Μερικοί δίσκοι συναρπάζουν πριν καν πατήσεις το play. Το Peasant είναι ένα concept άλμπουμ, ένας κύκλος τραγουδιστών παραμυθιών και χειροποίητων επών, που ανυψώνει στιγμές από τις ζωές διάφορων χαρακτήρων του βασιλείου του Bryneich (Bernicia) της βορειοανατολικής, πρωτομεσαιωνικής Βρετανίας, σε άχρονες αλληγορίες για την ανθρώπινη συνύπαρξη μέσα σε κοινότητες σε σκοτεινούς και περίεργους καιρούς, όπως αυτούς που ζούμε σήμερα.

Η βαθιά, επιστημονική μελέτη για την εποχή εκείνη από τον αυτοδίδακτο κιθαρίστα από το Νιούκαστλ είναι εντυπωσιακά λεπτομερής. Ιστορικά στοιχεία, αηδιαστικές περιγραφές και μακάβριες εικόνες βρίσκονται διάσπαρτες εδώ κι εκεί. Τα σπίτια φτιαγμένα από πηλό και προβατοκούραδα, οι κοπέλες πνιγμένες στα κάτουρα, οι σούπες από λασπωμένα νερά και η βροχή πίσσας στις σκεπές πλάθουν ένα τρομαχτικά ρεαλιστικό σκηνικό, μέσα στο οποίο οι πρωταγωνιστές των ιστοριών βιώνουν τα προσωπικά τους δράματα: ο στρατιώτης του οποίου η καρδιά είναι γεμάτη φόβο μα και ελπίδα (“Soldier”), η πόρνη που αναρωτιέται αν υπάρχει μία διαφορετική, καλύτερη ζωή από αυτήν που διάγει (“Prostitute”), o μίζερος υφαντής, ο οποίος χώνει τη μύτη του στις ζωές των άλλων και τις συκοφαντεί με ενοχλητική ευκολία (“Weaver”), οι επιστήμονες, οι ζητιάνοι και οι μασέρ –όλοι τους χωριάτες, όπως λέει και ο τίτλος του δίσκου. Ένα μωσαϊκό φρίκης, απανθρωπιάς και κοινής βιοπάλης.

Σε αυτό το 8ο εγχείρημά του, ο Richard Dawson μεγαλουργεί και μουσικά. Με βασικό όπλο την ακουστική –ξεκούρδιστη, πολλές φορές– κιθάρα του, και με τη βοήθεια μερικών οικογενειακών μελών ή φίλων που βρίσκονται σε πνευστά και κρουστά, δημιουργεί το πιο προσιτό και το πιο πολύπλοκο ταυτόχρονα έργο του. Η γραφή του γίνεται πιο συμβατική και στρογγυλεμένη σε σχέση με προηγούμενες δουλειές του, χωρίς όμως καμία απώλεια προσωπικού στίγματος· ακροβατεί δηλαδή άψογα ανάμεσα στο pop και στο avant, στο οικείο και στο γκροτέσκο, στο προσβάσιμο και στο αδιαπέραστο.

Στον πυρήνα σχεδόν όλων των τραγουδιών κατοικεί μία ακαταμάχητα πιασάρικη μελωδία, την οποία ο Βρετανός συνθέτης αξιοποιεί πλήρως για να τα οδηγήσει άλλοτε σε επικότατες κορυφώσεις (“Ogre”, “Weaver”), κάποιες φορές σε δαιδαλώδεις κιθαριστικούς πειραματισμούς μεσαιωνικής/black metal αισθητικής (“Scientist”, “Masseuse”), άλλοτε σε μελοδραματικό ρομαντισμό (“Prostitute”, “Hob”). Σε κάθε περίπτωση η ποιητικότητα και η εποποιία που προκύπτει από μερικά κρουστά, πνευστά, χορωδίες και κυρίως από έναν άνθρωπο με την κιθάρα και τη φωνή του –ένα ολόκληρο όργανο από μόνη της– είναι ένα γιγαντιαίο και ανατριχιαστικό επίτευγμα.

Τόσο λοιπόν οι ανοιχτοί σε ερμηνεία στίχοι, όσο και η αφηγηματική χροιά με την οποία τραγουδιούνται, συνηγορούν για το πώς το ιστορικό concept χρησιμοποιείται κυρίως ως πρίσμα για την κατανόηση του σήμερα. Οι νύξεις στο παρόν είναι μάλιστα υπόγειες, όσο και προφανείς: οι χαρακτήρες λειτουργούν ως οικουμενικά αρχέτυπα για να προβάλλουν διαχρονικές και πανανθρώπινες αλήθειες, συναισθήματα και παθογένειες των κοινωνιών ανά την ιστορία του είδους.

Χωρίς να το πάμε μακριά, το Peasant, μετά από αρκετές ακροάσεις, ηχεί όλο και περισσότερο ως ένας κωδικοποιημένος δίσκος κοινωνικοπολιτικής διαμαρτυρίας για την πορεία της Ανθρωπότητας. Μία εικονοπλαστική και συμβολική έγερση ερωτημάτων για το πώς ξεχάσαμε να είμαστε συν-άνθρωποι, να αγνοούμε το δράμα του διπλανού μας, να σφαζόμαστε πίσω από την τάξη μας και να πορευόμαστε ως αλαζονικά εγώ και όχι αλτρουιστικά, ως εμείς.

«In this day and age it’s hard to explain but it happens time and time again», απαγγέλλει τραγουδιστά στο υπέροχο "Prostitute" ο Richard Dawson, συνδέοντας γενεαλογικά τα κακώς κείμενα του ανθρώπινου γένους.  Και έχει δίκιο: είναι τόσο διαχρονικά, όσο και η μουσική που φτιάχνει.

{youtube}jfaW-yD7DoA{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured