Μάκης Καλαμάρης

Υπάρχουν άνθρωποι που, δουλεύοντας σοβαρά και ουσιαστικά, αποτελούν στην κυριολεξία πρεσβευτές του ελληνικού πολιτισμού και του ελληνικού πνεύματος στο εξωτερικό. Μία τέτοια περίπτωση είναι και η διεθνούς φήμης σοπράνο μα και καθηγήτρια τραγουδιού στη Σχολή Καλών Τεχνών του Βερολίνου, Σόνια Θεοδωρίδου. Με αφορμή λοιπόν μία από τις καινούργιες της δισκογραφικές δουλειές –αυτήν όπου προσεγγίζει μέρος του λόγιου έργου του Γιάννη Κωνσταντινίδη– ήρθαμε σε επικοινωνία μαζί της, ρωτώντας την όχι μόνο για την τέχνη της μα και για την κακοδαιμονία του λαού μας, θύμα της οποίας φαίνεται να έχει πέσει και η ίδια...

Όπως δείχνει ο νέος σας δίσκος με τα τραγούδια του Γιάννη Κωνσταντινίδη ή και ο πρόσφατος πάνω στον Ζακ Μπρελ, εδώ και αρκετά χρόνια έχετε κάνει άνοιγμα στο πιο ελαφρύ τραγούδι. Πρόκειται για προσωπική σας επιθυμία; Ή πιστεύετε ότι είναι γενικά καλό εκπρόσωποι του λυρικού τραγουδιού να κάνουν τέτοιες κινήσεις, ώστε ενδεχομένως να φέρουν πιο κοντά στην όπερα κι ένα άλλο κοινό;

Κατ’ αρχήν, τα συγκεκριμένα τραγούδια του Κωνσταντινίδη δεν είναι ελαφρά. Είναι κλασικά τραγούδια και, όπως είπε ένας έγκυρος κριτικός στο Άμστερνταμ, είναι τα ελληνικά τραγούδια που δεν έγραψε ο Ραβέλ. Στις μέρες μας δεν αποτελεί άλλωστε πραγματική πρόκληση για μια τραγουδίστρια της όπερας να τραγουδά και άλλα είδη μουσικής. Έτσι, επέλεξα κι εγώ να τραγουδώ αυτά που αγαπώ.

Πράγματι, πολλές φορές έχουμε δει συναδέλφους σας να ξανοίγονται σε άλλα είδη μουσικής, με τρόπο όμως αγοραίο και επιφανειακό. Τι φταίει για τέτοια φαινόμενα;

Μάλλον η άγνοια και η ματαιοδοξία τους!

Εσείς με ποια κριτήρια επιλέξατε να τραγουδήσετε Κωνσταντινίδη; Και γενικότερα, πώς ήταν για εσάς η διαδικασία μετάβασης από το λυρικό στο ελαφρύ τραγούδι –με ποιον τρόπο προσεγγίσατε το τελευταίο;

Ο χρόνος ήταν αυτός που με έκανε να επιλέξω να τραγουδώ και άλλα είδη τραγουδιών, τα οποία κατ’ εμέ δεν είναι επουδενί ελαφριά –για μένα αυτός ο όρος είναι αδόκιμος. Τα τραγούδια του Κωνσταντινίδη τώρα ήταν ο ελάχιστος φόρος τιμής που θα μπορούσα να αποδώσω σε έναν τόσο μεγάλο Έλληνα συνθέτη.

Στην Ελλάδα το λυρικό τραγούδι και η κλασική μουσική εν γένει μοιάζουν περιθωριοποιημένα. Πιστεύετε ότι κάποια στιγμή θα μπορούσαν να αποτελέσουν κομμάτι της ζωής και της κουλτούρας των Ελλήνων; Και πώς θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο;

Αγαπητέ μου, δεν υπάρχει παιδεία... Και όσο η κλασική μουσική δεν διδάσκεται στα σχολεία και το μάθημα της Μουσικής είναι απλά η ώρα του χαβαλέ, είναι πολύ δύσκολο να αλλάξει κάτι. Θα εξακολουθεί έτσι να είναι είδος που απευθύνεται σε μία ελίτ.

Theodoridou_2Θα θέλατε να μας μιλήσετε λίγο για το ξεκίνημά σας και την πορεία Βέροια-Εθνικό Ωδείο Αθηνών-Ανωτάτη Μουσική Ακαδημία της Κολωνίας;

Γεννήθηκα στη Βέροια και από μικρή ήξερα μέσα μου πως θα γίνω καλλιτέχνης. Τελειώνοντας το σχολείο, πήγα λοιπόν στην Αθήνα και στο Εθνικό Ωδείο από όπου αποφοίτησα με άριστα παμψηφεί και με Αριστείο Εξαιρετικής Επίδοσης. Κατόπιν, κερδίζοντας την υποτροφία Μαρία Κάλλας, έφυγα για την Ανώτατη Ακαδημία της Κολωνίας. Και από εκεί άρχισαν όλα...

Πώς βιώσατε αλήθεια τη μεγάλη επιτυχία σας και τις διθυραμβικές κριτικές, τις οποίες αρχίσατε από πολύ νωρίς να λαμβάνετε για τις παραστάσεις σας σε όλον τον κόσμο;

Με περισσή ταπεινότητα... Ήξερα πως όλα αυτά είναι εφήμερα και ότι δεν θα πρέπει να τους δίνω ιδιαίτερη σημασία.

Αφού ζήσατε αρκετά χρόνια στο εξωτερικό επιστρέψατε στην Ελλάδα –αναλάβατε  μάλιστα και καλλιτεχνική διευθύντρια ενός πολιτιστικού θεσμού στη Βέροια. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία;

Με μία λέξη, φρικτή... Βίωσα την πλήρη απαξίωση και απομόνωση για όσο καιρό έμεινα στην Ελλάδα. Ήταν μία καθ’ όλα αξέχαστη και αρνητική εμπειρία.

Τι σας ενόχλησε περισσότερο;

Η έλλειψη αξιοκρατίας, το ψέμα και η υποκρισία που έπρεπε καθημερινά να αντιμετωπίσω.

Έχετε συνεργαστεί με κάποιους σύγχρονους Έλληνες δημιουργούς (Νότης Μαυρουδής, Μίμης Πλέσσας, Σταμάτης Κραουνάκης, Θανάσης Μωραΐτης, Αλκίνοος Ιωαννίδης, Στέφανος Κορκολής). Τι βαραίνει ιδιαίτερα προκειμένου να αποφασίσετε να συμμετάσχετε σε έναν δίσκο ή σε μια συναυλία;

Αυτό που για μένα έχει σημασία είναι το αν τα τραγούδια τα οποία έχω να ερμηνεύσω μου μιλούν και με αγγίζουν.

Αισθάνεστε ότι με αυτόν τον τρόπο, εκτός των άλλων, κρατάτε ζωντανούς δεσμούς με την Ελλάδα και με τη σύγχρονη μουσική της;


Ναι, σίγουρα. Αγαπώ τη μουσική της πατρίδας μου και στόχος μου είναι να την αναδεικνύω και στο εξωτερικό. Η Ελλάδα δεν είναι μόνο μπουζούκι, τσιφτετέλια και σκυλάδικα.

Theodoridou_3

Αντιμετωπίζοντας τα πράγματα πιο ψύχραιμα, μιας και πλέον ζείτε στο εξωτερικό, με ποιον τρόπο και σε ποιο σημείο βλέπετε να σταματάει όλο αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα και γενικότερα στην Ευρώπη;

Θαρρώ πως θα σταματήσει όταν μας πάρουν ό,τι είναι να μας πάρουν όσοι τα καλοσχεδίασαν, όταν δηλαδή πετύχουν στον στόχο τους. Το πιο  θλιβερό είναι πως, μέσα σε όλη αυτήν την κρίση, κινδυνεύουμε να χάσουμε την ταυτότητα μας –αν δεν την έχουμε ήδη απολέσει. Η οικονομική απώλεια είναι μονάχα μία παράμετρος: το παιχνίδι χάνεται στην ψυχή, στον νου και στο πνεύμα μας. Εκεί βρίσκεται ο κίνδυνος...

Επικαλούμενος τη διεθνή και ελληνική σας εμπειρία για ακόμα μία φορά, πού πιστεύετε ότι σταματάει η αλήθεια για τις αδυναμίες και τα λάθη μας και από πού ξεκινάνε τα μυθεύματα για τη φαυλότητα/ανικανότητα του λαού μας;

Δυστυχώς μας έφαγε αυτό που ο λαός αποκαλεί «λαμογιά». Και εξηγούμαι: δεν υπάρχει αλήθεια, κλέβουμε το κράτος, τον γείτονα μας, τον πελάτη μας, ταυτιστήκαμε με πολιτικά χρώματα και ξεχάσαμε τον άνθρωπο και την Ελληνικότητα, η οποία κάποτε σήμαινε να είναι κανείς τίμιος, ντόμπρος και υπερήφανος. Μετά την μεταπολίτευση ο Νεοέλληνας μεταλλάχθηκε σε Νεοαμερικάνο, σε κάτι το οποίο ποτέ δεν υπήρξε… Και στον δρόμο έχασε την ανθρωπιά του. Αλλοιώθηκε η τόσο πλούσια γλώσσα μας και αρκεστήκαμε στα λίγα και στα εύκολα. Και τώρα θερίζουμε όσα με τα ίδια μας τα χέρια σπείραμε... Αυτή είναι η αλήθεια.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured