Στην κεντρική φωτογραφία του παρόντος άρθρου είμαστε στα 1975, στο Λονδίνο· ο Bryan Ferry είναι 30 χρονών, όμως την πόζα αυτήν στην οποία τον απαθανάτισε ο Michael Putland μαζί με την Jacqui Sullivan (αριστερά) και τη Doreen Chanter –δύο από τις τραγουδίστριες της χορωδίας που ακούμε στο επιτυχημένο άλμπουμ του 1976 Let's Stick Together– θα μπορούσε να τη βγάζει και στα 40, και στα 50 και τώρα που τα έχει ξεπεράσει τα 70.

Λίγες περιπτώσεις της ποπ κουλτούρας περιστράφηκαν τόσο πολύ γύρω από μια αρτίστικη περσόνα τόσο επιμελώς καλλιεργημένη, όσο αυτή του Bryan Ferry. Τον έχουμε τόσο συνδυάσει δηλαδή με τα κοστούμια και με την επιτομή του στυλ, ώστε να μας φαίνεται απίστευτη η πραγματικότητα: είναι δυνατόν να μην είναι βέρος αριστοκράτης, αλλά παιδί ενός αγρότη και μιας εργάτριας σε εργοστάσιο; Είναι δυνατόν να μην έχει γεννηθεί κάπου κοσμοπολίτικα, αλλά στις μουντές εξοχές της ΒΑ Αγγλίας; Είναι δυνατόν να μετριέται σε όσους κατέκριναν την απαγόρευση του κυνηγιού της αλεπούς (2004), ενώ κάποτε κέρδιζε τα προς το ζην μοιράζοντας εφημερίδες;

10nBrFr_2.jpg

Κι όμως, είναι. Στην πορεία, βέβαια, ο Bryan Ferry κατάφερε και έγινε η περσόνα του, με αποτέλεσμα να μπει σε εκείνο το μικρό κλαμπ των καλλιτεχνών που κοίταξαν τόσο πιο πέρα από εκεί όπου γεννήθηκαν, ώστε πλέον να μη διαχωρίζεται εύκολα η αλήθεια από τη φαντασία.

Πράγματι, ο Bryan Ferry που ξέρουμε σήμερα, ο καλλιτέχνης δηλαδή ο οποίος συλλέγει ακριβούς πίνακες ζωγραφικής και ένα διάστημα έπαιζε τένις με τον Τόνι Μπλερ, δείχνει «παιδί» των όσων επικαλείται ως επιρροή, του ζωγράφου Richard Hamilton, π.χ., ή του Humphrey Bogart. Από την άλλη, ο «μοιραίος άνδρας» με το  μπλαζέ ύφος και το αιώνιο τσιγάρο στο χέρι, η αδελφή ψυχή της Lola Lola από τον Γαλάζιο Άγγελο, είναι εν πολλοίς ένα πλάσμα του νου μας: ήδη από το 1982 παντρεύτηκε και ο γάμος τελείωσε 21 χρόνια μετά, όταν η Lucy Helmore τον εγκατέλειψε για κάποιον άλλον –πολλοί θα στοιχημάτιζαν για το αντίθετο, όντας σίγουροι ότι πρόκειται για κλασική περίπτωση Καζανόβα. «Πρέπει να εξηγώ συνέχεια ότι δεν ζω έτσι», είχε πει το 1982 στον Γιάννη Μαλαθρώνα, μιλώντας του για το τεύχος 55 του δικού μας Ποπ & Ροκ, «έχω ενθαρρύνει φωτογράφους να έρθουν να με τραβήξουν αξύριστο, ιδρωμένο και αμπανιάριστο, όμως δεν ενδιαφέρονται».

Φυσικά, ο Bryan Ferry δεν έκανε καριέρα διάρκειας μισού αιώνα επειδή μας έπεισε ότι είναι ένας δανδής δεσμευμένος στη vie de luxe. Δίπλα στις τέχνες και στη μόδα βρισκόταν πάντα η μουσική, ήδη πριν ενδιαφερθεί επαγγελματικά για εκείνη, όταν αγαπούσε ως ακροατής τους δίσκους του Miles Davis και τις ηχογραφήσεις του Leadbelly και του Howlin' Wolf. Και, ακόμα και στα στραβοπατήματα, έμενε πάντα κάτι να κρατήσεις: η φωνή του. Γι' αυτήν τη φωνή θα πάνε πρωτίστως να τον δουν τόσοι και τόσοι τον φετινό Σεπτέμβρη και στην Αθήνα (Ηρώδειο) και στη Θεσσαλονίκη (Θέατρο Δάσους). Κι ας έφτασε 72 χρονών.

10nBrFr_3.jpg

Από εκεί και πέρα, υπάρχουν και τα γούστα. Το rock κοινό ποτέ δεν κατάλαβε τους Roxy Music για να αποφασίσει αν τους συμπαθεί ή τους αντιπαθεί. Ήταν μια παράδοξα ντελικάτη υπόθεση για τη δεκαετία του 1970, η οποία βρήκε στήριξη στην κριτική και σε ακροατήρια με πιο ποπ ή και ανοιχτά mainstream γούστα, αρκετά ευάριθμα ώστε να στείλουν 3 από τα 8 συνολικά στούντιο άλμπουμ που άφησαν μεταξύ 1972 και 1982 στο βρετανικό νούμερο 1. Ανάμεσα στους fans, είναι και ο Morrissey, ο οποίος έχει χαρακτηρίσει το For Your Pleasure του 1973 (Βρετανία #4, Η.Π.Α. #193) ως «το πραγματικά σπουδαίο βρετανικό άλμπουμ».

Μπορούμε να συζητάμε ατέρμονα για το ποιος δίσκος ήταν ο καλύτερος και αν το Avalon (1982) άξιζε τη φήμη του, αλλά μπορούμε σίγουρα να συμφωνήσουμε ότι οι Roxy Music έγραψαν κάμποσα έξοχα τραγούδια, σαν το "More Than This" (Βρετανία #6, Η.Π.Α. #103), το "Do The Strand", το "Love Is The Drug" (Βρετανία #2, Η.Π.Α. #30), το "In Every Dream Home Α Heartache", το "Virginia Plain" (Βρετανία #4) ή το "Street Life" (Βρετανία #9). Α, και ότι έκαναν μια υπέροχη διασκευή στο "Jealous Guy" του John Lennon (Βρετανία #1).

{youtube}0n3OepDn5GU{/youtube}

Αναλόγως ατέρμονη είναι και η κουβέντα για τους 15 σόλο (στούντιο) δίσκους του Bryan Ferry, οι οποίοι έχουν πολλούς φίλους και πολλούς πολέμιους. Στα παλιά χρόνια της εγχώριας μουσικοκριτικής, για παράδειγμα, κάθε που έπεφτε δουλειά του Ferry στα χέρια του Μάρκου Φράγκου, θα άκουγες μόνιμα τη διαμαρτυρία για την υπεροχή του στιλ και της ματαιοδοξίας έναντι των συνθέσεων. Ουδέποτε όμως αμφισβητήθηκε το χάρισμα της ερμηνείας ή η σταθερή ύπαρξη κομψών singles, τα οποία ενίοτε μπορούσαν να συνυπάρξουν μια χαρά ακόμα και με το καρα-mainstream. Υπάρχει αλήθεια καλύτερο παράδειγμα από το "Slave To Love" (Βρετανία #10) ή από το "Let's Stick Together" (Βρετανία #4);

{youtube}9kp3N3wQPO0{/youtube}

Από την άλλη, ο Ferry έχει κι αυτός τους αδικημένους από την κριτική δίσκους του –με το Frantic του 2002 λίγοι ασχολήθηκαν πραγματικά– ενώ πρέπει να επισημανθεί ότι στην Αμερική δεν κατάφερε ποτέ να περάσει: μετράει μονάχα μία αληθινή επιτυχία (το "Kiss And Tell", το οποίο απέφερε ένα #31 στα εθνικά charts), ενώ σε επίπεδο άλμπουμ δεν ξεπέρασε ποτέ το #63, όπου έφτασε τόσο το Boys And Girls του 1985, όσο και το Bête Noire του 1987.

{youtube}Din_eWjJWe0{/youtube}
 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured