«Ένα από τα καλύτερα σχήματα που έβγαλε το country rock ιδίωμα».

Είναι περιστασιακή μα επίμονη αυτή η φήμη που συνοδεύει τους Wilderness Road, καθώς όλο και κάποιος ακροατής «ψημένος» στη rock δισκογραφία των παλαιότερων δεκαετιών θα εμφανιστεί σε διάφορα σχόλια online να την υπερασπιστεί. Κάτι αρκετά εντυπωσιακό για ένα σχήμα που στην εποχή του δεν γνώρισε καμία μαζική επιτυχία και σήμερα είναι εντελώς άγνωστο, ακόμα και σαν όνομα, στους νεότερους μουσικόφιλους.

Οι Wilderness Road στήθηκαν εν μέσω των πολιτικών αντιπαραθέσεων των ύστερων 1960s, ως μια απόπειρα των Warren Leming, Nate Herman, Andy Haban & Tom Haban να συγκεντρώσουν χρήματα για τα δικαστικά έξοδα των «7 του Σικάγο» –των 7 δηλαδή νεαρών που σύρθηκαν στα δικαστήρια από την αμερικανική κυβέρνηση λόγω του αντιπολεμικού τους αισθήματος και του δυναμικού ρόλου που έπαιξαν στις μαζικές διαδηλώσεις που έγιναν στο Σικάγο το 1968, ενάντια στην παρέμβαση των Η.Π.Α. στο Βιετνάμ. Αλλά το ένα πράγμα άρχισε να φέρνει το άλλο, πλήθη συγκεντρώνονταν στις συναυλίες και σύντομα η τετράδα άρχισε να λειτουργεί σαν κανονικό γκρουπ, παράγοντας και δικό της υλικό.

50ggWldr_2.jpg

Τα live τους άφησαν μια μικρή και ιδιαίτερη ιστορία στο τότε underground, χάρη στην τόλμη των Wilderness Road να θέσουν τη στάνταρ rock performance της εποχής τους σε ένα θεατρικό πλαίσιο, το οποίο υπηρετούσαν πότε με προμελετημένα σκετς και πότε με αυθόρμητους αυτοσχεδιασμούς, διαφημίζοντας λ.χ. ανύπαρκτα μέρη ή προϊόντα και σχολιάζοντας τα πολιτικοκοινωνικά τεκταινόμενα της εποχής τους –κρατώντας μια στάση προοδευτική και ιδιαιτέρως αντιπολεμική, μα αποφεύγοντας τη θεωρούμενη ως πιο «βαριά» πολιτικοποίηση που διέκρινε σχήματα σαν τους Mason Proffit.

Όλα αυτά τράβηξαν εν τέλει την προσοχή της Columbia, η οποία και πρόσφερε συμβόλαιο στη μπάντα, εκδίδοντας το 1972 το ντεμπούτο της Wilderness Road. Έναν δίσκο στον οποίον πίστεψε πολύ ο Paul Nelson του Rolling Stone, γράφοντας μια διθυραμβική κριτική (τότε κάτι τέτοιο μπορούσε να δημιουργήσει έναν κάποιον θόρυβο στο κοινό).

50ggWldr_3.jpg

Τα πράγματα δεν τσούλησαν όμως στον βαθμό τουλάχιστον που προσδοκούσε η εταιρεία και σύντομα το γκρουπ βρέθηκε στη Reprise, όπου το 1973 έβγαλε το άλμπουμ Sold For The Prevention Of Disease Only. Η επιτυχία όμως διέφυγε ξανά και οι Wilderness Road ανακοίνωσαν τη διάλυσή τους μέσα στη χρονιά, έχοντας συνειδητοποιήσει ότι δεν θα ζούσαν μέσω της μουσικής τους. Δεν θα ξαναφαίνονταν ποτέ έκτοτε στο προσκήνιο, παρά φευγαλέα το 1988, όταν επανενώθηκαν για μία και μόνο συναυλία, με στόχο την οικονομική ενίσχυση της Chicago Cabaret Ensemble, της οποίας διευθυντές είχαν γίνει στο μεταξύ οι Herman & Leming.

Ο σημερινός ακροατής, κινούμενος εκτός του κοινωνικά φορτισμένου πλαισίου των 1960s και μην έχοντας την ευκαιρία να βιώσει από πρώτο χέρι τις θρυλικές ζωντανές εμφανίσεις των Wilderness Road, έχει μόνο τους 2 προαναφερθέντες δίσκους για να τους αποτιμήσει. Με βάση αυτούς, εκείνο το «Ένα από τα καλύτερα σχήματα που έβγαλε το country rock ιδίωμα» μάλλον φαντάζει υπερβολικό. Παρά ταύτα, πρόκειται για 2 γερά άλμπουμ, οπωσδήποτε αδίκως παραγκωνισμένα στις νεότερες ανασκοπήσεις, βασισμένα σε ένα ωραίο rock χαρμάνι, όπου folk απόηχοι και ψιλο-country αναφορές συναντούν τις ηλεκτρικές κιθάρες που ξετρέλαιναν τη νεολαία της περιόδου.

Κάπου μεταξύ Byrds, The Who, J. Geils και Little Feat, οι Wilderness Road χάραξαν το δικό τους μικρό μονοπάτι, κρατώντας κάτι από εκείνο το ευφυές χιούμορ που αποτελούσε «καύσιμο» των συναυλιών τους.

{youtube}q4q2xPq7dCg{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured