Η δεύτερη ημερομηνία του We're Loud Fest αποτέλεσε και το έναυσμα του κυρίως event, μιας και οι τέσσερις μπάντες της πρώτης μέρας ήσαν απλά μια πρόγευση του τι μέλλει γενέσθαι. Όπως συνέβη και το βράδυ της Πέμπτης στο An Club, η έναρξη στο Κύτταρο έλαβε χώρα με 40 λεπτά καθυστέρηση, ώστε η πλειονότητα των παρευρισκομένων να εισέλθει εγκαίρως στον χώρο. Μοναδική διαφορά, ότι οι DJs ομόρφυναν το μεσοδιάστημα αυτό υπό τους ήχους CD αντί βινυλίων, κάτι που δεν εμπόδισε τις κάθε λογής δεσποινίδες να λικνίζονται υπό γκαραζοειδείς ρυθμούς κατά τη διάρκεια των σύντομων διαλειμμάτων.

Loud2_2.jpg

Loud2_3.jpg

Οι Acid Baby Jesus άνοιξαν τη βραδιά υπό τις πιο smooth διαθέσεις, παρότι αποτελούν καλλιτέχνες εδραιωμένους στη συνείδηση του εγχώριου κοινού. Όπως συνέβη και με τους Gay Anniversary της πρώτης μέρας, η λογική της σειράς των εμφανίσεων λάμβανε υπ'όψιν αποκλειστικά το ύφος των συγκροτημάτων, καθότι κάθε επόμενο σχήμα εντυπωνόταν ολοένα πιο δυναμικό, εκκολάπτοντας έτσι τον παλμό σε οριακό σημείο. Στα των Acid Baby Jesus, όμως, διεγράφη μια σκιερή υπόταση, μιας και οι κάλλιστα χορευτικές διαθέσεις της πρώτης μέρας κατέβαλλαν διάτρητα τις προσωπικές μου αντοχές. Η συντριπτική πλειονότητα των ακροατών, πάντως, έδωσε ηχηρό παρών –με το ωραίο φύλο να σημειώνει την εμφανέστερη τέρψη.

Loud2_4.jpg

Ύστερα από ένα μικρό διάλειμμα για αγορές δίσκων –μιας και το merch stand ήταν σαφώς πιο ενημερωμένο την Παρασκευή– κατευθύνθηκα προς τον εξώστη ώστε να παρακολουθήσω τους Sultan Bathery υπό τις πλέον ευνοϊκές συνθήκες. Ανακουφισμένος από τα πληγωμένα μου πόδια ενέδωσα στις ψυχεδελικά garage πενιές τους, όπως φάνηκε να κάνουν και τα ικανοποιημένα party animals της κεντρικής αρένας. Η αλήθεια είναι πως οι προδοκίες μου από τους Ιταλούς ήσαν υψηλότερες, δεδομένης της άφθαστης ζωηράδας που διέπει τον ομότιτλο δίσκο τους· το πρόσημο όμως δεν παύει να σημειώνεται θετικό, για την προσπάθεια που σθεναρά επέδειξαν.

Loud2_5.jpg

Εδώ έρχεται και η πρώτη παρατήρηση, που αναδύθηκε αυθόρμητα: παρά την αμφίβολη ποιότητα ορισμένων συγκροτημάτων, η συντριπτική τους πλειονότητα εντυπώθηκε κάλλιστα ψυχαγωγική. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν προφανώς οι ξένοι επισκέπτες, που δεν έχαναν ευκαιρία να επιδίδονται σε εξουθενωτικό χορό, μιας και τα ίδια τα γκρουπ έπαιζαν σαν να ήθελαν να ταρακουνήσουν ένα πολύχρωμο πάρτυ. Ο frontman των The Anomalys λ.χ. (βλέπε πρώτη μέρα), πρέπει να ήταν ο άνθρωπος που έζησε το τετραήμερο φεστιβάλ περισσότερο από κάθε άλλον, καθώς τον συναντούσα όπου πήγαινα διαρκώς: στον χορό ανάμεσα στο κοινό, στα after parties του Boiler, στην ταβέρνα την Κυριακή, μα και σε κάθε πιθανό στιγμιότυπο.

Loud2_6.jpg

Από την άλλη, είναι κάπως λυπηρό να διαπιστώνουμε πως τη νοοτροπία αυτή επέδειξαν κατά βάση οι ξένοι επισκέπτες –έστω και αν τα μέλη των Gay Anniversary στάθηκαν ανάμεσα στις πιο λαμπρές εγχώριες εξαιρέσεις. Δυστυχώς, η κουλτούρα του λαού μας αντιμετωπίζει τις συναυλίες σαν το ποδόσφαιρο, γι' αυτό και τις τιμά μόνο όταν παίζει η αγαπημένη του ομάδα. Δεν έχουμε μάθει να βιώνουμε την ατμόσφαιρα καθ' αυτή, όσο αφελές κι αν ακούγεται, ειδικά αφότου ακόμη και τα πιο ουδέτερα ονόματα του event συνέβαλλαν στη γενική ροή του. Είναι γεγονός άλλωστε πως δεν με συγκλόνισε κάθε γκρουπ μεμονωμένα, αλλά ότι η συνολική εμπειρία θα κατέληγε υποδεέστερη στην περίπτωση που έλειπε κάποιος καλλιτέχνης.

Loud2_7.jpg

Loud2_8.jpg

Σε ανάλογο κλίμα κυμάνθηκε και η απόδοση των (επίσης Ιταλών) Thee Oops, η οποία μου άφησε σχετικά ανάμεικτες εντυπώσεις. Η γρεζαριστή 1980s hardcore κόψη τους εντυπωσίασε το κοινό, αλλά προσωπικά περίμενα περισσότερα, δεδομένης της άσβεστης ενέργειας του στούντιο υλικού τους. Είναι γεγονός όμως και το ότι τα ασύμβατα γούστα και οι διαθέσεις των παρευρισκομένων εξύψωναν διαφορετικά γκρουπ, ενώ έριχναν παρομοίως στα τάρταρα τα ανάλογα ονόματα. Όλοι λοιπόν συμφωνήσαμε σύσσωμοι πως ο frontman των The Oops παρέδωσε ρεσιτάλ πώρωσης· εκεί ωστόσο που ο ήχος στάθηκε εμπόδιο στη δική μου οπτική, άλλοι δήλωσαν ενθουσιώδεις από τη σκληρόπετση υφή του.

Loud2_9.jpg

Αλλά τα συνταρακτικά ονόματα της δεύτερης μέρας ήταν κατ' εμέ τα τελευταία, δεν θα σας κρύψω μάλιστα πως οι Αμερικανοί Useless Eaters αποτελούσαν το δεύτερο πιο ελπιδοφόρο όνομα στα γενικά We're Loud προγνωστικά. Η κολεγιακή τους ακμή γινόταν βέβαια ορατή στις στιγμές που επιχείρησαν να προσδώσουν μια αίσθηση φθηνής μαγκιάς, μιας και η μισή μπάντα έφτυνε διαρκώς τις μπύρες που δρόσιζαν τα λαρύγγια τους. Αυτό αποτέλεσε στιγμιότυπο που αναμενόμενα ενόχλησε αρκετό κόσμο, δίχως να λαμβάνεται σοβαρά υπ'όψιν το πολύ νεαρό της ηλικίας τους.

Loud2_10.jpg

Ομολογουμένως, υπήρξαν μεμπτές στιγμές, αλλά η στάση των Useless Eaters δεν έφερε επιτήδευση ούτε στο ελάχιστο. Το μεστό post-punk/rockabilly μείγμα του Bleeding Moon έδωσε τη θέση του σε rock n' roll ξεκούρδισμα που –παρά τον κακό ήχο– υπερκέρασε τις δυσκολίες, αντί να σταθεί βλοσυρό εμπόδιο στο διάβα τους. Δίχως να χάνουν ευκαιρία, ορμούσαν στο κοινό, έτρωγαν τα μούτρα τους στο πάτωμα ή υπερέβαιναν κάθε όριο, ξηλώνοντας βίαια τις χορδές τους. Οι Καλιφορνέζοι έφηβοι κέρδισαν έτσι με άνεση τις πρώτες σειρές, για τις οποίες και αποφάσισαν να επιμηκύνουν την προγραμματισμένη setlist. Αν και βουτυρόπαιδα εμφανισιακώς, το σκανδαλώδες punk n' roll που έπαιζαν μετέτρεπε τα μέλη τους σε ατίθασα αγρίμια, έτοιμα να λυγίσουν κάθε κάγκελο του στενάχωρου κλουβιού τους. Μάλλον δεν ήταν και τόσο τυχαία η επιλογή του ονόματος, θα υπέθετε κανείς, ειδικά από τη στιγμή που αντιπροσωπεύει τόσο πιστά τις συναυλιακές τους περσόνες.

Loud2_11.jpg

Αν οι αλεξίσφαιροι Καλιφορνέζοι αποτέλεσαν τους ελπιδοφόρους ήρωες της ημέρας, οι παλαίμαχοι Βέλγοι headliners στάθηκαν η ισχυρότερη έκπληξη στα μάτια των πιο δύσπιστων οπαδών. «Για τους The Kids ήρθα σήμερα και θα 'μουν ενθουσιασμένος... αν μιλούσαμε για 40 χρόνια νωρίτερα» ήταν μία μόνο από τις δηλώσεις που προηγήθηκαν ενός καθ'όλα απροσδόκητου πανικού. Το κουαρτέτο των γερόλυκων απέδωσε το κλασικότροπο punk rock του με δυναμισμό 17χρονων, κάλλιστα διψασμένων για sing-along σκηνικά και επικίνδυνα stage dives από τις πιο απόκρημνες γωνιές του εξώστη. Φυσικά δεν προσγειώθηκε κανείς από ανάλογο ύψος, ούτε οι άκρατες αντιδράσεις ξέφυγαν από την έκφανση ενός αγνού κέφιου. Δεν φαντάζει όμως και πιθανό οι The Kids να ήταν δυναμικότεροι στα νιάτα τους, γιατί τόσο τουμπανιασμένη απόδοση ούτε ο πιο αρματωμένος πάνκης δεν ξεπερνά.

Loud2_12.jpg

Ηγετική φυσιογνωμία ήταν ασφαλώς ο καραφλοκόρακας Ludo Mariman ή, αν προτιμάτε, ο «Μεγάλος Παλαιός» της βέλγικης punk σκηνής. Εύθυμος όσο έπρεπε αλλά και ξυλοκόπος σαν χρειαζόταν, έστιβε την ταστιέρα του σε σημείο που τη θεωρούσες πια έτοιμη να κοπεί στα δύο, σαν ξερό κλαδάκι. Στο πλευρό του ο Luc Van de Poel, ως σωστός Βαυαρός οικοδόμος, απέδιδε τα τσιμεντολιθέ του riffs επωφελούμενος από τον δυνατό και πεντακάθαρο ήχο. Η αλήθεια είναι πως ενώ τα δεδομένα του ήχου στο Κύτταρο υπήρξαν μέτρια στις περισσότερες μπάντες, η έναρξη των The Kids προσέδωσε μια εικόνα ολικής μεταμόρφωσης, με τον κόσμο να ακολουθεί το βήμα των μελών, τσακίζοντας ό,τι βρει μπροστά του.

Loud2_13.jpg

Οι Βέλγοι θριάμβευσαν λοιπόν ως οι αδιαφιλονίκητοι νικητές της δεύτερης μέρας, διαχωρίζοντας τους άντρες από τα αγόρια –έστω κι αν οι Useless Eaters έχουν ομολογουμένως λαμπρές προοπτικές μπροστά τους. Παρ' όλα αυτά, απόλυτο highlight της εμφάνισής τους δεν αποτέλεσαν κλασικές στιγμές τύπου "This Is Rock 'n Roll", μήτε το διαχρονικό "If The Kids Are United" των Βρετανών Sham 69. Δυναμικό κλείσιμο (και συνάμα ανατριχίλα) στάθηκε η απόδοση του "Blitzkrieg Bop" των Ramones, δίχως τα μέλη να γνωρίζουν πως εκείνη τη μέρα, πριν από 64 χρόνια, γεννήθηκε ο κατά κόσμον Douglas Glenn Colvin, πιο γνωστός ως Dee Dee Ramone. Περιττό να επεξηγήσουμε την ασήκωτη σημασία των Ramones και δεν είναι αυτό το θέμα μας, άλλωστε. Εκείνη τη μέρα, πάντως, οι The Kids έκαναν στον Dee Dee το πολυτιμότερο δώρο: μια οικογένεια να τραγουδά όλο χαρά, σε σημείο που, αν την έβλεπε από εκεί ψηλά, ένα χαμόγελό του θα το μαρτυρούσε...

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured