Οι Κόρε.Ύδρο απότελούν κατα γενική ομολογία ένα από τα καλύτερα ελληνικά σχήματα κι ο τελευταίος δίσκος τους συγκέντρωσε διθυραμβικές κριτικές. Ο Μάνος Μπούρας μίλησε με τον Παντελή για το Pitchfork, την πρώτη τους συναυλία μπροστά σε αθηναϊκό κοινό, τα Βραβεία Αρίων, τη Δήμητρα Γαλάνη και φυσικά για τους ίδιους...

Κατ’ αρχήν πες μου κάτι για το όνομα του συγκροτήματος. Υποψιάζομαι ότι έχει να κάνει κάτι με τη χημεία, είμαι σωστός;
Εν μέρει, ναι. Η ονομασία του συγκροτήματος είναι μια πονεμένη ιστορία που δεν μπορούμε πια να κρύψουμε. Είχαμε λοιπόν την ατυχία (ή την τύχη) να φτιάξουμε το συγκρότημα όντες σε πολύ μικρή ηλικία. Το 1993 είμαστε στην Γ΄ Γυμνασίου. Ήταν η πρώτη μας επαφή με το μάθημα της Χημείας και είπαμε να ονομάσουμε το comedy-punk συγκρότημα μας «Κορεσμένοι Υδρογονάνθρακες». Με αυτό το όνομα κυκλοφόρησαν μεταξύ των φίλων και συμμαθητών μας οι δύο πρώτες trash κασέτες μας (από τις 8 σχετικές «κυκλοφορίες» της αποκηρυγμένης πρώτης περιόδου μας). Μια μέρα, στις αρχές του 1995, εντελώς τυχαία ήρθε η λύτρωση. Περπατούσαμε στο δρόμο τα τρία τότε μέλη του συγκροτήματος και ένας φανατικός φίλος μας, ο Νίκος Αναστασόπουλος (περισσότερο γνωστός ως Μαγαζής) μάς φώναξε εντελώς συμπτωματικά «Κόρε. Ύδρο.!». Αυτός είναι και ο νονός μας. Η σύντμηση του ονόματος συνέπεσε και με την πρώτη ραγδαία αλλαγή στον ήχο μας, προς το πιο πειραματικό, όπως αυτή καταγράφηκε στην κασέτα «Μαζούτ» (πάλι η Χημεία!), κειμήλιο για μας και για τους 2-3 φίλους μας που κρατάνε ακόμα από εκείνη την εποχή. Λίγο πριν το τέλος της πρώτης περιόδου, που είμαστε και στα πρόθυρα της οριστικής διάλυσης, καθώς πιστεύαμε πως δεν είχε νόημα πια, αποφασίσαμε να ερμηνεύουμε το όνομά μας ως «Κορεάτικοι Υδροβιότοποι». Ευτυχώς, ο Αλέξανδρος (Μακρής) μας έπεισε ότι είχε νόημα να συνεχίσουμε, και συνεχίσαμε έκτοτε μαζί του ως Κόρε. Ύδρο. χωρίς να σημαίνει τίποτα. Παρακαλούμε και όσους έμαθαν την αρχική σημασία της σύμπτυξης να προσπαθήσουν να την ξεχάσουν και να κρατήσουν το «Κόρε. Ύδρο.» ως κάτι εντελώς αυθαίρετο και αφηρημένο, όπως και είναι πια.

DIY + φιλοδοξία, αναγράφονται στο εσώφυλλο. Αυτά μόνο θεωρείτε ότι χρειάζονται για την ηχογράφηση ενός σπουδαίου δίσκου;
Δε νομίζω ότι υπάρχει συνταγή. Ασφαλώς η φιλοδοξία είναι απαραίτητη. Δε νοείται καλλιτέχνης χωρίς φιλοδοξία. Το DIY είναι συγκυρία, καλλιτεχνικά σίγουρα ένα προνόμιο, αφού ο καλλιτέχνης έχει τον πλήρη έλεγχο. Η «μίξη» DIY+φιλοδοξία έχει «κατοχυρωθεί» ιστορικά από τα «νέο-ποπ» συγκροτήματα των 80s, όπως οι Human League, οι Depeche Mode, οι Frankie Goes To Hollywood, οι ABC, οι Soft Cell, οι Teardrop Explodes, οι XTC, οι Japan, οι New Order και πολλοί άλλοι, που έκαναν την «πλάκα» τους παράγοντας τέχνη (σκληρή στις περισσότερες περιπτώσεις) και δε φοβούνταν την επιτυχία, μάλλον την επεδίωκαν. Φιλοδοξούσαν να βγάλουν δίσκο σε μεγάλη εταιρία, να μπουν στα charts, να δουν τα videoclip τους στο MTV, να βγουν οι ίδιοι στην τηλεόραση, να γίνουν εξώφυλλα, με απώτερο στόχο να αυξήσουν το κοινό τους και κατά συνέπεια να μπορέσουν να ζήσουν από την τέχνη τους. Είναι κάτι πολύ θεμιτό και πολύ εύλογο. Και δυστυχώς ακόμα και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι, ειδικά στην Ελλάδα, που μια τέτοια φιλοδοξία τη θεωρούν «ξεπούλημα» για έναν καλλιτέχνη που προέρχεται από το underground. Αλήθεια, που έγκειται το ξεπούλημα; Θα γράφουμε μουσική με εκπτώσεις από ’δώ και πέρα, επειδή είμαστε στην ΕΜΙ ή επειδή μπήκαμε στο chart ή επειδή κάναμε μια συνέντευξη στο MAD; Σε τι εταιρίες βγήκαν δίσκοι-ορόσημα όπως το Nevermind, το Automatic for the People και το Ok Computer; Επηρεάστηκε αλήθεια το αριστούργημα In Utero από την προηγούμενη υπερβολική έκθεση των δημιουργών του στο MTV; Στοίχισε στην τέχνη του Nick Cave η συνεργασία του με την Kylie Minogue και η προβολή που είχε από τα media μετά από αυτήν; Εφόσον δεν επηρεάζεται η τέχνη στην ουσία της, δεν υπάρχει πρόβλημα για μας και κάθε τέτοια άποψη την αντιμετωπίζουμε ως μίζερη και οπισθοδρομική.

Πιστεύετε ότι οι αμέτρητες μέτριες μπάντες που μας περιτριγυρίζουν δεν διαθέτουν τα παραπάνω στοιχεία, ή είναι και κάτι ακόμα που τους λείπει;
Αυτά που λείπουν από το μέτριο ώστε να γίνει καλό είναι πρώτο απ’ όλα το ταλέντο, και μετά η φαντασία, το χιούμορ και η πρωτοτυπία, γενικά η προσωπικότητα, που περικλείει όλα αυτά. Και η καλλιτεχνική υπεροψία είναι σημαντική, εφόσον βέβαια διαθέτεις όλα τα προηγούμενα.

Πώς θα σας φανεί αν σας βάλουν στην παραπάνω κατηγορία και γίνετε τα αγαπημένα παιδιά ραδιοφωνικών σταθμών όπως ο Μελωδία, ο Δίεση κτλ.
Ήδη τείνουμε να γίνουμε τα αγαπημένα παιδιά αυτών των σταθμών (υπό την έννοια ότι είμαστε ίσως οι νεότεροι σε ηλικία από αυτά που μεταδίδουν), γεγονός που δε μας χαλάει καθόλου. Κάθε άλλο μάλιστα. Γιατί αυτό να σημαίνει ότι εμείς μπαίνουμε κάτω από την ταμπέλα που κυριαρχεί στους σταθμούς αυτούς και όχι ότι οι σταθμοί κάνουν ένα άνοιγμα σε κάτι πιο τολμηρό, μουσικά και στιχουργικά; Εξάλλου νιώθουμε ότι αυτό το είδος που παραδοσιακά υπηρετούν αυτοί οι σταθμοί έχει κουράσει και τους ίδιους τους σταθμούς και τους ακροατές τους και σιγά-σιγά ξεθωριάζει μέχρι να εκλείψει παντελώς. Ήδη οι εναπομείναντες εκπρόσωποί του (μεσήλικες στην πλειοψηφία τους) έχουν καταντήσει γραφικοί μέσα στη μιζέρια τους και τους αμήχανους παλιμπαιδισμούς τους. Η απελευθέρωση πάντως από το «έντεχνο» θα πρέπει να γίνει εθνική εορτή!

Και πώς συμβαδίζουν όλα αυτά με στίχους όπως «Γιατί μπορεί να μην έχω το χρίσμα της Γαλάνη/ αλλά στο τέλος της πορείας σ’ εμένα θα φορέσουν το στεφάνι». Μπορείτε να μου σχολιάσετε λίγο τον παραπάνω στίχο, θεωρείτε ότι λέτε πράγματα μ’ αυτόν που άλλοι δεν τολμούν να πουν; Μήπως προσπαθείτε να κάνετε γρήγορα πολλούς εχθρούς; :-)
Όσο για το δίστιχο με τη Γαλάνη, πρόκειται για ένα χιουμοριστικό στιχουργικό παιχνίδι (οι Pavement είναι από τα αγαπημένα μου συγκροτήματα!), που κρύβει μια προσωπική αλήθεια-επιθυμία και είναι ταυτόχρονα ένα σχόλιο για τους νέους καλλιτέχνες που ξεκινούν την καριέρα τους φέροντας ένα χρίσμα από έναν παλιότερο καταξιωμένο καλλιτέχνη. Άκουγα πριν δύο χρόνια περίπου μια εκπομπή στο Δεύτερο Πρόγραμμα για το παρόν και το μέλλον της ελληνικής μουσικής (ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων). Είχαν κληθεί να μιλήσουν γι’ αυτό ο Φοίβος Δεληβοριάς και ο Άρης Δαβαράκης. Κάποια στιγμή έγινε αναφορά στο δίσκο νεαρού καλλιτέχνη, ο οποίος (δίσκος) ελέχθη ότι «διακινείται υπογείως» και ότι βγήκε «με το χρίσμα της Δήμητρας Γαλάνη». Ήταν η εποχή που το Αν Όλα Τέλειωναν Εδώ διακινούνταν πραγματικά υπογείως, με διθυραμβικές κριτικές αλλά χωρίς την παραμικρή προβολή. Αυτό το θεώρησα μια αδικία και από αυτή τη μικρή αγανάκτηση προέκυψε το «επίμαχο» δίστιχο. Είναι μια μικρή πτυχή της ίδιας αγανάκτησης που γέννησε και το τραγούδι «Δεύτερο Πρόγραμμα». Δεν νομίζω ότι η Γαλάνη, που δεν αμφισβητούμε την καλλιτεχνική της αξία, θα γίνει εχθρός μας. Εξάλλου το σχόλιο γι’ αυτήν είναι σχεδόν κολακευτικό. Μακάρι κάποτε να έχω κι εγώ τη δύναμη να δίνω χρίσματα και να γραφτεί και για μένα ένας παρόμοιος στίχος. Αυτοί που ίσως θυμώσουν λίγο είναι οι χρισθέντες, αλλά τι τους φταίμε εμείς; Επιλογή τους ήταν…  Να ξέρουν πάντως ότι και αυτούς τους βλέπουμε με μεγάλη συμπάθεια, όπως με συμπάθεια έβλεπε και ο Καρυωτάκης το Μαλακάση -το ομολογεί ο ίδιος σε σχετικό σχόλιό του- στον «ποιητικό αγώνα» στον οποίο παραπέμπουμε με το τραγούδι («Άλλη μια Νύχτα Σύγχυσης και Γέλιου»). Απλά πίστευε ότι θα είναι αυτός ο τελικός νικητής. Και δικαιώθηκε. Ελπίζουμε να δικαιωθούμε κι εμείς, χωρίς απώλειες όμως…

Και στο κομμάτι «Δεύτερο Πρόγραμμα» επιτίθεστε στα εγχώρια πολιτιστικά κακώς δρώμενα. Πες ορισμένα από τα πράγματα που σε ενοχλούν στη σύγχρονη πολιτιστική Ελλάδα.
Σχεδόν οτιδήποτε σχετικό προβάλλεται από την τηλεόραση είναι ενοχλητικό και προκαλεί -το λιγότερο- την αποστροφή. Από τα talent show και τα όσο πάει και πιο κιτς δημόσια γλέντια της Σεμίνας μέχρι την πλειοψηφία των επεισοδίων των εκπομπών «Έχει Γούστο» και «Στην Υγειά Μας». Και το πιο ενοχλητικό απ’ όλα (για να έρθουμε στο «Δεύτερο Πρόγραμμα») είναι αυτή η προβολή του μέτριου, του ξαναζεσταμένου και του ξεπερασμένου, του σεμνότυφου και του δήθεν (η «αόρατη γραβάτα»), ως το απόλυτα ποιοτικό, το «έντεχνο», το «εναλλακτικό», το περιθωριοποιημένο και αντιεμπορικό (και αυτή η τελευταία υποκρισία, καθώς κάθε άλλο παρά περιθωριοποιημένο και αντιεμπορικό είναι, είναι που καθιστά το «έγκλημα» «διπλό»), που επιβάλλεται να γίνει εμπορικό, γιατί και το αξίζει και θα μας σώσει επιτέλους από το «πρόστυχο» τραγούδι-δυνάστη. Αυτό γίνεται κυρίως από τα κρατικά μέσα (τα ίδια που ελέω Eurovision αποθεώνουν μια φορά το χρόνο και εκπροσώπους του «κακού» τραγουδιού) με άλλοθι τη σωτηρία του νεοελληνικού πολιτισμού, για την οποία πόσο έμπρακτα φροντίζει το κράτος το βλέπουμε καθημερινά γύρω μας... Πέρα από αυτά όμως υπάρχει κάτι που βράζει και ανεβαίνει από κάτω, μια τέχνη, πραγματικά αδικημένη, που επαναστατεί μέσα από τη δυσφορία της. Νέος αέρας, γεμάτος φαντασία και εφηβική ορμή, έρχεται μέσα από τα blogs, τα underground clubs της Αθήνας και όχι μόνο, τις “cult” εικαστικές εκθέσεις, το ανεξάρτητο θέατρο και το σινεμά. Αυτό το πράγμα θέλει να επαναστατήσει ενάντια στη μιζέρια, τα κόμπλεξ και τις κοινωνικές αναστολές της σύγχρονης Ελλάδας και του mainstream πολιτισμού της. Χρειάζεται τόλμη για να γίνει αυτό, αλλά πρέπει να γίνει, και μάλιστα εκ των έσω. Ένα τέτοιο πρόσφατο παράδειγμα που κατάφερε να σπάσει τα δεσμά και να ορθώσει σκληρό λόγο μέσα από τα media ήταν ο Παναγιώτης Χατζηστεφάνου.

Αν σας καλέσουν του χρόνου στα Βραβεία Αρίων, θα πάτε;
Αν μας ρωτούσες πριν τη φετινή απονομή, θα σου λέγαμε ότι θα πηγαίναμε, μέσα στο πνεύμα της διαφοροποίησης και του «χτυπήματος εκ των έσω» που λέγαμε παραπάνω. Όμως μετά τη νερόβραστη χλαπάτσα που αντίκρισαν τα μάτια μας, πιστεύουμε ότι θα πρέπει να αλλάξουν πάρα πολλά πράγματα μέχρι την επόμενη απονομή, για να πάμε αν μας καλέσουν. Άσε αυτή η κοροϊδία με κάποιες κατηγορίες. Εντάξει, οι υποψηφιότητες βγαίνουν βάσει των πωλήσεων, αυτό το καταλαβαίνουμε, διαφορετικά θα είχε τηλεθέαση μηδέν. Αλλά ο Πλιάτσικας “Best Alternative” ρε παιδιά;… Όταν στην ίδια κατηγορία υπάρχει ο Αγγελάκας; Μα δεν υπάρχει κάποιος να τους πει ότι ο Πλιάτσικας δεν είναι εναλλακτική μουσική, πολύ απλά γιατί είναι μια απ’ τα ίδια; Είναι ξεφτίλα όλο αυτό το πράγμα. Ας καταργήσουν την κατηγορία αν δεν ξέρουν να τη διαχειριστούν. Ας το κάνουν “Best Rock” να είναι κι αυτοί ήσυχοι. Τουλάχιστον σε αντίστοιχα βραβεία στο εξωτερικό (MTV, Grammy), τότε που τα παρακολουθούσαμε, υπήρχε μια κάποια αξιοκρατία και έδιναν και κανένα βραβείο στους REM (για «εναλλακτικό» όταν έγιναν mainstream, αλλά με δίσκο εκτοπίσματος Out of Time), στους Nirvana και στους Smashing Pumpkins. Άκουσα πως οι LCD Soundsystem πήραν φέτος βραβείο Grammy! Εδώ δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Έπρεπε να διαλυθούν οι Πυξ Λαξ και να εξαφανιστούν οι Δυτικές Συνοικίες για να πάρουν ένα βραβείο οι Raining Pleasure...

Με άλλα λόγια, σε ποια κατηγορία θα βάζατε εσείς τη μουσική σας; Θεωρείτε ότι είστε μάλλον ροκ μπάντα παρά οτιδήποτε άλλο;
Σε ποια κατηγορία θα βάζαμε τη μουσική μας; Στο “progressive punk” μάλλον…

Οι αναφορές σας σε ξένους καλλιτέχνες είναι πολλές στο δίσκο, θα λέγατε ότι η μουσική σας είναι μια μεταφορά των αγαπημένων ξένων ακουσμάτων σας σε μια ελληνική πραγματικότητα;
Ναι, μας αρέσει πολύ αυτό. Είναι η απόλυτη περιγραφή πιστεύω. Και είναι τόσα πολλά αυτά τα ακούσματα και τόσο διαφορετικά είδη, ανάλογα και με τις προσωπικές προτιμήσεις κάθε μέλους, που θα θέλαμε ώρες για να ανταποκριθούμε σε μια πλήρη αναφορά τους. Προσωπικά αναφέρω πάντα τους R.E.M. (πριν την αποχώρηση του Bill Berry), τους Smiths και τους Sonic Youth ως το κέντρο των εκτός συνόρων επιρροών μου.

Αναφέρετε επίσης το Pitchfork σαν μέσο έμπνευσης και άντλησης πληροφοριών για «άνοιγμα οριζόντων». Θα με ενδιέφερε να μάθω γιατί επιλέξατε το συγκεκριμένο μέσο για την πληροφόρησή σας αυτή, τι το ιδιαίτερο βρίσκετε σ’ αυτό.
Το Pitchfork αποτελεί εδώ και μια πενταετία περίπου το μουσικό μας ευαγγέλιο. Έχουμε μάθει τόσα συγκλονιστικά πράγματα από αυτό, που διαφορετικά θα αγνοούσαμε, και συνέβαλαν στην καλλιτεχνική μας διαμόρφωση τα τελευταία χρόνια, που θέλαμε με κάποιο τρόπο να του εκφράσουμε την ευγνωμοσύνη μας. Το γνωρίσαμε την εποχή που το ΠΟΠ+ΡΟΚ (το μουσικό ευαγγέλιο της εφηβείας μας, μαζί με τις πάλαι ποτέ εναλλακτικές εκπομπές του MTV “120 Minutes” και “Alternative Nation”) είχε ήδη πεθάνει και το NME είχε μετατραπεί σε lifestyle περιοδικό, με το hype γύρω από αμφιβόλου αξίας ονόματα να ισοπεδώνει τα πάντα στο πέρασμά του. Το Pitchfork ήταν για μας, αλλά όπως ξέρουμε και για χιλιάδες ανθρώπους παγκοσμίως, ένας μεσσίας, μια λύτρωση.

Πρόσφατα δώσατε την πρώτη σας συναυλία μπροστά σε αθηναϊκό κοινό (ή και γενικότερα;). Πόσο ευχάριστη σας φάνηκε η εμπειρία, και σε ποιο βαθμό θα θέλατε να συνεχίσετε να δίνετε συναυλίες;
Ήταν μια συγκλονιστική εμπειρία, που δεν κρύβουμε ότι την ζούσαμε για πρώτη φορά. Ουσιαστικά τώρα αρχίζουμε να είμαστε συγκρότημα με τη συμβατική έννοια. Μέχρι προσφάτως τα κάναμε όλα εγώ και ο Αλέξανδρος. Στον πρώτο δίσκο έχουμε παίξει σχεδόν όλα τα όργανα οι δυο μας. Ήμασταν ένα «συγκρότημα ηχογραφήσεων», όπως λέγαμε τότε, γεγονός που φυσικά ευνοούσε τον πειραματισμό. Με όλα τα υπόλοιπα παιδιά είμαστε μαζί (σαν Κόρε. Ύδρο.) ένα χρόνο περίπου, αν και φίλοι από χρόνια, και μαζί ηχογραφήσαμε τη Φτηνή Ποπ… Το φοβόμαστε το live, ειδικά από τη στιγμή που έπρεπε να πέσουμε απευθείας στα βαθιά (Gagarin). Τελικά όμως όλα πήγαν καλά και ο κόσμος έμεινε με τις καλύτερες εντυπώσεις. Ακόμα έχουμε τον αντίκτυπο. Έχουμε ήδη προγραμματίσει κάποιες εμφανίσεις Κέρκυρα και Πάτρα και περιμένουμε προσκλήσεις και από άλλες πόλεις. Δε θα το παρακάνουμε πάντως, γιατί δε θέλουμε να απομακρυνθούμε πολύ από την ουσία, που θεωρούμε πάντα ότι βρίσκεται στην ηχογράφηση και που είναι και το βασικό ενδιαφέρον μας σαν συγκρότημα.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured