Γενικά, όποτε επισκέπτομαι το Primavera Sound, προσπαθώ να βλέπω όσο περισσότερα ονόματα μπορώ –και τα καταφέρνω, με στρατιωτική πειθαρχία. Αυτή τη φορά όμως, τη 2η μέρα, δεν το κατόρθωσα. Τσάκισα. Φέρθηκα αντιεπαγγελματικά και άφησα τις παρορμήσεις μου να πάρουν το επάνω χέρι. Βλέπετε, εκείνη την ημέρα θα έπαιζαν οι Radiohead, ο βασικός λόγος για τον οποίον πήγα φέτος στο Primavera φεστιβάλ.

Ενώ λοιπόν είχα σχεδόν σίγουρο ότι θα δω (δεν θα χάσω, πιο σωστά) τον Ben Watt που έχει και τον Bernard Butler μαζί στη μπάντα του, όπως και τους ιστορικούς Cabaret Voltaire, ένα μήνυμα στο κινητό αρκούσε για να διαγράψω όλα τα παραπάνω με μία κίνηση: «Αργείς να έρθεις; Μαζεύεται επικίνδυνα πολύς κόσμος μπροστά…». Επειδή λοιπόν είναι κρίμα κι άδικο να δει κανείς Radiohead από 100-200 μέτρα μακριά, μαζί με το πόπολο, έκανα αυτό που κάνει κάθε οπαδός (φανατικός, έστω) ο οποίος σέβεται τον εαυτό του: πήγα και στάθηκα όσο πιο κοντά στο κάγκελο μπορούσα από τις 6 και κάτι το απόγευμα. Τέσσερις περίπου ώρες πριν ξεκινήσει η εμφάνισή τους…

2-16Prmvr_2.jpg

Τώρα θα μου πείτε, κι εύλογα: πώς μπορεί να περιμένει κανείς ψύχραιμη και ισορροπημένη κριτική συναυλίας από εσένα; Κι όμως! Εγώ πρώτος είμαι που είπα, ακούγοντας το The King Of Limbs, ότι πρόκειται για ένα μέτριο άλμπουμ, άποψη που υποστηρίζω ακράδαντα ακόμη και σήμερα. Το ίδιο φανατικά πιστεύω και στο γεγονός ότι, αντικειμενικά πάντα μιλώντας, οι Radiohead είναι το μεγαλύτερο ροκ συγκρότημα της γενιάς τους. Αυτά άλλωστε δεν είναι πράγματα που πιστεύω μόνο εγώ: εκατομμύρια ακόμη ακροατές έχουν την ίδια γνώμη, επομένως πόσο λάθος μπορεί να είμαστε όλοι εμείς απέναντι σ' όσους έχετε διαφορετική άποψη, μα δεν είστε σε θέση να την εδραιώσετε με πειστικά επιχειρήματα;

2-16Prmvr_3.jpg

Σοβαρά τώρα. Οι Radiohead έβγαλαν ένα νέο άλμπουμ και βγήκαν στον δρόμο να το προωθήσουν. Αυτό που κάνουν όλοι με άλλα λόγια, απ’ τον καλύτερο μέχρι τον τελευταίο πικραμένο του πλανήτη μας. Το δε A Moon Shaped Pool είναι, κατά γενική ομολογία, ένα αριστούργημα. Και όσοι δεν συμμερίζονται την άποψη, κρύβουν μάλλον κάποιου είδους αντιπάθεια απέναντι στο σχήμα από την Οξφόρδη. Αντιπάθεια που πηγάζει συνήθως:
- Από το γεγονός ότι είναι ένα μαζικό γκρουπ, το οποίο απευθύνεται σε πλατιά γκάμα ακροατών, ανεπίτρεπτο για ορισμένους που θεωρούν ότι, αν έχεις περισσότερους από 1000 οπαδούς, είσαι απλά ξεπουλημένος. Τώρα το αν οι Radiohead απευθύνονται στο κοινό με εντελώς δικούς τους κανόνες (χωρίς λ.χ. να έχουν υποχρέωση να βγάλουν δίσκο όταν το απαιτεί η εταιρία τους ή χωρίς να πρέπει να ακολουθούν ηχητικές συνταγές που υπαγορεύονται από ανθρώπους ή μουσικές τάσεις) ούτε αυτό φαίνεται να έχει μεγάλη σημασία.
- Από το ότι είναι ταλαντούχοι, εξ ου κι έχουν πολλούς haters ανάμεσα στις τάξεις των μουσικών. Όποιος όμως τα έχει τακτοποιημένα αυτά τα πράγματα μέσα του, έχει κάνει την ψυχανάλυσή του κι έχει ανοίξει τ' αυτιά σ’ οτιδήποτε είναι καλό (απ' όπου κι προέρχεται), τότε δεν θα σου πει παρά τα καλύτερα για το ανθολόγιό τους.
- Είναι επίσης λίγο της μόδας να λες ότι οι Radiohead είναι αδιάφοροι ή ότι έχουν μέτρια δισκογραφία. Σε τοποθετεί σε μία διαφορετική ελίτ, εκείνη που αρνείται το mainstream και ψάχνει ασταμάτητα να βρει το κάτι άλλο, το κάτι διαφορετικό, το κάτι ενδιαφέρον από το underground (τώρα αν το διαφορετικό δεν είναι ενδιαφέρον, λυσσάς λιγάκι προσπαθώντας να κάνεις το κύμα να αλλάξει κατεύθυνση).

2-16Prmvr_4.jpg

Όσοι δεν ανήκουν στις παραπάνω κατηγορίες, έχουν απλά στα χέρια τους έναν δίσκο με τον οποίο μπορείς να ταυτιστείς, να ανακαλύψεις καινούργιους κόσμους μέσα του, να φύγεις για νέα ταξίδια –του μυαλού μα και τα άλλα, τα κυριολεκτικά. Γιατί, δίπλα και πάνω και πέρα από όλα αυτά, ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι το εν λόγω κουιντέτο δεν δίνει σπουδαίες συναυλίες; Πολλοί, είναι η λογική απάντηση, μα ας το αντιπαρέλθουμε. Ας μείνουμε στο ότι όσοι αγαπούν τους Radiohead, χρειάζεται απαραίτητα να τους δουν και ζωντανά. Επειδή ακόμη κι εκεί, ακόμη και σ' εκείνη την πτυχή της πολυσχιδούς καριέρας τους, διαπρέπουν όσο λίγοι.

Ημέρα 2 (Παρασκευή 3 Ιουνίου)

Να' μαι λοιπόν 5 μέτρα από το κάγκελο να περιμένω να ξεκινήσει το σόου, κι ενώ στον υπόλοιπο χώρο του φεστιβάλ διαδραματιζόταν ο συνήθης οργασμός από συναυλίες. Τι έχασα σε όλο αυτό το διάστημα, πλην των δύο προαναφερθέντων;

2-16Prmvr_5.jpg

Έχασα τους μισούς Dungen, οι οποίοι είναι παιχταράδες και τους αγαπώ πολύ. Το ότι έπαιζαν μέσα στη ντάλα του ήλιου είναι κάτι που αφαιρούσε εκ των πραγμάτων πόντους από την απόδοσή τους. Σύμφωνοι, η μουσική τους είναι σαν πηγή ηλιοφάνειας από μόνη της, μα κάτι λιγότερο φωτεινό πιστεύω ότι θα τους έκανε καλό και θα άφηνε τους ψυχεδελικούς χρωματισμούς τους να διαφανούν πειστικότερα. Έχασα επίσης τους Titus Andronicus, σιγά τα αυγά δηλαδή! Ούτως ή άλλως δεν τους έχω και σε καμία ιδιαίτερη εκτίμηση: τους θεωρώ μία από εκείνες τις μπάντες που, ακολουθώντας κάποιες βασικές κατευθυντήριες ηχητικές γραμμές, βρίσκουν μερικούς που τους αρέσει αυτό που κάνεις. Τους έβλεπα από την οθόνη της κεντρικής σκηνής κι όταν κάποια στιγμή διασκεύασαν το "Blitzkrieg Bop" κατάλαβα ότι, ακόμη κι αν ήμουν εκεί μπροστά τους, πάλι ποιοτικότερα θα ξόδευα τον χρόνο μου απλά κοιτάζοντας το κενό…

2-16Prmvr_6.jpg

Όσο για τους Beirut, οι οποίοι είχαν καταφτάσει με την εμφάνιση της Αθήνας πίσω τους, δεν έχω να πω κακά λόγια, παρά το γεγονός ότι έχουν πάψει να με συγκινούν εδώ και κάποια χρόνια. Σε καμία περίπτωση, πάντως, δεν θα έβρισκα κακή ιδέα το να τους δει κάποιος σε ένα ανοιχτό φεστιβάλ, καλή ώρα, με τις τρομπετούλες και τα ακορντεόν να κάνουν μια κάποια διαφορά έναντι των συναδέλφων τους. Τώρα το γεγονός ότι αποτελούν πια ένα σχήμα το οποίο πηγαίνουν και βλέπουν πολλά κορίτσια δίχως ιδιαίτερη σχέση με το άθλημα της μανιώδους ακρόασης μουσικής, αυτό το πρόβλημα να το κοιτάξετε, παιδιά, όσοι το έχετε…

2-16Prmvr_7.jpg

Flashback 2 ώρες πίσω. Κάθομαι αναπαυτικά στα καθίσματα του θεάτρου Auditori και απολαμβάνω τις πιανιστικές ελεγείες του Ουκρανού συνθέτη Lubomyr Melnyk. Συστεγάζεται με τον Nils Frahm στην ετικέτα Erased Tapes, κι όπως κι εκείνος κινείται στο χώρο της μετα-κλασικής μουσικής με στοιχεία μινιμαλισμού: σε πολλά σημεία η εμφάνισή του μου θύμισε τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα του Philip Glass. Στα 45 λεπτά του set, παίζει μονάχα 3 κομμάτια, διάρκειας ενός τετάρτου το καθένα χοντρικά. Στο 3ο (ένα έργο για δύο πιάνα), έχει ηχογραφήσει το ένα μέρος το πρωί, όπως μας είπε, κι έπαιξε λάιβ το δεύτερο, μπλέκοντας τα δύο σκέλη με φοβερή δεξιοτεχνία και ταχύτητα. 68 ετών σήμερα, είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση, την οποία χαίρομαι που ανακάλυψα έστω και τώρα.

2-16Prmvr_8.jpg

Μένω να τσεκάρω έστω και για λίγο τον Richard Dawson. Άλλη σπουδαία μούρη! Κοντούλης και χοντρούλης, με βερμούδα και τραγιάσκα, θα τον περνούσες για τυπικό Βρετανό τουρίστα που χάνεται όλη μέρα σε μία pub που του θυμίζει το χωριό του. Αυτός όμως είναι ένας μικρός διάβολος: με απίστευτο πάθος, βγάζει από τα βάθη της ψυχής και του λαρυγγιού του ιστορίες τις οποίες θα άκουγες γύρω από μία σπιτική φωτιά κάπου στον Μεσαίωνα, για τεταμένες σχέσεις που φτάνουν μέχρι τον φόνο. Δεν ερμηνεύει μόνο a cappella τις ιστορίες του, παίζει ενίοτε και μια ακουστική κιθάρα με παραμορφωμένο ήχο, όπως παραμορφωτική μοιάζει να είναι και γενικά η Τέχνη του. Folk υψηλής αισθητικής στάθμης, να τον τσεκάρετε οπωσδήποτε.

Σύνδεση με τα προηγούμενα: έλεγα για τους Radiohead, το πώς με είχαν βιδώσει στο ίδιο σημείο για 4 περίπου ώρες επειδή ήταν το πιο συνετό πράγμα που είχα να κάνω εκεί στην Ιβηρική Χερσόνησο, packt like sardines in a crushed tin box, μια μέρα που ακόμη και ο ήπιος απογευματινός ήλιος μπορούσε να μου σιγοτηγανίζει τη δεξιά πλευρά του προσώπου. Το πρόσωπο αυτό θα ξεκινούσε σύντομα συσπάσεις συγκίνησης, κι όλα θα ήταν καλύτερα, θα πονούσα λιγότερο, ίσως να νιώσω να υπερίπταμαι των λοιπών γύρω μου και να δω αυτό που θα ερχόταν με μια διαφορετική ματιά, πολύ πιο συναισθηματική μέσα σε μία κρίση ισορροπίας ανάμεσα στο αντικειμενικό και το υποκειμενικό. Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα είναι γνώριμο )όπως κάποια από τις υπόλοιπες φορές που τους έχω παρακολουθήσει), μα κι εντελώς διαφορετικό.

2-16Prmvr_9.jpg

Μέχρι να γίνουν όλα αυτά, να 'σου και οι Savages μπροστά μου! Τα κορίτσια βγήκαν κεφάτα κι είπαν να πάρουν το σκαλπ από ορισμένους ανυποψίαστους. Εμείς τις είχαμε δει πέρυσι σε μία κορυφαία εμφάνιση στο Plisskën Festival (που μας έλειψε φέτος το καλοκαίρι…), και κάπως έτσι κινήθηκαν και στο Primavera. Η Jehnny Beth πήρε ασφαλώς το πράγμα επάνω της, δεν σταμάτησε δευτερόλεπτο να οργώνει τη σκηνή, πολύ σύντομα μάλιστα την εγκατέλειψε για να επιδοθεί σε ανελέητο crowd surfing! Με άλλα λόγια, έκανε όλα όσα χρειάζεται για να χαρακτηριστεί εξ ορισμού η συναυλία «συναρπαστική», όσο κι αν κάπου, στο πίσω μέρος του μυαλού μου, δεν απέφυγα να σκεφτώ ότι όλα αυτά είναι που φέρνουν τις μπάντες στα στάδια, με λίγη βοήθεια από τα τραγούδια φυσικά. Το νέο άλμπουμ των Savages μου έχει φανεί αδύναμο: υποφέρει από άτολμη παραγωγή και τραγούδια κατώτερα των προσδοκιών. Κάτι που φαίνεται και στο live, αφού τα highlights προέρχονται από τα παλιά, και τίποτα δεν δείχνει ικανό να ανατρέψει τη συγκεκριμένη κατάσταση. Περάσαμε καλά, αναμφίβολα, αν και κάθε κομμάτι λογιζόταν σαν ένα βήμα πιο κοντά σε…

For two hours there, I lost myself…

2-16Prmvr_10.jpg

Ήρθε η ώρα που περιμέναμε, αφού είχαμε κάνει φιλίες με ανθρώπους από κάθε φυλή του Ισραήλ. Όλοι τους είχαν έρθει παραδόξως να δουν κάποιους Radiohead, από την Αμερική και την Ασία και μέρη που δεν έχουμε ξανακούσει και δεν θα δούμε ποτέ. Και όλοι παραλήρησαν όταν βγήκαν οι 6 επί σκηνής και κατέλαβαν τις θέσεις τους. Ένα ζεστό κόκκινο φως έλουσε το οπτικό μας πεδίο όταν ξεκίνησαν οι γνώριμες νότες του "Burn The Witch", παιγμένες πάντως όχι από έγχορδα, μα από κιθάρα. Τα πάνελ που είχαν να αιωρούνται πάνω από το κεφάλι τους πρόβαλαν εντυπωσιακές εικόνες, ενώ το σκηνικό συμπλήρωναν φώτα που σκόρπιζαν απόκοσμους χρωματισμούς, ώστε να ταιριάζουν με τους ήχους του γκρουπ.

2-16Prmvr_11.jpg

Επευφημίες με το τέλος του κομματιού, και κατόπιν το αδιανόητο: αν υποθέσουμε ότι από τους 55.000 που βρίσκονταν στον χώρο, τους έβλεπαν πάνω από τους μισούς, πώς γινόταν και στις εναρκτήριες νότες του  "Daydreaming" δεν ακουγόταν τσιμουδιά; Μάλλον δείχνει κάποιου είδους αφοσίωση και σεβασμό κάτι τέτοιο… Είναι δε κι αυτό που πιστεύω ότι αποτελεί τη δύναμη του καλλιτέχνη εν γένει, να μη χρειάζεται δηλαδή να απαιτεί τη σιωπή από το ακροατήριο, αλλά να την κερδίζει με το σπαθί του. Έτσι μπορέσαμε να χαθούμε στην αφόρητη μελωδικότητα του κομματιού, που αποτελεί μία από τις κορυφαίες στιγμές του A Moon Shaped Pool.

2-16Prmvr_12.jpg

Από τον νέο δίσκο, οι Radiohead έπαιξαν 6 μόλις τραγούδια. Τα 5 πρώτα στη σειρά εμφανίσεως ήταν κι εκείνα που άνοιξαν το σετ –όπως έγινε σε κάθε στάση της μέχρι τώρα περιοδείας τους– μαζί με το "The Numbers". Από εκεί και πέρα, επιδόθηκαν σε μία αναδρομή στον κατάλογό τους, με κάμποσες εκπλήξεις ανάμεσα στις επιλογές: το "The National Anthem" είναι μία απ’ αυτές, το "Bodysnatchers" μία ακόμα (ούτως ή άλλως, βέβαια, κανείς δεν ξέρει τι θα επιλέξουν να πουν κάθε φορά). Καθόλου τυχαία, σαν δεύτερο encore παίζουν το "Creep", κάτι που δεν ήταν προγραμματισμένο, οπότε πιθανώς να ένιωσαν την ανάγκη να το δώσουν στον κόσμο τους, απ' τη στιγμή που ξέρουν πόσο το αγαπάει.

2-16Prmvr_13.jpg

Παραδόξως, δεν ήταν αυτή η κορύφωση της βραδιάς. Ο τίτλος ανήκει, στα δικά μου μάτια, στο "2 + 2 = 5", όπου η γη κάτω από τα πόδια μας κινδύνευσε να ξεμείνει από άμμο… Ήταν πάντως μία μόνο από πολλές σπουδαίες στιγμές. Εκείνο που έμεινε ίδιο για όλους, ήταν η απίστευτη πεποίθηση ότι έχεις απέναντί σου μια μπάντα στο απόγειο των ικανοτήτων της (μέχρι το μέλλον να μας διαψεύσει), που μπορεί να αναπαράγει ζωντανά κάθε μικρή λεπτομέρεια των ηχογραφήσεών της –και να την ακούμε στη θέση ακριβώς που της ανήκει στη μίξη, από τα ηχεία του stage– και, το κυριότερο, που διασκεδάζει κάθε στιγμή την οποία περνάει απέναντί μας. Συχνά ρίχνω το βλέμμα μου στον μπασίστα Colin Greenwood, ο οποίος προσπαθεί διαρκώς να παίζει διαφορετικά σχήματα και γραμμές: κάποια δεν του βγαίνουν και μένει να γελάει μαζί με το ντράμερ.

Αυτό λοιπόν δεν είναι ένα γκρουπ που υποφέρει από σοβαρότητα, όπως θέλουν να μας πείσουν ορισμένοι. Είναι οι ηγέτες μιας γιορτής που τελεί σε διαρκή εξέλιξη κι εμείς κοινωνήσαμε μονάχα ένα μικρό της μέρος. Κατά τα άλλα, ζήσαμε μια ανεπανάληπτη εμπειρία, η οποία θα καταχωρηθεί μαζί με τις υπόλοιπες που μας έχουν χαρίσει σαν καθοριστική στη μακροχρόνια σχέση μας. Ήταν τρομακτικά δυνατή σαν βίωμα η συναυλία τους στο Primavera, θα τολμούσα να πω ότι they ate me up for breakfast, αν δεν ένιωθα να αποτελώ κι εγώ ένα μικρό της μέρος. Δεν επαναλαμβάνονται συχνά τέτοια live, είμαστε έτσι τυχεροί που το βιώσαμε. Ful stop.

2-16Prmvr_14.jpg

Από εκεί και μετά, οτιδήποτε και να είδα μου φαινόταν λίγο. Πολύ συχνά μάλιστα ήταν! Παρέκαμψα τους The Last Shadow Puppets εντελώς γιατί θα τους έβλεπα στην Αθήνα 2 ημέρες αργότερα. Από την άλλη, ποιοι Animal Collective τώρα, σοβαρά μιλάμε; Έπαιζαν στο σκοτάδι, έχοντας κάποιες ζωγραφιές πίσω τους που φωσφόριζαν. Στη μουσική τους φαινόταν να γίνεται χαμός, στην ουσία όμως δεν συνέβαινε τίποτα. Για να είμαι ειλικρινής, ποτέ δεν κατάλαβα τι φοβερό έχει το συγκεκριμένο γκρουπ –πλην ενός δίσκου– και τώρα πια ο υπόλοιπος κόσμος δείχνει να συμφωνεί μαζί μου.

Η Holly Herndon ηχογραφεί στη 4AD, επομένως έχω ιερό καθήκον να την τσεκάρω. Ενδιαφέροντα αυτά που έπαιζε, φουλ electronica με μύριες προεκτάσεις, όταν όμως βλέπεις 3 άτομα επάνω από ένα τραπέζι να κοιτούν τους υπολογιστές τους, καταλαβαίνεις ότι δεν υπάρχει και ιδιαίτερος λόγος να μένεις εκεί. Πάω να δω λοιπόν what the fuss is about Kiasmos. Δέστε ως παραπάνω, μόνο που τα άτομα είναι 2 κι έχουν και visuals πίσω τους. Στα συν ότι, αν θες να χορέψεις, σου δίνουν ό,τι ακριβώς που χρειάζεσαι (με τέτοια κούραση που είχα εκείνη τη στιγμή, όχι να χορέψω δεν μπορούσα βέβαια, αλλά ούτε καν να τα ορίσω τα πόδια μου). Στα μείον, που έκαναν αυτές τις μαλακισμένες μικρορυθμίσεις σε κουμπιά που δεν υπάρχουν, κι όταν τα άγγιζαν τίναζαν το χέρι επάνω λες και ζεματούσαν ή συνειδητοποιούσαν ότι κάτι δυσάρεστο είχαν πασαλειμμένο επάνω τους…

2-16Prmvr_15.jpg

Παρά την κούραση, πηγαίνω να δω έστω και για λίγο τους Beach House, που κάποτε είχα εγκαταλείψει για να μη χάσω τους Wire (decisions, decisions…). Από τότε, έχουν βγάλει 2-3 φοβερούς δίσκους επιπλέον, οπότε απλά έπρεπε. Ήταν φανταστικοί, για να μη μακρηγορούμε, από τις καλύτερες εμφανίσεις του φεστιβάλ! Ένα κουαρτέτο όπου τους πάντες καπελώνει η φωνή της Victoria Legrand: μένεις απλά ακίνητος, όταν τραγουδάει. Και τι τραγούδια, ε; Τίμησαν ολόκληρη τη δισκογραφία τους, τα κλασικά δίπλα-δίπλα με τα καινούργια, τα οποία δεν υπολείπονται μαγείας. Ας τους φέρει κάποιος στην Ελλάδα! (αν και ζητάνε πολλά, έμαθα…). Τέλος, πριν εγκαταλείψω τον χώρο, κάνω την ύστατη προσπάθεια ώστε να μη χάσω τη μεγάλη, θριαμβευτική επιστροφή των Avalanches. Την ιστορία την ξέρετε, μην τα λέμε ξανά από εδώ. Από το 2000 και το θρυλικό Since I Left You, μόλις τώρα επιστρέφουν με 2ο άλμπουμ. Τι θα είχαν να μας πουν, άραγε;

2-16Prmvr_16.JPG

Τίποτα, είναι η απάντηση. Δύο άτομα επάνω στη σκηνή πίσω από μείκτες και λάπτοπ και CD players δενξέρωκιεγώ, παίζουν ένα πρόγραμμα για όλη την οικογένεια, που οπωσδήποτε δεν είναι αντάξιο των προσδοκιών –αν όχι και του ονόματος. Το προαναφερθέν κομμάτι δεν το άκουσα ποτέ (ίσως επειδή έχασα το ξεκίνημα του σετ;), άκουσα όμως το άλλο κλασικό τους "Frontier Psychiatrist", όπως και το νέο τους single "Frankie Sinatra", συν ένα ακόμη καινούργιο, όπως μας πληροφόρησε το παιδί από το μικρόφωνο. Από εκεί και πέρα, αναγνώρισα την εκτέλεση των Slits στο "I Heard It Through The Grapevine", τους Gang Of Four στο "To Hell With Poverty" αν δεν κάνω λάθος (δεν το σημείωσα, όντας σίγουρος ότι θα το θυμηθώ, επιβεβαιώνοντας αυτό που λένε ότι η υπερβολική αυτοπεποίθηση είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των ηλιθίων), καθώς και μία σειρά από ό,τι να'ναι κομμάτια, που έφταναν μέχρι χορευτικές επιτυχίες που σίγουρα θα βρείτε στην επερχόμενη συλλογή Island 2016, δώρο με το Πρώτο Θέμα της επόμενης Κυριακής. Έλεος δηλαδή!

Ημέρα 3η (Σάββατο 4 Ιουνίου)

Εκμεταλλεύομαι μιάμιση ώρα από το πρωινό της 3ης ημέρας για να διορθώσω δυόμιση αδικίες. Σε πρωινές εκδηλώσεις στο κέντρο της Βαρκελώνης παρακολουθώ κατ’ αρχήν τους A.R. Kane, που δεν είναι ακριβώς ό,τι λέει το όνομά τους μα ένα μόρφωμα το οποίο έχει συγκροτήσει ο ένας εκ των δύο, ο Rudy Tambala. Στο πλάι του έχει μια επίσης έγχρωμη πιτσιρίκα (που θα μπορούσε άνετα να είναι η κόρη του) συν έναν ακόμη, επίσης πιτσιρικά, κιθαρίστα και πληκτρά. Το σχήμα για χάρη του οποίου επινοήθηκε ο όρος «dream pop» παίζει αυτό ακριβώς ακόμα, με λίγο περισσότερο στόμφο, κάτι που τους φέρνει και προς shoegaze μεριά. Λένε κάποια κομμάτια στη μισή ώρα που έπαιξαν κι έκλεισαν μ' εκείνο που όλοι περίμεναν: τον ύμνο τους "Love From Outer Space" σε μία αργή, νωχελική εκτέλεση. Ήταν ό,τι έπρεπε για να συνοδεύσουμε κάτι Martini τα οποία έπαιζαν εκείνη την ώρα της ημέρας.

Μεταβαίνω έπειτα να ρίξω μια ματιά σ' ένα από τα καινούργια ταλέντα της Domino, τον Alex G. Με κανονική μπάντα, παίζει μια σειρά από τυπικά ποπ τραγούδια, τα οποία αγωνιούν να αποκτήσουν έναν χαρακτήρα που θα τα κάνει να ξεχωρίσουν μέσα στη θάλασσα των ομοίων ανταγωνιστών, με αμφίρροπα αποτελέσματα. Κάτι προσπαθεί να ρίξει μέσα στο μείγμα, μέχρι να τελειώσει μισή ώρα αργότερα όμως δεν έχω κατορθώσει να συμφωνήσω με τον εαυτό μου εάν μου άρεσε ή όχι. Αλλά νεαρότατος είναι, έχουμε καιρό να ξεκαθαρίσουμε τους λογαριασμούς μας.

2-16Prmvr_17.JPG

Με τον επόμενο έχουμε κάνει λογαριασμό εδώ και χρόνια και έχει βγει κερδισμένος! Έπαιζε ο Robert Forster των Go-Betweens και δεν θα τον έβλεπα έστω και λίγο; Μισή ώρα ήταν ό,τι πρέπει, ειδικά από τη στιγμή που μας έδωσε ένα set με 6 κομμάτια της παλιάς του μπάντας κι ένα μόνο δικό του. Με κανονικό γκρουπ πλάι του (στο οποίο περιλαμβανόταν μια πολύ ωραία, ηλικιωμένη μα ιδιαίτερα κλασάτη κυρία στο βιολί –το νέο αμόρε του Forster), έπαιξε με όρεξη και σκέρτσο κομμάτια αγαπημένα όπως τα "Head Full Of Steam" και "Draining The Pool For You", που μου θύμισαν τα νιάτα μου… Μου θύμισαν επίσης ότι έπρεπε να ετοιμαστώ για την τρίτη και φαρμακερή κατάβαση στο Parc Del Fòrum.

Ξεκίνημα και πάλι από το κλειστό θέατρο Auditori, όπου είχαν ήδη αρχίσει οι Six Organs Of Admittance. Ο Ben Chasny με άλλα λόγια, που επί σειρά ετών παίζει κι εκείνος παράξενη folk, όπως τη βλέπουν όμως οι Αμερικανοί του είδους. Δεν παρακολούθησα πολύ από το σετ του, ήταν υποβλητικός πάντως όσο τον είδα, όπως θα περίμενε κανείς. Για το δε τελευταίο του κομμάτι, κάλεσε επάνω στη σκηνή «έναν καλό του φίλο, τον James Blackshaw», για να τον συνοδεύσει στο μπάσο. Τίποτε συγκλονιστικό δεν έγινε με την προσθήκη αυτή, πλην ήταν όμορφο να βλέπεις δύο φίλους να παίζουν μαζί εξαίσια, εκφραστική μουσική. Αργότερα την ίδια ημέρα, ο Ben Chasny θα έπαιρνε θέση ως μέλος των Current 93 (όπως και οι Baby Dee & Angel Witch, που επίσης εμφανίστηκαν μόνοι τους), όπως είχε κάνει κάποτε και στην Αθήνα. Δεν τους είδα πάντως τους Current 93, δυστυχώς…

2-16Prmvr_18.JPG

Τρέξιμο πάλι, όπως συνήθως δηλαδή, για να δω τους The Chills, μετά από 29 ολόκληρα χρόνια! Πολλά έχουν συμβεί από τότε, η καριέρα της μπάντας του Martin Phillips έχει περάσει από 40 κύματα, εκείνο όμως που παραμένει αναλλοίωτο είναι η ικανότητά του να γράφει φοβερά ποπ τραγούδια και να τα παίζει με όρεξη και κλάση. Φανερά γερασμένος και πιο παχύς, σε κάνει να αναρωτιέσαι αν είναι τώρα αργά να γίνει το ποπ είδωλο που τόσο εδικαιούτο από την αρχή της ηχογραφημένης ροκ ιστορίας. Το set του ήταν ένα φίνο μείγμα από τα κομμάτια του πρόσφατου (εξαιρετικού) Silver Bullets και παλιότερων ύμνων όπως τα "Doledrums", "Pink Frost", "Rolling Moon", και "I Love My Leather Jacket", ενώ επέλεξε σοφά να κλείσει με το αριστούργημά του, το "Heavenly Pop Hit". Χάρηκα που τα ξαναείπαμε Martin, ευελπιστώ να σε δω ξανά σύντομα! Ας μην κάνουμε όμως τόσο καιρό να βρεθούμε πάλι…

2-16Prmvr_19.jpg

Η συνέχεια είχε κάτι που δεν ξέρεις πώς να το αντιμετωπίσεις, ειδικά μετά τη θέασή του. Ο Brian Wilson παίζει ολόκληρο το Pet Sounds! Στο Primavera. Για να το ακούσει ποιος; Είναι η νέα γενιά εξοικειωμένη με τα τραγούδια του δίσκου; Κι έχει το απαιτούμενο ενδιαφέρον να τα ακούσει, εάν όχι; Απ' ότι φάνηκε από την προσέλευση στη σκηνή, ναι και ναι! Πάρα πολύς κόσμος μπροστά στα πόδια ενός ανθρώπου υπεύθυνου για μερικές ιστορικές ηχογραφήσεις της ροκ μουσικής (για να τις τιτλοφορήσουμε χαλαρά και λίγο αυθαίρετα), που μάλιστα ήταν έτοιμος να ερμηνεύσει εκεί μπροστά μας, live.

2-16Prmvr_20.JPG

Ανταποκρίθηκε τελικά στα στάνταρ που βάζει κανείς σε μία τέτοια εμφάνιση; Ναι και όχι… Κατ' αρχήν να πούμε ότι ο Wilson είναι πλέον πολύ μεγάλος σε ηλικία (74 αισίως) και καταπονημένος από διάφορες αιτίες, με πιο γνωστή τη χρήση ψυχοφαρμάκων. Δεν είναι λοιπόν σε θέση να αποδώσει τα δέοντα στα τραγούδια του: κάθεται μπροστά από ένα πιάνο και παίζει σπάνια, όσο σπάνια τραγουδάει επίσης. Έχει έτσι άλλους 10 μουσικούς στη σκηνή για να κάνουν τη βρωμοδουλειά. Και την κάνουν καλά. Στο πλάι του ο Al Jardine, από τα ιδρυτικά μέλη των Beach Boys, όπως και ο Matthew Jardine, γιος του προηγούμενου και χρυσό λαρύγγι σε ό,τι αφορά στις περίφημες (και απαιτητικές) φωνητικές αρμονίες που κάνουν τόσο σπουδαία τα τραγούδια του Wilson.

2-16Prmvr_21.JPG

Παίχτηκε λοιπόν ολόκληρο το αειθαλές και αγέραστο Pet Sounds κι από εκεί και μετά ακούσαμε μια σειρά από Beach Boys επιτυχίες, όπως τα "California Girls", "Surfin' USA", "Help Me Rhonda", "Good Vibrations" κτλ. Ωραία η ατμόσφαιρα που δημιούργησαν, έφερε το καλοκαίρι (κι άλλα τέτοια κλισέ), μόνο που όσο σεβασμό κι αν έχεις σε όλο αυτό που εκτυλισσόταν μπροστά σου, δεν έπαυες να σκέφτεσαι ότι ο Wilson μάλλον θα ήταν καλύτερα να μη βρισκόταν στο Primavera. Έδειχνε χαμένος, σαν κάποιος να τον φύτεψε στην καρέκλα του για να βγουν χρήματα για ορισμένους ανθρώπους. Είναι επίσης θέμα του κατά πόσο σέβεσαι εσύ ο ίδιος τον μύθο σου... Πόσο ωραία εικόνα είναι δηλαδή να βλέπεις κάποιον να κάνει τα χείλη του όπως οι υπέργηροι στα καφενεία ή σε οίκους ευγηρίας; Θα μπορούσαμε να αποφύγουμε να βλέπουμε κάτι τέτοιο, είναι κρίμα για τον άνθρωπο που είχαμε μπροστά μας.

Άντε να περάσουμε μια βόλτα κι από τους Deerhunter. Όχι ότι δε μου αρέσουν, αλλά δεν βλέπω ειλικρινά τι το σπουδαίο έχουν ώστε να λατρεύονται από μία υπολογίσιμη ομάδα των indie οπαδών. Είδα κάμποση ώρα και διαπίστωσα αυτό ακριβώς που ήξερα: ωραίοι, αλλά και σιγά τα λάχανα! Έχουν ίσως κάτι που δεν το πιάνω, σε όλους μας συμβαίνει, δεν είναι κακό…

2-16Prmvr_22.JPG

Για τη συνέχεια είχαμε μία από τις πιο δυνατές στιγμές του φεστιβάλ. Η PJ Harvey επέστρεψε με καινούργιο δίσκο που προκάλεσε συζητήσεις, κι ίσως συμβεί το ίδιο με τις συναυλίες που θα συνοδεύσουν την κυκλοφορία της. Γιατί; Μα επειδή είναι αρκετά διαφορετικός ο τρόπος με τον οποίον παρουσιάζει τη μουσική της από εκείνον που είχαμε συνηθίσει, επί σειρά ετών. Όποιος φυσικά την παρακολουθεί, έχει συνειδητοποιήσει ότι έχει πια απεκδυθεί τον ρόλο της ροκ θεότητας και ότι στα 3 τελευταία άλμπουμ έχει τραβήξει σε πιο έντεχνους (ας τους πούμε) δρόμους. Το ίδιο και τώρα, με δεκαμελή θίασο, που περιλαμβάνει από τους παλιούς γνώριμους John Parish και Mick Harvey έως τον γνωστό μας από τους Gallon Drunk πολυοργανίστα James Johnston, μέχρι το πασπαρτού Alain Johannes (ψάξτε το πλούσιο βιογραφικό του).

2-16Prmvr_23.JPG

Η Polly Jean κάνει παπάδες επί σκηνής, όλα βασικά, εκτός απ’ το να πιάνει κιθάρα! Και δεν ξέρω αν θα της το συγχωρέσουν αυτό οι φίλοι της... Όπως και το γεγονός ότι παίζει ελάχιστα από τα παλιά της κομμάτια, τα "50 Ft. Queenie", "Down By The Water" και "To Bring You My Love" στην προκειμένη περίπτωση. Είναι όμως τόσο καλοστημένη η παράστασή της (σκηνοθετημένη από ειδικό σε θεατρικά, με σκηνογραφία και φόρεμα ειδικά σχεδιασμένο), ώστε να λειτουργεί περίφημα και να τονίζει τα τραγούδια. Ακόμη κι αν δεν σας άρεσε λοιπόν το The Hope Six Demolition Project, κάτι μου λέει ότι με ένα live της θα το εκτιμήσετε περισσότερο.

Δεν έδωσα πολύ χρόνο στους Sigur Rós, αφού σκοπεύω να τους δω και στην Αθήνα, την 4η μέρα του Release Athens. Έμεινα όμως λίγο για να θαυμάσω το εντυπωσιακό τους light show, το οποίο τονίζει τις απόκοσμες διαστάσεις της μουσικής τους. Ήταν μακράν καλύτερο όλων, ακόμη και των Radiohead (για να δείτε πόσο δίκαιος είμαι…). Επίσης, τα κομμάτια με τα οποία άνοιξαν το set τους ήταν όλα παλιότερα, κάτι που κράτησε για μεγάλο μέρος της εμφάνισής τους (όχι ότι έλειψαν μέρη του Kveikur) και την κάνει, όπως πάντα, απαραίτητο θέαμα.

2-16Prmvr_24.JPG

Ένας ακόμη λόγος που έπρεπε να φύγω ήταν για να μη χάσω την Julia Holter. Δεν θα δω τη δημιουργό του αγαπημένου μου δίσκου για το 2015; Την είχα δει βέβαια ξανά και πριν από 2 χρόνια, τότε που είχε το Loud City Songs στις αποσκευές της, και ήταν εντυπωσιακή. Αυτή τη φορά, σε ανοιχτό χώρο και αδικημένη από κακό ήχο (τι πιθανότητες υπάρχουν να σου συμβεί κάτι τέτοιο σε μία τέτοια διοργάνωση;), δεν ανταποκρίθηκε στα στάνταρ που συνοδεύουν το όνομά της. Δεν ήταν πάντως κακή: ειδικά στον τομέα των φωνητικών ικανοτήτων, σε άφηνε με ανοιχτό το στόμα. Δεν μπορούσε όμως να αποδώσει πιστά το κλίμα του τελευταίου της δίσκου, παρότι είχε μπάντα που περιελάμβανε μπάσο, κιθάρα, τύμπανα και βιολί. Σε πολλά μάλιστα κομμάτια συμμετείχε και σαξοφωνίστας, αλλά ίσα που τον ακούγαμε –μόνο στο ύστατο κομμάτι απολαύσαμε ένα σόλο του. Μείναμε λοιπόν να απολαμβάνουμε τη δύναμη των τραγουδιών της και να θαυμάζουμε τη φυσική της ομορφιά. Άκουσα το "Feel You", το "Sea Calls Me Home", το "Betsy On The Roof", ήμουν ευτυχισμένος, μπορούσα να φύγω…

2-16Prmvr_25.JPG

Αν και ο χρόνος μου ήταν περιορισμένος, μιας που είχα πτήση τα ξημερώματα να προλάβω, είχα λίγο χρόνο να δω τους Ty Segall & The Muggers. Εντάξει, ο τύπος όσο πάει και ξεφεύγει περισσότερο! Το σόου ήταν πιο τρελό κι από εκείνο που είχα δει στην Αθήνα, ειδικά τώρα που δεν είχε να ασχολείται με την κιθάρα –είχε επάνω στη σκηνή ανθρώπους να διεκπεραιώσουν  τη συγκεκριμένη δουλειά– οπότε μπορούσε απαρέγκλιτα να βρίσκεται σχεδόν μόνιμα μπροστά από το ακροατήριό του ή και μέσα σε εκείνο! Η αποθέωση της ροκ συναυλίας με άλλα λόγια, τίποτα δεν στεκόταν όριο ή εμπόδιο σε όσα περνούσαν από το μυαλό του να κάνει, μέχρι που ανέβασε κι ένα άτομο από το κοινό επάνω στη σκηνή και πήρε εκείνος τη θέση του. Κανονική γιορτή, λοιπόν, με το χαβαλεδόμετρο να χτυπάει κόκκινα, με τον κόσμο να παραληρεί και άλλους να παίρνουν αποστάσεις από τα όσα επικίνδυνα διαδραματίζονταν μπροστά στα μάτια τους. Θεούλης ο Ty, το ξέραμε, το επιβεβαιώσαμε.

Και κάπως έτσι έκλεισε μία ακόμη έκδοση του Primavera Sound, μια έκδοση που μάζεψε 165 χιλιάδες κόσμο, 55 την κάθε ημέρα (χώρια όσοι συμμετείχαν στις παράπλευρες εκδηλώσεις που περιλάμβαναν ομιλίες, έξτρα συναυλίες κι άλλα πολλά). Καθόλου άσχημα για ένα φεστιβάλ που όταν ξεκίνησε πριν από 16 χρόνια ήταν το ένα δέκατο σε μέγεθος! Ολοένα και μεγαλώνει, εντωμεταξύ: ανακοινώθηκαν ήδη οι ημερομηνίες για του χρόνου και γίνεται πενθήμερο –31 Μαΐου με 4 Ιουνίου σημειώστε στο καρνέ σας. Η ευχή μας μόνιμα θα είναι να βρισκόμαστε εκεί, αν είμαστε καλά και μας κρατάνε γερά τα ολοένα και πιο γέρικα πόδια μας!

{youtube}cyq3ua748Rs{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured