xarisadm

- Are you ready?
- Yep
- OK, 1, 2, 3, 4

To 2000, ήταν τομή. Ή τουλάχιστον έτσι βιώθηκε (σχηματικά, έστω) σε πρώτο χρόνο. Με τα ημερολόγια να μηδενίζουν ακόμη και τυπικά τα 3 από τα 4 ψηφία της χρονιάς που άνοιξε τη νέα χιλιετία, η υποδοχή αυτού του έτους αντιμετωπίστηκε έντονα ως μια καινούρια αρχή: τόσο από θεωρίες συνωμοσίας περί καταστροφής του κόσμου, οι οποίες έσπειραν το γέλιο σε κάθε λογικό άνθρωπο, όσο και από εκείνους που είχαν την αίσθηση ότι, πλέον, οι sci-fi ουτοπίες των παλιών βιβλίων και ταινιών θα αποτελούσαν απτή πραγματικότητα.

Το «millennium» λοιπόν, όπως έγινε καραμέλα να λέγεται, έμοιαζε σαν το ξεκίνημα μιας εποχής που θα γεφύρωνε τον αναλογικό άνθρωπο με τον υπερ-ψηφιακό κόσμο, ο οποίος σταδιακά τον αγκάλιαζε όλο και πιο σφιχτά. Καθόλου τυχαίο λοιπόν ότι οι Καλιφορνέζοι Grandaddy βάζουν στο εξώφυλλο του 2ου δίσκου τους μερικά πλήκτρα υπολογιστή να στέκονται, σαν άλλη πινακίδα του Χόλυγουντ, πάνω στο φυσικό τοπίο ενός λιβαδιού.

The Sophtware Slump ονομάζουν το άλμπουμ. Με ένα λογοπαίγνιο, δηλαδή, το οποίο από τη μία αυτοσαρκάζεται παίζοντας με την έκφραση «sophomore slump» (που αφορά μια δεύτερη, ακόλουθη δουλειά, η οποία δεν στέκεται στο ύψος της πρώτης), αλλά που επίσης προδιαθέτει για τη θεματική του δίσκου.

57bPcd_2.jpg

Στο πρώτο σκέλος, δεν θα συμφωνήσουμε μαζί τους. Εδώ οι Grandaddy που 3 χρόνια νωρίτερα βρίσκονταν Under The Western Highway (1997), κρατούν ακόμη τη δυνατή τους τραγουδοποιία, την ενσωματώνουν όμως σε μια πολύ πιο συγκροτημένη ιδέα. Με την πηγή αυτής της ιδέας να φέρει ανεξίτηλα (ακόμη κι αν δεν βρίσκεται πάντα στην πρώτη γραμμή) το στίγμα του OK Computer των Radiohead (1997). Αλλά, αν η παρέα του Thom Yorke έφτιαξε ένα ψυχρό αριστούργημα του σύγχρονου "Paranoid Android" που αναζητούσε εναγωνίως τo art βάπτισμα, οι Grandaddy κοιτούν πώς ο «φυσικός» άνθρωπος μπορεί να συνυπάρξει με τον ψηφιακό κόσμο (ο Marshall McLuhan, βέβαια, σαν δικηγόρος του διαβόλου, θα έλεγε πως αυτός ο κόσμος είναι η ίδια η προέκταση του ανθρώπου).

Και το παρουσιάζουν ως μια πρόκληση. «Are you givin' in, 2000 man?» διερωτάται ο Jason Lytle ανοίγοντας τον δίσκο, τον οποίον επιμελήθηκε σε τέτοιον βαθμό, ώστε θα μπορούσε να θεωρηθεί χωρίς ενστάσεις προσωπικό του πρότζεκτ. Το “He’s Simple, He’s Dumb, He’s The Pilot” θα ήταν αρκετός λόγος από μόνο του για να κάνει άξιο λόγου το Sophtware Slump. Πλήρως αντιεμπορικά, καλωσορίζει αγγίζοντας τα 9 λεπτά διάρκειας· και φροντίζει ώστε ακόμη και ο μέσος, αγύμναστος ακροατής –που θα πατούσε το skip μετά το τρίλεπτο– να μην καταλάβει πόσο φυσικά κυλάει αυτό το σχεδόν ένα πέμπτο του άλμπουμ.

{youtube}IURAKQV7q_o{/youtube}

Είναι μάλιστα οι συνεχείς εναλλαγές αυτές που γίνονται με μια αξιοσημειώτη ομαλότητα: από τον μεταλλικό ήχο της ακουστικής κιθάρας, ο Lytle κρατάει την ίδια μελωδία για να τη γεμίσει με μια πλήρη μπάντα, με βιολιά, αλλά και με synths –κι από εκεί να ξαποστάσει στην απλότητα. Με μια δραματική και άναρχη, άτυπη κλίμακα, η οποία παίζεται στο πιάνο στο 3ο λεπτό του κομματιού και οδηγεί το όργανο στον πρωταγωνιστικό ρόλο που θα κρατήσει μέχρι και το τέλος. Πέρα όμως από ένα αισθητικά άρτιο τραγούδι, οι Grandaddy μοιάζουν στο “He’s Simple, He’s Dumb, He’s The Pilot” να απαντάνε οι ίδιοι στην πρόκληση την οποία έθεσαν: η λύση είναι η επιστροφή στη φυσικότητα, συμβολικά μέσα από τη σταδιακή ανάδειξη ενός οργάνου κλασικού από όποια πλευρά κι αν το δει κανείς, όπως το πιάνο.

Μην νομίζετε όμως ότι στόχος είναι η άρθρωση κάποιας συντηρητικής θέσης. Περισσότερο αναμοχλεύουν τα υλικά του παρόντος και του άμεσου μέλλοντος, με υπογραμμίσεις σε σημεία. Άλλωστε o Lytle διαθέτει αρκετό χιούμορ για να γίνει ένας μικρός Philip K. Dick. Αν λοιπόν 2 χρόνια αργότερα (2002) οι Flaming Lips θα έβαζαν τη Yoshimi να αναμετράται με ροζ ρομπότ, η sci-fi μασκότ των Grandaddy ακούει στο όνομα Jed.

Έτσι ο Lytle ...σκοτώνει από νωρίς τον ήρωά του, σαν άλλος Χίτσκοκ, στο “Jed The Humanoid”· όπου, εντελώς ειρωνικά, ο Jed πεθαίνει από το πολύ αλκοόλ. Επίσης ειρωνικά, αυτή η ρομποτική ιστορία είναι και η πιο μουσικά ενδόμυχη και ακουστική στιγμή του δίσκου. Θα επανακάμψει όμως η μπάντα εν χορώ (με λίγο tremble περισσότερο από ό,τι μας συνηθίζουν στο υπόλοιπο άλμπουμ) στο “Jed’s Other Poem (Beautiful Ground)”. Αυτή τη φορά επαναφέροντας τον Jed, καθώς και ...ένα ποίημα του, στο οποίο λέει μεταξύ άλλων: «I try to sing it funny like Beck, it's bringing me down».

57bPcd_3.jpg

Tο “Hewlett’s Daughter” θα μπορούσε να προέρχεται από έναν ηλιόλουστο, lo-fi δίσκο χωρίς ιδιαίτερους προβληματισμούς. Μετά όμως από ένα τέτοιο φωτεινό στιγμιότυπο, το Sophtware Slump βυθίζεται σταδιακά στη μελαγχολία (δίνοντας νόημα στον προαναφερθέντα, αυτοσαρκαστικό στίχο). Όχι όμως πριν διαγράψει τη δεύτερη καλύτερη στιγμή του: το “Crystal Lake” φωνάζει από μακριά «πρώτο single». Όπως και υπήρξε άλλωστε. Εδώ οι Grandaddy γκαζώνουν, δίνοντας ένα ρεφρέν-σύνθημα που ασφυκτιά. «I've gotta get out of here... / And find my way again», λένε –για να μην ξεχνάμε και τον σκοπό μας– όσο γεμίζουν με ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες, όπως το «στολίδι» στα synths που ακούγεται ανά στιγμές και μοιάζει σαν να βγήκε από τα εφέ κάποιου 8-bit βιντεοπαιχνιδιού. Να ανοίγει άραγε έναν ακόμη διάλογο με τους Radiohead και το “Fake Plastic Trees” ο Lytle, όταν λέει «Should never have left the crystal lake / For areas where trees are fake»;

Αλλά η καταβύθιση στη μελαγχολία του μοντέρνου κόσμου δεν έρχεται χωρίς αντιδράσεις. Οδεύοντας προς την κατάβαση, η μπάντα γνωρίζει στιγμές «θυμού» όπως στο “Broken Household Appliance National Forest”, με έναν επαυξανόμενο ρυθμό και δυνατές κιθάρες να συνοδεύονται στιχουργικά από σουρεαλιστικές εικόνες όπως «Air conditioners in the woods». Και σχεδόν αποδεικνύονται προφητικοί στο “Miner At The Dial-A-View”, όπου dial-a-view, κάτι σαν τους σημερινούς Google maps, πριν καν αυτοί υπάρξουν.

{youtube}t0eGVAUeDLA{/youtube}

Ενώ όμως κρατούν γενικά κεκαλυμμένο το OK Computer μυστικό τους, στο “So You’ll Aim Toward The Sky” οι Grandaddy δεν κρύβουν ότι επιδιώκουν να είναι τα μακρινά ξαδέρφια των Radiohead. Αυτό εδώ το κομμάτι είναι δηλαδή το ταίρι του “No Surprises”, χωρίς καμία έκπληξη. Η σκοτεινή εσωστρέφεια, η λυρικότητα, ακόμη και η ερμηνεία του Lytle, ιχνηλατούν πάνω στο φωνητικό ύφος του Yorke. 

Η δυναμική του δίσκου ξεδιπλώνεται όπως η νέα χιλιετία: με έναν κλιμακούμενο ενθουσιασμό που σταδιακά βυθίζεται στη μελαγχολία, σπιθίζοντας στα ενδιάμεσα. Στην πραγματικότητα, αν και άντλησαν από τους  Radiohead, οι Grandaddy πέρασαν εν μέρει στην άλλη όχθη. Έφτιαξαν δηλαδή έναν δίσκο που κρατά τη singer-songwriter φόρμα καθώς φιλτράρει τους προβληματισμούς της τεχνολογικής εποχής, επιδιώκοντας να προχωρήσει μπροστά με το να κοιτάξει πίσω, στη φυσικότητα του ανθρώπου.

Αυτά τα δυνητικά anthems με τη συγκρατημένη θέρμη μοιάζουν ακόμη πιο επίκαιρα 19 χρόνια μετά –ίσως και περισσότερο από ό,τι πίστευαν, και λίγο αστειευόμενοι τότε, οι Grandaddy– ακριβώς γιατί σκιαγράφησαν πλήρως τον σύγχρονο άνθρωπο. Πώς το έλεγαν στην αρχή; “He’s Simple, He’s Dumb, He’s The Pilot”.  

{youtube}W5DsI_eCK7Y{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured