Για 4 χρόνια περίπου είχαμε νέα τους με το σταγονόμετρο και διάφορες αναποδιές τους απομάκρυναν από μία συχνή και σταθερή επικοινωνία με τους φίλους της μουσικής τους. Τώρα οι Bokomolech είναι πια ξανά στο προσκήνιο με την κυκλοφορία ενός καινούριου άλμπουμ και –ελπίζουμε- πιο συχνές «ζωντανές» επαφές με το κοινό τους.

Με αφορμή λοιπόν την κυκλοφορία του Exit, μιλήσαμε με τον τραγουδιστή της μπάντας, Δημήτρη Ιωάννου.

Καταρχήν να ξεκινήσουμε με το εξής ερώτημα, που πιστεύω «καίει» όλους τους αναγνώστες μας που σας παρακολουθούν από το ξεκίνημά σας: Που χαθήκατε τόσο καιρό;
Περάσαμε την πιο δύσκολη φάση ως συγκρότημα, τόσο σε προσωπικό επίπεδο ο καθένας –πέρασε η φοιτητική περίοδος και αρχίσαμε να ‘χορεύουμε’ σε άλλους ρυθμούς και να βρισκόμαστε όλο και δυσκολότερα– όσο και σε δημιουργικό επίπεδο: έπρεπε να συνεχίσουμε να κάνουμε μουσική που να μας συγκινεί, και όχι απλά να συντηρήσουμε μια εικόνα. Η διαδικασία μετάβασης στο επόμενο στάδιο ήταν αργή και ήθελε το χρόνο της. Όταν νιώσαμε έτοιμοι να πούμε κάτι που θα άξιζε να ακουστεί, τα πράγματα βρήκαν το δρόμο τους. Η συνεννόηση πάντως με τον Albini και η προσπάθεια εύρεσης κοινών ημερομηνιών όλων μας, του Steve και του στούντιο, καθυστέρησε τα πράγματα κι άλλο.

Τι διαφορετικό έχει να μας προτείνει το νέο σας άλμπουμ; Πιστεύετε πως ανήκετε και εσείς στα συγκροτήματα που θέλουν να προτείνουν κάτι το διαφορετικό με κάθε νέα τους δουλειά ή σε αυτά που –ουσιαστικά- προπαθούν να τελειοποιήσουν μία συγκεκριμένη μουσική φόρμα έκφρασης.
Δεν επιδιώκουμε να τελειοποιήσουμε τίποτε. Κάθε άλλο: το exit (trance) είναι ένα πείραμα, μια κατασκευή που προέκυψε από ‘μαστόρεμα’ με τα υλικά της στιγμής. Θα ήταν, ας πούμε, πολύ διαφορετικό αν είχε γραφτεί υπό άλλες συνθήκες στην Αθήνα –και θα περιείχε άλλα τραγούδια ενδεχομένως. Τώρα, αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει ένας αναγνωρίσιμος ήχος ή αναγνωρίσιμες δομές. Αυτό όμως έχει να κάνει περισσότερο με τον τρόπο που ‘συνθέτουμε’, παρά με μια εμμονή μας σε δοκιμασμένες φόρμες, κ.λπ. Εκ των υστέρων, μπορεί κανείς να πει ότι σηματοδοτεί μια νέα δημιουργικά φάση για το γκρουπ –πάντως, δεν το είχαμε σχεδιάσει, είχαμε αφήσει τη διαδικασία ανοιχτή σε κάθε αποτέλεσμα.

Έπειτα από τόσα χρόνια πορείας, πώς βλέπετε την ελληνική σκηνή να έχει εξελιχθεί;
Δεν πιστεύουμε ότι υπάρχει ‘σκηνή’ με την έννοια ότι μπορεί να στηριχθεί επάνω της ένα κομμάτι της μουσικής βιομηχανίας. Για τα αγγλόφωνα συγκροτήματα που συνθέτουν μια οιονεί ‘ομάδα’, υπάρχουν (ίσως) κάποια κοινά στοιχεία, μια υφέρπουσα ‘ελληνικότητα’, σε πείσμα όσων υποστηρίζουν ότι απλώς αλληθωρίζουν και αντιγράφουν αυτά που ακούν. Τώρα, έχει ανοίξει βέβαια κι ένα παράθυρο στην αγορά (βλ. Raining Pleasure και τη σχετική δημοσιότητα στην οποία έχουν παρασύρει και άλλα σχήματα, κυρίως κιθαριστικής ποπ), το οποίο είναι πιθανά θετικό, αλλά δεν είμαστε βέβαιοι ότι σηματοδοτεί και μια νέα εποχή για το ροκ στην Ελλάδα –και με ποιους όρους.

Και τώρα ένα περιστατικό που μου έχει μείνει στη μνήμη μου, -πολύ- σχετικό με το συγκρότημα: Θυμάμαι ένα βράδυ, πριν κανά δυο χρόνια, σε ένα μπαρ στα Εξάρχεια –ίντριγκα- να παίζω μουσική και να είναι ανάμεσα στους θαμώνες και ο Δήμητρης (Ιωάννου). (Μάλιστα, τότε του είπα ένα μεγάλο ευχαριστώ για το Crazy Water, ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια ever, για το στίχο του, τη μελωδία του και την ερμηνεία του) Θυμάμαι λοιπόν, να παίζω μία ακυκλοφόρητο –ή έστω σπάνια- διασκευή των Sonic Youth στο Personality Crisis, με την Kim Gordon στα φωνητικά και -πολύ- πρόχειρη ηχογράφηση. Έπειτα από λίγο, ο Δημήτρης υποδέχεται έναν ακόμα φίλο του ενθουσιασμένος με την επιλογή μου και μου ζητάει να ξαναβάλω το τραγούδι... Αλήθεια, τι σημαίνουν οι Sonic Youth για εσάς; Και ποια άλλα συγκροτήματα θεωρείτε πως σας έχουν επηρεάσει από το ξεκίνημά σας εώς τώρα;
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να εμπνευστείς από τη δουλειά κάποιου άλλου. Αρχικά, σίγουρα μένεις σε ένα πρώτο επίπεδο: σου αρέσει ο ήχος, η ένταση, ο τρόπος ερμηνείας, κ.λπ. Αργότερα όμως, εμπνέεσαι από άλλα πράγματα: περισσότερο ακούς τι έιναι δυνατό να παιχτεί, ως πού φτάνουν τα όρια του είδους, και τι υπάρχει πιο πέρα. Δεν είμαστε ούτε μουσικολόγοι –δεν έχουμε πει ποτέ ‘θα παίξουμε φανκ’ ή ‘πάμε κάτι ψυχεδελικό’ ή ‘χρειαζόμαστε ένα ποπ κομματάκι’, κ.λπ.– ούτε αντιμετωπίζουμε αυτό που κάνουμε ως ‘pure fun’. Το βλέπουμε σαν καλλιτεχνική δημιουργία: με αυτή την έννοια, ναι, έχουμε επηρεαστεί από τους Youth. Και από άλλους. Και ακούμε και άλλα πράγματα, που σίγουρα έχουν φιλτραριστεί στη μουσική μας, περισσότερο ή λιγότερο.

Πριν μερικά χρόνια είχατε συνεργαστεί ξανά με τον Steve Albini στο Jet Lag. Πώς είχε γίνει η επαφή τότε; Σκέφτεστε να συνεχίσετε την συνεργασία σας μαζί του ή να αναζητήσετε συνεργασίες και με άλλους αγαπημένους σας παραγωγούς;
Είμασταν fans της δουλειάς του Steve από παλιά. Του είχαμε στείλει το Xero, ένα demo κι ένα γράμμα, δε λάβαμε ποτέ απάντηση, πριν γράψουμε το Insect είπαμε να του τηλεφωνήσουμε εμείς, μιλήσαμε, του είχε αρέσει η δουλειά μας και τον ενδιέφερε να συνεργαστούμε, ενδιαφέρθηκε κι η Hitch Hyke, η Lazy Dog απέναντι στην οποία είχαμε ηθική υποχρέωση να μιλήσουμε πρώτα δεν είχε το budget για να το κάνει, και έτσι... πήραμε μετεγγραφή και άρχισε μια ωραία φιλία με τον Steve. Επίσης, είδαμε κι έναν άλλο τρόπο δουλειάς, τον οποίο εν μέρει ακολουθήσαμε και με τον Coti στο Slowburner. Αυτό ήταν το πιο σημαντικό, ότι μας άνοιξε λίγο το μυαλό όσον αφορά τα στουντιακά –και μας έπεισε για το πώς θέλουμε να δουλεύουμε, τουλάχιστον με βάση αυτά που κάνουμε τώρα. Όσο για το μέλλον, Κύριος οίδε... Πάντως, μερικές φορές, πράγματα που φαίνονται δύσκολα ή και ανήκοντα στη σφαίρα της ονειροφαντασίας, αποδεικνύονται ένα τηλεφώνημα μακριά.

Πώς ήταν η τώρα συνεργασία σας; Ήρθε Ελλάδα; Του στείλατε το υλικό στο εξωτερικό;
Βρεθήκαμε όλοι στο Black Box, στούντιο του φίλου του Ian Burgess που βρίσκεται κάπου στην εξοχή στη ΒΔ Γαλλία. Δεν του στείλαμε τίποτε αυτή τη φορά, η συνεργασία βασίστηκε στη γνωριμία μας και στην εμπιστοσύνη στις αισθητικές απόψεις αλλήλων. Μιλήσαμε για το τι θέλαμε να κάνουμε εκεί, αλλά έτσι κι αλλιώς ξέραμε ότι θα τα βρούμε: ήταν υλικό που δε θα μπορούσε να γραφτεί παρά ζωντανά, κι ο Steve είναι από τους καλύτερους σε αυτή τη δουλειά –αν όχι ο κορυφαίος.

Ένα περιστατικό που σας έχει μείνει από τη συνεργασία σας μέχρι τώρα μαζί του;
Η λατρεία του για το φραπέ! Του τον γνωρίσαμε στο Σικάγο, τον παρήγγειλε στο Decadence στις 12 τα μεσάνυχτα όταν είχαν έρθει οι Shellac για συναυλία στην Αθήνα, και στη Γαλλία έπινε τουλάχιστον 5 την ημέρα! Η ατάκα (ανάμεσα στις πολλές, ανακατεύοντας τον αφρό): «τελικά, οι Έλληνες είναι ιδιοφυίες: έδωσαν στον κόσμο τη φιλοσοφία, τη γεωμετρία και ...το φραπέ»! Γενικά περνάμε πολύ καλά μαζί, έχει φοβερό χιούμορ και είναι σπουδαίος συνομιλητής. Ενώ δουλεύει με φοβερό επαγγελματισμό, νιώθεις ότι είναι ένας παλιός φίλος που συναντάς ξανά στις διακοπές.

Και τώρα μία ερώτηση... περίεργειας περισσότερο: τι περιμένετε από αυτόν τον δίσκο; Θέλω να πω, η ελληνική σκηνή είναι μεν –υποτίθεται- στα up της, αλλά ακόμα είναι πολύ νωρίς για να μπορέσει να αγκαλιάσει ένα μαζικό κοινό μία κυκλοφορία μίας μπάντας σαν τους Bokomolech, από την εμπορική και μόνο άποψη. Σίγουρα, το συγκρότημα δεν είναι μία βιοποριστική ασχολία για εσάς. Οπότε τι; Παραμένει ένα χόμπυ σας, το οποίο προσπαθείτε να το κάνετε όσο πιο καλά μπορείτε και σας επιτρέπουν τα οικονομικά δεδομένα του χώρου; Ποιες είναι οι σκέψεις σας και οι φιλοδοξίες σας επί τούτου;
Θα θέλαμε να κυκλοφορήσει ο δίσκος στο εξωτερικό και θα φιλοδοξούσαμε να βρει το κοινό του. Το να ανοιχτείς σε μιαν αγορά τεράστια, ακόμα κι αν απευθύνεσαι σε ένα μικρό ποσοστό του κοινού, σου δίνει άλλες δυνατότητες. Έτσι κι αλλιώς, όπως λές, δε σκοπεύουμε να ζήσουμε από τους bokomolech. Αλλά είναι όμορφο συναίσθημα να ξέρεις ότι η μουσική σου φτάνει σε πολλά αυτιά. Και θα συνεχίσουμε να παίζουμε μουσική για όσο μας κρατάει το ενδιαφέρον.

Ποια είναι τα μελλοντικά σχέδια σας; Εκτός από, υποθέτω, συναυλίες στην πρωτεύουσα και στην επαρχία;
Θα θέλαμε οι συναυλίες μας να είναι γεγονότα με όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη καλλιτεχνική ταυτότητα –ερευνάμε το πώς θα θέλαμε να γίνει αυτό. Και να παίξουμε στο εξωτερικό, αν υπάρχει η δυνατότητα (ανυπομονούμε, πάντως, για τη Θεσσαλονίκη).

Και τώρα, μία ολίγον τι κλισέ, αλλά πάντα χρήσιμη και ενδιαφέρουσα για τους αναγνώστες μας ερώτηση, τι παίζει αυτόν τον καιρό το cd-player του καθένα από εσάς;

Μια επιλογή από τα ακούσματα όλων:

- SIGMATROPIC sixteen haiku and other stories
- ELBOW a cast of thousands
- LIARS they threw us all in a trench and built a monument on top
- DJ SPOOKY optometry
- NICK DRAKE way to blue: an introduction to nick drake
- DJ SHADOW the private press
- GODSPEED YOU! BLACK EMPEROR yanqui u.x.o.
- CAT POWER you are free
- UNKLE never, never, land
- Α SILVER MT. ZION he has left us alone but shafts of light sometimes grace the corners of our rooms…
- NEIL YOUNG & CRAZY HORSE greendale
- MOGWAI happy songs for happy people

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured