσι μεταξύ συναυλιακού κοινού και περφόρμερ.

1Rls3_16.jpg

Κι εκεί συνίσταται η υπερβατικότητα της εμπειρίας. Η Polly Jean δεν έσπασε σχεδόν ποτέ την αφήγησή της και δεν μας άφησε να πάρουμε ποτέ τα μάτια μας από πάνω της (όπως ούτε και ανάσα). Τα τραγούδια διαδέχονταν το ένα το άλλο χωρίς προοίμια και εισαγωγές, σαν διαδοχικοί κρίκοι οι οποίοι έφτιαχναν την αλυσίδα του set. Η δε power μπάντα που είχε μαζέψει γύρω της αποτελούνταν από φημισμένους μουσικούς σαν τους Mick Harvey και Terry Edwards, με τον τελευταίο να αναλαμβάνει μάλιστα και μεγάλο μέρος των ευφυέστατων πνευστών της συναυλίας.

1Rls3_17.jpg

Τραγούδια σαν το "To Bring You My Love" μεταμορφώθηκαν έτσι σε μαγική επωδό, σε ένα μυστικιστικό ξόρκι με απαγγελία φωνής μαυλίστρας, παρασέρνοντας το κοινό (και τον εαυτό της) σε έκσταση. Έκσταση που μόνο η ίδια μπόρεσε να διακόψει, σκαρφαλώνοντας απότομα οκτάβα και διαλύοντας ό,τι έφτιαξε με τον πιο δημιουργικά καταστροφικό τρόπο. Στη συναυλία αυτή βρισκόμουν σε απόσταση ανάσας από τη «μάγισσα» Polly Jean. Φεύγοντας δεν είχα φωνή, είχα όμως ματωμένα δάχτυλα και γρατζουνισμένα χέρια κι όλα αυτά χωρίς να ξέρω πώς. Και χωρίς να με ενδιαφέρει κιόλας.

{youtube}XjyOv95e_8s{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured